H «γιορτή της δημοκρατίας»; Ποια γιορτή; Όλοι στις κάλπες, υπό πίεση…
Πολεμικές ιαχές, ή κύμβαλα αλαλάζοντα τρελαίνουν τον ψηφοφόρο, υποχρεώνοντάς τον σε μια συγκρουσιακή λογική με τη γνωστή ευλογία πολλών μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Οι Έλληνες πολίτες καλούμαστε, μέσα σε ένα διχαστικό κλίμα, να προσέλθουμε στα εκλογικά τμήματα την Κυριακή 26 Μαΐου 2019, προκειμένου να προκρίνουμε τους 21 που θα εκπροσωπήσουν τη χώρα μας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς επίσης και τους τοπικούς εκπροσώπους των δήμων και των περιφερειών της χώρας μας.
Ουδείς, όμως, ενημερώνεται ουσιαστικά πάνω στα κρίσιμα ευρωπαϊκά διακυβεύματα των εκλογών, το μέλλον της ΕΕ και των θεσμών της. Η πόλωση κυριαρχεί, ο παλαιοκομματισμός επιστρέφει για να τα ανακατέψει όλα μαζί στην κολυμπήθρα της εσωτερικής κατανάλωσης. Μόνο που η εμβάπτιση πνίγει αντί να ευλογεί τις Ευρωεκλογές καθιστώντας την αναμέτρηση πεδίο άγονης αντιπαράθεσης μεταξύ μας, αλλά και με τους άλλους λαούς.
Διαρκείς αναφορές στα κατώτερα ένστικτα, στο θυμικό του λαού, για τους «κακούς άλλους», εκ δεξιών ή εξ αριστερών, εκ των «ελίτ» ή των «ανθρώπων του λαού». Μπαντιέρες διχασμού κυματίζουν. «Ή εμείς ή αυτοί» λένε κάποιοι την ίδια στιγμή που βερμπαλίζουν για «συναίνεση», «γέφυρες» και «ανοίγματα»… Υποκρισία, προσωπικό/κομματικό συμφέρον, λαϊκισμός. Μεγαλείο παραλογισμού!
Οι φωνές τους είναι ελκυστικές, απευθυνόμενες πάντα στα κατώτερα ένστικτα, καλλιεργώντας ελαττώματα και αδυναμίες για να βρουν υποστήριξη. Εκμηδενίζοντας την ατομική υπευθυνότητα, υποδεικνύουν ότι για όλα φταίνε οι άλλοι, χαϊδεύοντας αυτιά… Η «ανάδειξη του ευτελούς σε αξία» –ο λαϊκισμός– πείθει πάντα, δυστυχώς εύκολα, μεγάλα μέρη των λαών… Είναι πολύ ωραίο να σου λένε πως εσύ δεν φταις σε τίποτα, άλλοι είναι οι κακοί: Η παγκοσμιοποίηση, ο Μινώταυρος του νεοφιλελευθερισμού, η Λέσχη Μπίλντερμπεργκ, οι λαθρομετανάστες, ο καπιταλισμός, ο Σιωνισμός, αυτοί που μας ψεκάζουν, κλπ. Η «σύγκρουση» με τους «κακούς άλλους» (και όχι η προσωπική ευθύνη) ήταν και είναι πάντα το πρόταγμα τους.
Ο λαϊκισμός, από τη μία σου δίνει εχθρό και από την άλλη απευθύνεται στο χαμηλότερό σου ένστικτο και καλλιεργεί τους φόβους σου. Οι ανάγκες του ενστίκτου έρχονται στην επιφάνεια και φθάνουμε στην ανάπτυξη του ‘κινήματος’ όλης αυτής της ξενοφοβίας και όλων αυτών των στοιχείων που παρατηρούμε και στην Ευρώπη και στην Αμερική, αλλά και πέραν αυτών. Μοιάζει να γυρίζουμε πίσω στο χρόνο σε μια προπολεμική ψυχολογία… Έτσι έγιναν, τα τελευταία χρόνια, ελκυστικές οι φωνές του Φάρατζ, της Λεπέν, του Γκρίλο, του Ινγκλέσιας, του Τραμπ, κάποιων «δικών μας», και πολλών άλλων.
