author-image-26 Κωνσταντίνος Αλεξόπουλος

Δ/ντης έκδοσης

atc-portal

atc-portal

Η ελληνική πολιτεία ετοιμάζεται να θεσπίσει έναν νέο νόμο για την προστασία των ανηλίκων από το αλκοόλ και τον καπνό. Η φιλοσοφία του είναι ξεκάθαρη: να μειώσει την πρόσβαση σε προϊόντα που βλάπτουν την υγεία και να διασφαλίσει ότι οι έφηβοι δεν θα έρχονται εύκολα σε επαφή με καταχρήσεις που ξεκινούν από μικρή ηλικία και συνοδεύουν, κατόπιν, μια ολόκληρη ζωή. Το σχέδιο του νόμου προβλέπει:

  • Ολική απαγόρευση πώλησης, προσφοράς και διάθεσης προϊόντων καπνού και αλκοόλ σε ανήλικους.
  • Υποχρέωση αυστηρού ελέγχου ταυτότητας σε όλα τα σημεία πώλησης.
  • Απαγόρευση εισόδου, παραμονής και απασχόλησης ανήλικων σε κέντρα διασκέδασης και αμιγή μπαρ, εκτός αν πρόκειται για ειδικά δηλωμένες ιδιωτικές εκδηλώσεις.
  • Υψηλές διοικητικές και ποινικές κυρώσεις για όσους παραβιάζουν τις διατάξεις.
  • Δημιουργία ψηφιακής πλατφόρμας και μητρώων για την παρακολούθηση της αγοράς και τον καλύτερο έλεγχο διακίνησης προϊόντων.

Θεωρητικά, όλα αυτά δείχνουν αυτονόητα: ποιος δεν θέλει να προστατεύσει τα παιδιά του από καταχρήσεις. Ποιος διαφωνεί ότι το τσιγάρο και το ποτό βλάπτουν σοβαρά την υγεία, ειδικά όταν μπαίνουν στη ζωή ενός εφήβου πριν ακόμη αυτός μάθει να ξεχωρίζει το όφελος από τη βλάβη. Κανείς δεν θα μπορούσε να διαφωνήσει με την πρόθεση. Είναι αφετηρία λογική και επιθυμητή: κάθε γονιός, κάθε δάσκαλος, κάθε υπεύθυνος ενήλικας θέλει μια κοινωνία όπου τα παιδιά μεγαλώνουν προστατευμένα από κακές συνήθειες και επικίνδυνα ερεθίσματα.
Όμως, το ερώτημα δεν είναι αν η πρόθεση είναι καλή και ο στόχος σωστός, αλλά αν η δράση που επιλέγεται –η συγκεκριμένη φιλοσοφία της προστασίας των ανήλικων– είναι η πιο αποτελεσματική. Και, ιστορικά, τέτοιου είδους «νομοθετικές παρεμβάσεις» – καθολικές απαγορεύσεις και τιμωρία όσων τις παραβιάζουν – είναι παλιές και δοκιμασμένες, κι όχι πάντα με το αποτέλεσμα που υπόσχονται. Σχεδόν πάντα, αρχίζει μια άλλη ιστορία: αυτή που γράφεται όχι στο φως του νόμου, αλλά στις σκιές που γεννά η παράκαμψή του…

Η λογική των «απαγορεύσεων»

Νομοθετικές ρυθμίσεις, δι’ «απαγορεύσεων», τέτοιων σοβαρών κοινωνικών προκλήσεων αποτελούσαν και αποτελούν, σε κάθε εποχή, την εύκολη λύση και, γι’ αυτό, σχεδόν πάντα λανθασμένη και πρόξενο πολλών επακόλουθων προβλημάτων. Αντί να εμβαθύνουμε στην  πρόληψη και την καλλιέργεια συνείδησης, καταφεύγουμε, για ακόμη μία φορά, στο να τιμωρήσουμε το σύμπτωμα, στην καταστολή.