Όπως, ακριβώς, έγραφε ο Gustav Le Bon («Η ψυχολογία των όχλων», Γαλλία, 1895):
«Οι όχλοι ποτέ δε δίψασαν για αλήθειες. Αποστρέφονται τα ολοφάνερα πράγματα που τους δυσαρεστούν και προτιμούν να θεοποιούν την πλάνη, αν η πλάνη τους γοητεύει. Εκείνος που ξέρει να τους προκαλεί ψευδαισθήσεις, εύκολα γίνεται ο αφέντης τους, κι εκείνος που προσπαθεί να τους απαλλάξει από τις ψευδαισθήσεις τους είναι πάντοτε το θύμα τους»…
Ο έντεχνος και σταδιακός αυτός εκμαυλισμός ευνοείται κατά πολύ από την αδράνεια των περισσοτέρων. Αδράνεια και απάθεια που δημιουργείται και από την υπερβολική πληροφόρηση του τίποτε, από τον κυνισμό των μέσων και τον «παραμορφωτικό αρνητισμό της ενημέρωσης».
Και όταν οι περισσότεροι αδρανούν, φθάνοντας να μένουν απαθείς για το τι συμβαίνει πλάι τους και γύρω τους, ο κάθε «δυνάστης» ετοιμάζεται να κυριαρχήσει…
Και όταν έρθει η ώρα (συνήθως μετά από κάποιο «συμβάν») να ανοίξουμε τα μάτια μας, είναι αργά. Το σκοτάδι έχει πλέον κυριαρχήσει…
Αυτό είναι το πρόβλημα! Αυτό ζούμε έντονα και στη Ελλάδα σαν κοινωνία, σαν πολιτική, τα τελευταία χρόνια.
Αυτή η κουλτούρα του «εχθρού» -ιδιαίτερα εμφανής στη χώρα μας- δημιουργεί ανθρώπους ανίκανους να συνεργαστούν. Επίθεση και άμυνα μαζί, μια διαρκώς ανατροφοδοτούμενη κατάσταση, σίγουρη συνταγή καταστροφής…
Επιλέγοντας τη σύγκρουση ένας κερδίζει και ένας χάνει νομοτελειακά. Η λογική αυτή, οδηγώντας σε μονολόγους, στερείται της έννοιας του συμβιβασμού και της συνεργασίας που είναι απολύτως αναγκαία συστατικά για την εξέλιξη, την ευημερία και πρόοδο κάθε κοινωνίας.
Η απώλεια της ουσίας στο δημόσιο διάλογο και η παθητική θεώρηση του κόσμου έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη δημοκρατία μας.
Μπορούμε όμως να ζούμε μισούμενοι; Ή είναι απαραίτητο να συνεργαστούμε για το καλό όλων μας; Ιδού οι «Προκλήσεις»…!
Αυτές θέλουμε, ιδιαιτέρως, να ξεκινήσουμε να παραθέτουμε, να αναλύουμε και να προτείνουμε με το τεύχος μας αυτό. Εγκαινιάζοντας μια περίοδο που θα διαρκέσει μέχρι και τις -λίαν συντόμως- ερχόμενες εθνικές εκλογές.
Η κυρία Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ έχει πολύ μεστά αναφερθεί στην ανάγκη συλλογικής προσπάθειας: «Χωρίς την κρίσιμη μάζα δεν μπορείς να αλλάξεις τα πράγματα… Αν ένα εθνικό ζήτημα γίνεται πολιτικό, ένα πολιτικό γίνεται κομματικό, ένα κομματικό γίνεται προσωπικό έχεις την παρακμή ολόκληρη μπροστά στα μάτια σου…»
Σε μια προηγμένη χώρα, οτιδήποτε λέγεται συζητιέται. Εδώ, οτιδήποτε λέγεται, χωρίζεται σε φιλικά και εχθρικά στρατόπεδα και ενταφιάζεται εν τη γενέσει του… Χρειάζεται, λοιπόν, να προχωρήσουμε σε υιοθέτηση ενός θετικού εναλλακτικού υποδείγματος αξιών, από το οποίο να μπορούν να κερδίζουν οι εμπλεκόμενες πλευρές. Για να κάνουμε τα «επόμενα βήματα» χρειάζεται, πρωτίστως, να εξετάσουμε τα προηγούμενα. Αυτά που μας έφτασαν εδώ…
Η «φυλετική αφοσίωση» στη μια ή στην άλλη πλευρά, ο διχασμός, δεν μας έχει οδηγήσει πουθενά…
Εύκολα και γρήγορα συσπειρωνόμαστε γύρω από το έμβλημα φωνών που δίνουν έμφαση στο «εμείς εναντίον αυτών», «καλοί ενάντιων κακών» και «νίκη έναντι ήττας». Όσο περισσότερο θυμώνουμε και όσο περισσότερο καταστροφολογούμε για το μέλλον, τόσο λιγότερο πιθανό να βρούμε κοινό έδαφος, ή ακόμη και να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίζουμε τους ιδεολογικούς και πολιτικούς αντιπάλους μας ως ανθρώπινα όντα. Αν θέλουμε να σημειώνουμε πρόοδο, χρειάζεται να προσεγγίζουμε απέναντι την άλλη πλευρά, αφήνοντας πίσω μας έχθρες, προβληματικές προλήψεις και προκαταλήψεις…
Δεν μπορεί να υπάρξει καμία πρόοδος μέχρι να ανασυγκροτήσουμε ως πολίτες την ικανότητά μας να συζητούμε, να επιχειρηματολογούμε και να διαφωνούμε, με τρόπους που να μην μετατρέπουν κάθε πτυχή της πολιτικής… σε έναν, με γνώμονα την ‘ταυτότητα’, φυλετικό πόλεμο μεταξύ καλού και κακού.
«Η μετριοπάθεια δεν είναι μια ιδεολογία… Είναι τρόπος ύπαρξης. Αντιπροσωπεύει την «ταπεινοφροσύνη του κεφαλιού και τον ζήλο της καρδιάς» γράφει πολύ χαρακτηριστικά σε άρθρο του («Μια ατζέντα για τους μετριοπαθείς – Οι πολιτικές συνέπειες της αγάπης για τον πλησίον σου») ο David Brooks στους New York Times.
Όταν ακούμε τον διπλανό μας, αντιλαμβανόμαστε πόσες προοπτικές υπάρχουν και γινόμαστε διανοητικά ταπεινοί και δεκτικοί μπροστά στη πολυφωνία. Όταν ακούμε τον διπλανό μας, βλέπουμε ότι κατά βάθος είμαστε το ίδιο και αποζητούμε να εμβαθύνουμε τη σύνδεση αυτή.
Χρειάζεται λοιπόν και δεν θα πάψουμε να το επαναλαμβάνουμε διαρκώς, ένας γόνιμος διάλογος, αγκαλιάζοντας την κοινή μας ανθρώπινη φύση. Θεωρούμε απαραίτητο να συμβάλουμε στην αποκατάσταση των κανόνων ευγένειας, που έχουν χαθεί στην κοινωνία μας, επιτρέποντας στους υποστηρικτές της μιας ή της άλλης πλευράς να σεβαστούν τη φύση και τους λόγους των διαφορών.
Ας το εκφράσουμε με την ωραία διατύπωση του John Stuart Mill, φιλελεύθερου φιλόσοφου και διανοητή, που πριν από 2 αιώνες έγραφε στο δοκίμιό του «Περί Ελευθερίας»: «Αν όλοι οι άνθρωποι πάνω στην γη είχαν για ένα ζήτημα την ίδια ακριβώς άποψη, εκτός από έναν & μοναδικό άνθρωπο που για το ίδιο ζήτημα είχε την εντελώς αντίθετη άποψη… ΤΟΤΕ, όλη η ανθρωπότητα δεν θα ήταν περισσότερο δικαιολογημένη να κάνει αυτόν τον έναν να σωπάσει, από όσο θα ήταν αυτός ο ένας -αν είχε την δύναμη- να κάνει ολόκληρη την ανθρωπότητα να σωπάσει.»