Η ιστορία έχει καταγράψει με αδιάψευστο τρόπο πού οδηγεί αυτή η τακτική: η περίφημη Ποτοαπαγόρευση στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν εξαφάνισε το αλκοόλ – το υπερδιπλασίασε, το έκρυψε σε υπόγεια μπαρ, γέννησε οργανωμένο έγκλημα, μαφίες και συμμορίες που, μέσα σε λίγα χρόνια, απέκτησαν τεράστια οικονομική και πολιτική ισχύ. Αντί για μια «νηφάλια» κοινωνία, δημιούργησε μια κοινωνία παράνομων συναλλαγών και οργανωμένου εγκλήματος.

Το ίδιο μοτίβο βλέπουμε δεκαετίες τώρα και με τα ναρκωτικά: ο «πόλεμος κατά των ουσιών» σπανίως περιορίζει τη ζήτηση· αντιθέτως, συντηρεί και πλουτίζει το δίκτυο παράνομης διακίνησης και εμπλέκει γενιές νέων σε παραβατική δράση και εμπλοκή με κυκλώματα.

Στην ουσία, οποιαδήποτε απαγόρευση – όταν δεν συνοδεύεται από παιδεία, ενημέρωση και κοινωνική στήριξη – λειτουργεί ως λίπασμα για κάθε λαθρεμπόριο. Ο κανόνας είναι απλός: ό,τι απαγορεύεται, αποκτά αξία «εκτός νόμου»· ό,τι διώκεται, βρίσκει κάποιον να το πουλήσει ακριβά· κι ό,τι καταδικάζεται δίχως ανοιχτή συζήτηση, ενημέρωση και κατανόηση, γίνεται πόλος έλξης για εκείνους που έχουν περισσότερη περιέργεια παρά γνώση.

Αυτός ο κανόνας ισχύει, μπορεί ακόμη πιο έντονα όταν αφορά παιδιά και εφήβους: νέοι που από τη φύση τους λειτουργούν πειραματικά και αντιδραστικά, αναζητούν το «απαγορευμένο» και σπάνια πειθαρχούν σε απειλές ποινών. Η «απαγόρευση», χωρίς εναλλακτική αγωγή και χωρίς χώρο ελεύθερης ενημέρωσης, δεν τα θωρακίζει – τα σπρώχνει σε κρυφούς τρόπους και ύποπτες παρέες. Η συγκεκριμένη, έτσι, νομοθεσία για την προστασία των ανηλίκων από το αλκοόλ και τον καπνό δεν θα περιορίσει τη ζήτηση, θα γεννήσει το αντίθετο: «πελάτες» που θα βρουν γρήγορα ποιοι μεγαλύτεροι θα τους εφοδιάσουν – και, μικρές ή μεγάλες, συμμορίες που θα οργανωθούν για να καλύψουν αυτή την απαγορευμένη ανάγκη, με το αντίστοιχο κέρδος και ρίσκο φυσικά.
Πίσω, λοιπόν, από την αυταπάτη της «προστασίας», κρύβεται ένα έδαφος πρόσφορο για περισσότερη παραβατικότητα και εγκληματικότητα – και τελικά λιγότερη ουσιαστική προστασία της δημόσιας υγείας. Το τίμημα προδιαγράφεται διπλό: περισσότερη παραβατικότητα και νεανική εγκληματικότητα που ξεκινά από ένα ποτό ή ένα τσιγάρο και δεν αργεί να περάσει στο επόμενο, πιο επικίνδυνο, βήμα…

Οι αντιφάσεις του νόμου

Η πρόθεση να προστατευτούν οι ανήλικοι είναι αναμφισβήτητα θεμιτή. Όμως, η εφαρμογή της λογικής της γενικευμένης απαγόρευσης φέρνει μαζί της αντιφάσεις που, στην πράξη, αδειάζουν την σημασία της πρόληψης και αφήνουν χώρο για αυθαιρεσίες και υποκρισία.