Αναδιατυπώνοντας την κάθε διαφορά μας, μπορεί να συμβάλουμε στην προώθηση μιας πιο προσεκτικής/στοχαστικής συζήτησης. Βέβαια δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές, ικανές να ξεπεράσουν ψευδείς πεποιθήσεις ή να προσηλυτίσουν κάποιον στη μεριά μας. Μόνο με την εδραίωση εμπιστοσύνης και καθαρών σχέσεων, ο διάλογος μπορεί να επικεντρωθεί στη συνεργασία για την επίτευξη κοινών κοινωνικών στόχων.
Πολλά μέσα μαζικής ενημέρωσης κάνουν μόνο χειρότερα τα πράγματα. Ποντάροντας στα ενστικτώδη/πρωτόγονα στοιχεία της ανθρώπινης φύσης, έχουν κάνει μεγάλη ζημιά, καταστρέφοντας την ικανότητά μας να σκεφτόμαστε και να συζητούμε παραγωγικά διαμέσου των όποιων διαφορών. Ξοδεύοντας λιγότερο χρόνο στην παραπλανητική και αποπροσανατολιστική «ενημέρωση», στα media και τα smartphone μας, μπορούμε να ελευθερώσουμε διανοητική ενέργεια για περισυλλογή και βαθιά ανάγνωση ποικίλων πηγών υψηλής ποιότητας. Μόνοι με τις σκέψεις μας, παλεύοντας με τις αβεβαιότητες και τις πολυπλοκότητες, εξετάζοντας εξονυχιστικά τις παραδοχές και πεποιθήσεις μας. Ελαχιστοποιώντας τη χρήση των αρνητικών μέσων θα μας επιτρέψει να είμαστε περισσότερο παρόντες και λιγότερο επικριτικοί, κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε διαλόγου.
-Γιατί ο «Ορθός Λόγος» βασίζεται στην ιδέα της προόδου – και πώς η δημοσιογραφία μπορεί να συμβάλει σε αυτό.
Στον «Ορθό Λόγο» βιώνουμε την πραγματικότητα, σε αντίθεση με κάθε μορφής διχοτόμηση. Δεν τοποθετούμεθα ούτε στο κέντρο. Δεν πιστεύουμε ότι αποδίδουμε δικαιοσύνη στους ανθρώπους -τις ταυτότητές τους, τις πολιτικές κλίσεις τους, τις κοσμοθεωρίες τους- με ένα απλοϊκό διαχωρισμό, όπως αριστερά ή δεξιά, φιλελεύθερα ή συντηρητικά, υπέρ ή κατά κάποιου πολιτικού. Αυτές οι λέξεις είναι πάρα πολύ τοξικές για να είναι ακόμα χρήσιμες… Επειδή, στις μέρες μας, αποδίδουν περισσότερο την έννοια του αποκλεισμού παρά του ορισμού. Είναι όπλα σε έναν πολιτιστικό πόλεμο που προορίζονται να χαρακτηρίσουν «τον εχθρό». Προσβολές και όχι εξηγήσεις. Δημιουργοί ενός «εμείς-αυτοί» κόσμου. Σε ένα τέτοιο πόλεμο, εμείς προτιμούμε να μην συμμετάσχουμε…
-Τι είναι τότε ο «Ορθός Λόγος»;
Όσοι επιμένουν να μας βάλουν, ούτως ή άλλως, μια ετικέτα, θα ήμαστε πιο κοντά σε αυτή: Ο «Ορθός Λόγος» στηρίζεται σε έναν προοδευτικό ρεαλισμό. Πιστεύουμε στη δυνατότητα προόδου -όχι χωρίς λόγο. Η πίστη στη δυνατότητα προόδου δεν είναι μια αβάσιμη ελπίδα, ούτε είναι κάποια εσωτερική στάση. Είναι μια «ορθολογική» προοπτική, βασισμένη σε γεγονότα. Διότι, η ιστορία της ανθρωπότητας είναι ιστορία προόδου. Κανείς άνθρωπος από μόνος του δεν γνωρίζει να φτιάξει έναν πύραυλο ή ένα σύστημα δικαιοσύνης, καθώς όλα αυτά είναι προϊόντα μοιρασμένης γνώσης. Και αυτός είναι ο κανόνας, όχι η εξαίρεση. Από την πιο απλή κατασκευή μέχρι την πιο πολύπλοκη ηθική φιλοσοφία, τα πάντα γύρω μας είναι προϊόν συμμετοχικής εξελικτικής γνώσης, η οποία χτίζεται, σταδιακά, με τη συμβολή εκατοντάδων γενεών.
Αυτή η αρχή του μοιράσματος όσων γνωρίζουμε (της ανταλλαγής των ανόμοιων ικανοτήτων μας), μας επιτρέπει την συνεχή ανάπτυξη αυτού που ο καθένας κάνει καλύτερα, και καθιστά έτσι αθροιστική τη γνώση μας. Μαζί μαθαίνουμε όλο και περισσότερα, κατανοούμε όλο και περισσότερα, μπορούμε να κάνουμε όλο και περισσότερα. Μαζί προοδεύουμε!
Αν ήμαστε λαϊκιστές με αυταρχικές τάσεις, επιδιώκοντας να κερδίσουμε δύναμη, βάζοντας τους ανθρώπους τον ένα εναντίον του άλλου, θα θέλαμε άμεσα να εκμεταλλευτούμε την «ενημέρωση» ως μηχανή προπαγάνδας της επιλογής μας. Τα «νέα», εν τέλει, είναι μια μακρά διαφήμιση του ισχυρισμού ότι τα πάντα ήταν καλύτερα, ότι οι άνθρωποι δεν μπορεί να είναι αξιόπιστοι, ότι το οικείο είναι καλύτερο από το ξένο και ότι ο πολιτισμός είναι απλά μια λεπτή επικάλυψη, που μπορεί να διατηρηθεί μόνο μέσω κανόνων, ελέγχου και εξουσίας. Μια συνεχής διαφήμιση «24/7», που κουνά τη «σημαία της αντικειμενικότητας»…
Για την ιστορία, δεν προτείνουμε να υιοθετήσουμε τυφλή αισιοδοξία -σαν να μπορεί το μέλλον να ξεδιπλωθεί μόνο προς μία κατεύθυνση, τη καλή. Η πρόοδος μπορεί να είναι το νήμα που υφαίνει την ανθρώπινη ιστορία, αλλά απέχει πολύ από το «σίγουρο να συμβεί». Ενώ, στον 20ο αιώνα σχεδόν τα πάντα βελτιώθηκαν, -δημιουργήσαμε περισσότερη ευημερία από ότι σε όλη συγκεντρωτικά την προηγούμενη καταγραμμένη ιστορία-, ήταν, ταυτόχρονα, ο αιώνας των πιο αιματηρών πολέμων μας…
Προσοχή: Η πρόοδος είναι γεγονός, αλλά όχι δεδομένη!
Άρα, δεν υποστηρίζουμε ότι αλλάζουμε την ενημέρωση σε ένα μεγάλο «όλα είναι εκπληκτικά σόου»…
Η υπερβολική αισιοδοξία σχετικά με την πρόοδο μπορεί να μας τυφλώσει στην συντριπτική συστημική αδικία, που εξακολουθεί να υπάρχει στον κόσμο και να μας κάνει να εφησυχάζουμε σχετικά με το πώς η πρόοδος πραγματικά συμβαίνει. Είναι -πάντα ήταν- θέμα αίματος, ιδρώτα και δακρύων! Απέναντι στην παθολογική απαισιοδοξία των ειδήσεων αντίδοτο δεν είναι ούτε η σχετικοποίηση (αποφυγή παρουσίασης) της δυστυχίας του κόσμου, ούτε η υπόθεση ότι όλα γίνονται πάντα καλύτερα αυτομάτως. Όχι, στον «Ορθό Λόγο» πρεσβεύουμε την εποικοδομητική δημοσιογραφία. Δημιουργούμε ένα είδος ενημέρωσης που υπογραμμίζει τόσο τι συμβαίνει όσο και τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό. Η εποικοδομητική δημοσιογραφία ερευνά, βαθιά, για να αποκαλύψει τη συστηματική αδικία και στη συνέχεια προσφέρει μια προοπτική για δράση, εστιάζοντας, επίσης, σε πιθανές λύσεις.