– Πρώτη και πιο φανερή αντίφαση: το κράτος δεν μπορεί να ελέγξει τι γίνεται μέσα στο σπίτι. Ο γονιός μπορεί – και έχει το δικαίωμα – να δώσει στο παιδί του ένα ποτήρι κρασί ή μια μπύρα στο τραπέζι· όμως ο ίδιος ανήλικος, εκτός σπιτιού, θεωρείται παραβάτης του νόμου αν καταναλώσει το ίδιο ποτό σε δημόσιο χώρο ή αν κάποιος μεγαλύτερος του το προσφέρει σε μια παρέα. Το αποτέλεσμα είναι μια παράλογη διάκριση ανάμεσα στο «επιτρεπτό» του σπιτιού και το «απαγορευμένο» του δρόμου.

– Δεύτερη αντίφαση: η απαγόρευση εισόδου ανηλίκων σε κέντρα διασκέδασης και μπαρ μοιάζει αυτονόητη στη θεωρία, αλλά στην πράξη ανοίγει το πεδίο για ψεύτικες δηλώσεις, πλαστές άδειες εισόδου ή απλώς πιο πρόχειρες και κρυφές μαζώξεις αλλού, χωρίς κανέναν έλεγχο. Δεν εξαφανίζει την ανάγκη του εφήβου να βρεθεί με συνομηλίκους σε χώρους κοινωνικοποίησης· απλώς τη σπρώχνει σε πιο σκοτεινά και μη ελεγχόμενα σημεία.

– Τρίτη αντίφαση: το κράτος προαναγγέλλει αυστηρούς ελέγχους και κυρώσεις, αλλά ποιος θα τους εφαρμόσει; Σε πόσους μικρούς ιδιοκτήτες περιπτέρων, μικρομάγαζων ή μπαρ μπορεί να στηριχθεί μια τόσο πυκνή επιτήρηση στην πράξη; Η τυπολατρία των προστίμων, χωρίς την υποδομή για συνεχή και δίκαιο έλεγχο, γεννά άλλο ένα παράδοξο: επιλεκτική εφαρμογή, μικροδιαφθορά και, τελικά, κατάχρηση εξουσίας.

Έτσι, οι ίδιοι οι νόμοι που υποτίθεται ότι θα προστατεύουν τους ανηλίκους, τελικά γίνονται έγγραφα καλών προθέσεων που οι ίδιοι οι πολίτες μαθαίνουν πώς να παρακάμπτουν – και οι πιο επιτήδειοι πώς να εκμεταλλεύονται.

Δρόμος προς την νεανική εγκληματικότητα

Το πιο ανησυχητικό αποτέλεσμα αυτής της «εύκολης» απαγόρευσης είναι το έδαφος που ανοίγει για μια νέα, πιο ύπουλη μορφή νεανικής εγκληματικότητας. Όσο αυξάνεται η ζήτηση για το «απαγορευμένο», τόσο βρίσκονται εκείνοι που θα την καλύψουν. Και ποιοι είναι οι πιο πρόθυμοι μεσάζοντες; Οι ίδιοι οι λίγο μεγαλύτεροι έφηβοι, που ξέρουν καλύτερα από κάθε αστυνόμο πώς να κινηθούν απαρατήρητοι στις παρέες, στις γειτονιές, στα σχολικά στέκια.
Έτσι, μικρές ομάδες συνομηλίκων θα οργανώνονται αθόρυβα: κάποιος βρίσκει τρόπο να αγοράσει ποτά ή τσιγάρα από πιο «ευέλικτους» πωλητές, τα αποθηκεύει, τα μεταπωλεί σε μικρότερους, κερδίζει χρήματα, χτίζει «πελατεία» και κύρος στην παρέα. Αυτό που ξεκινά ως «χαβαλές» για λίγα κουτάκια μπύρας ή μερικά πακέτα τσιγάρα, γίνεται εύκολα μικρή επιχείρηση – και από εκεί ο δρόμος προς πιο σοβαρές παραβάσεις είναι κοντά.
Το σημαντικότερο: σε μια εποχή που οι συμμορίες ανηλίκων είναι πια καθημερινό φαινόμενο σε πολλές γειτονιές – βία, διακίνηση ναρκωτικών, οργάνωση κάθε μορφής παρανομιών – τέτοιες ευκαιρίες δημιουργούν έναν «πρόλογο» για την ένταξη σε οργανωμένα κυκλώματα. Ο νέος μαθαίνει να συνδιαλέγεται κρυφά, να παρακάμπτει τον νόμο, να εμπιστεύεται μόνο «τους δικούς του» και να υποτάσσεται στη λογική του εύκολου κέρδους. Από εκεί ως την επαφή με ουσίες πολύ πιο επικίνδυνες, η απόσταση δεν είναι μεγάλη.