Η Εποικοδομητική δημοσιογραφία είναι θεμέλιο της υγιούς δημοκρατίας.
Σε αντίθεση με τα καθημερινά νέα, η εποικοδομητική δημοσιογραφία δεν κραυγάζει «αιματηρό έγκλημα» και στη συνέχεια εξαφανίζεται (ρίχνει την βόμβα και φεύγει)…, αφήνοντας τον αναγνώστη της αδύναμο, κυνικό και φοβισμένο. Όχι, εντοπίζει προβλήματα με τρόπο που προσφέρει προοπτική, παρέχει ελπίδα και εμπνέει τους ανθρώπους να βοηθήσουν στην επίλυσή τους. Με μια λέξη, προσπαθεί να είναι χρήσιμη!
Ο «Ορθός Λόγος», όπως εξαρχής τον προσδιορίσαμε, θα τηρήσει έναν διαφορετικό ορισμό της ενημέρωσης, με ένα άλλο επιχειρησιακό μοντέλο ώστε να τον διατηρήσει, και έναν «συνεργατικό» τρόπο παραγωγής του. Θέλουμε να συνεργαστούμε με τα μέλη μας για να αποκαλύψουμε ότι είναι κρυμμένο στη κοινή θέα, να συμβάλλουμε για την αλλαγή του κόσμου προς το καλύτερο…
Όλα αυτά συνδέονται με μια βασική πεποίθηση που είναι το θεμέλιο της δημοσιογραφίας μας: ότι ο ανθρώπινος σκοπός εξυπηρετείται καλύτερα όχι απλά μέσα από την κοινοποίηση της αγανάκτησης για την τελευταία τρομακτική επικαιρότητα, αλλά, κυρίως, τη διάδοση της γνώσης σχετικά με τις θεμελιώδεις αλλαγές που κρύβονται στα προφανή. Αυτό δεν είναι αριστερά ή δεξιά, φιλελεύθερο, προοδευτικό ή συντηρητικό. Είναι κοινή λογική, με έμφαση στο «κοινή»!
Η χώρα μας έχει ξεχάσει να διαλέγεται…
Θα μπορούσαμε να αρχίσουμε, ξαφνικά, από αύριο, να διαλεγόμαστε άδολα και γόνιμα προάγοντας με (Σωκρατικό πνεύμα) τη διαλογική συζήτηση;
Εφόσον δεν το έχουμε προηγουμένως καλλιεργήσει και εξασκήσει συνειδητά, τότε η αλλαγή αυτή είναι σίγουρο ότι δεν μπορεί να πετύχει με μιας. Όταν, όμως, καταφέρουμε να το καλλιεργήσουμε και συνειδητοποιήσουμε, αληθινά, τότε θα έχουμε, ήδη, διανύσει τη μισή διαδρομή. Θα χρειαστούμε εκπαίδευση για να μπορέσουμε να τη διανύσουμε ολόκληρη και να αποκτήσουμε ως κοινωνία την ανοχή και τη τέχνη του διαλόγου. Θα είναι, πλέον, ζήτημα χρόνου και θέλησης, πίστης στην αξία της στόχευσης και προσήλωσης σε αυτή. Όπως, δηλαδή, συμβαίνει και με κάθε άλλη διεργασία που παράγει πρόοδο.
Ας πασχίσουμε λοιπόν να γίνουμε μία τέτοια κοινωνία. Να κάνουμε μία πρώτη μικρή αλλαγή σήμερα, εστιάζοντας στον καλό εαυτό μας. Με αυτό μόνο τον τρόπο θα μπορούμε να ελπίζουμε σε μία μεγαλύτερη αλλαγή, αύριο, σε συλλογικό πλέον επίπεδο. Γιατί, κάθε αλλαγή που μπορούμε να επιφέρουμε στο περιβάλλον μας, ξεκινάει πρώτα από μια αλλαγή «εντός μας».
Αν δεν αλλάξουμε, σήμερα, εμείς εκ των έσω, ακόμη και σε κάτι πολύ μικρό, μη προσμένουμε ότι θα πετύχουμε, στην πορεία, την οποιαδήποτε επιθυμητή μεγάλη αλλαγή γύρω μας. Απλά, δεν γίνεται…!