Η κοινωνία παγιδεύεται σε έναν φαύλο κύκλο: για να προστατεύσει τα παιδιά της από ένα τσιγάρο ή ένα ποτό, τους ανοίγει δίχως να το θέλει την πόρτα για να γνωρίσουν από μέσα τον κόσμο της παρανομίας – και να πλησιάσουν πολύ πιο σοβαρές απειλές.

Η αληθινή προστασία: γνώση, πρόληψη, παιδεία

– Η χαμένη πρόληψη…
Το πιο κραυγαλέο κενό του νέου νόμου είναι ότι δεν επενδύει ούτε ένα άρθρο σε όσα αποδεδειγμένα κάνουν τη διαφορά: την πρόληψη, την παιδεία, την ανοιχτή συζήτηση μέσα στην οικογένεια και την τάξη. Η καθολική απαγόρευση, οι έλεγχοι και το ποινολόγιο είναι τα εύκολα μέτρα· το δύσκολο –άρα και το ουσιαστικό– είναι να εξοπλίσεις ένα παιδί με την αναγκαία κριτική σκέψη, γνώση και αυτοσυγκράτηση. Αυτό δεν γίνεται με νομοθετικά διατάγματα αλλά με συνέπεια, γονεϊκή ευθύνη και παιδαγωγική.

Στην Ελλάδα, η αγωγή υγείας στα σχολεία είναι από αποσπασματική έως ανύπαρκτη, συνήθως εθελοντική, συχνά χωρίς υποχρεωτικό και διαρκές πρόγραμμα. Οι γονείς, αντί να είναι οι πρώτοι σύμμαχοι της πρόληψης, μένουν ουσιαστικά αβοήθητοι, χωρίς πρακτική καθοδήγηση για το πώς να μιλήσουν στο παιδί τους για τις καταχρήσεις. Έτσι, όλη η ευθύνη φορτώνεται στον «μπαμπούλα» του νόμου: Αστυνομία και ποινές αντί για ενημέρωση και συναίνεση…

– Τι σημαίνει πρόληψη στην πράξη
Η ουσιαστική προστασία των παιδιών και των εφήβων από τις καταχρήσεις δεν βρίσκεται στην απαγόρευση, αλλά στη γνώση. Όσο κι αν ακούγεται αυτονόητο, αυτή είναι η μόνη λύση που αποδεικνύεται διαχρονικά αποτελεσματική: η εκπαίδευση από νωρίς, η καλλιέργεια κριτικής σκέψης, η ενημέρωση χωρίς φόβο, χωρίς υποκρισία.

Η πραγματική πρόληψη ξεκινά από την παιδική ηλικία και μεγαλώνει μαζί με το παιδί. Ένα σοβαρό μάθημα αγωγής υγείας –υποχρεωτικό από το δημοτικό– θα μπορούσε να διδάσκει πώς λειτουργεί το σώμα, τι σημαίνει εθισμός, πώς επηρεάζεται ο εγκέφαλος από ουσίες, αλλά και πώς καλλιεργούνται αυτοεκτίμηση, όρια και δεξιότητες ζωής.

Η ευθύνη αρχίζει από το σπίτι, περνά από το σχολείο και καταλήγει στο κράτος. Αντί να εξαντλούμαστε σε ποινές και πρόστιμα, θα έπρεπε να επενδύουμε σε σύγχρονα προγράμματα αγωγής υγείας από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση· να εκπαιδεύουμε τους γονείς πώς να συζητούν ανοιχτά θέματα αλκοόλ και καπνού· να δίνουμε στα παιδιά τον χώρο να ρωτούν και να αμφισβητούν, χωρίς να φοβούνται τον νόμο αλλά να καταλαβαίνουν το νόημα πίσω από τον τύπο.

Ένα παιδί που γνωρίζει τι σημαίνει κατάχρηση και εξάρτηση, που μαθαίνει από την οικογένεια και το σχολείο πώς να προστατεύει το σώμα και το μυαλό του, δεν χρειάζεται φόβητρο τιμωρίας για να πει «όχι» στο τσιγάρο ή στο ποτό. Χρειάζεται εναλλακτικές, δημιουργικούς τρόπους να χαίρεται την εφηβεία του, ευκαιρίες να εκτονώνει την ανάγκη για εξερεύνηση και πειραματισμό σε δραστηριότητες που το εμπλουτίζουν – όχι που το εκθέτουν.

– Καλά Παραδείγματα
Δεν είναι τυχαίο ότι χώρες με ισχυρή κουλτούρα πρόληψης, όπως, η Ισλανδία, η Σουηδία ή ο Καναδάς, πέτυχαν εντυπωσιακά αποτελέσματα στη μείωση χρήσης αλκοόλ και ναρκωτικών στους εφήβους. Εκεί, το κράτος δεν περιορίστηκε σε απαγορεύσεις. Επένδυσε σοβαρά σε δωρεάν αθλητικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες, σε ανοιχτή εκπαίδευση γονέων και σε συνεχή διάλογο με τους εφήβους. Ενίσχυσε την ευθύνη των οικογενειών και άνοιξε χώρο στα παιδιά να ανήκουν σε κοινότητες εκτός οθονών και δρόμων, δίνοντάς τους πραγματικές εναλλακτικές και ουσιαστικό αίσθημα του «ανήκειν» σε υγιή περιβάλλοντα.
Στις Σκανδιναβικές χώρες, οι γονείς εκπαιδεύονται συστηματικά για να είναι ανοιχτοί σύμμαχοι στο σπίτι: η συζήτηση για το αλκοόλ και το κάπνισμα γίνεται χωρίς ενοχές ή ταμπού, πριν χρειαστεί να παρέμβει η αστυνομία.

Μόνο έτσι το «όχι» σε μια επιβλαβή συνήθεια γίνεται προσωπική απόφαση και όχι αποτέλεσμα φόβου. Μόνο έτσι χτίζεται μια γενιά που δεν κρύβεται πίσω από απαγορεύσεις, αλλά ξέρει να επιλέγει.

– Η δύναμη της συνειδητής επιλογής
Όταν το παιδί μάθει από νωρίς πώς να ζυγίζει την πληροφορία και να ελέγχει τις παρορμήσεις του, τότε η απαγόρευση χάνει τον λόγο ύπαρξής της. Μια κοινωνία που στηρίζεται στον φόβο της ποινής γεννά υποκριτές και μικροπαραβάτες· μια κοινωνία που επενδύει στη γνώση και στην ανοιχτή κουβέντα διαμορφώνει ελεύθερους ανθρώπους που ξέρουν τι να αποφύγουν και γιατί.
Η πρόληψη δεν είναι ούτε ακριβή, ούτε ανέφικτη. Είναι απλώς πιο απαιτητική από τον τιμωρητικό νόμο. Αυτή η επένδυση στην παιδεία είναι που φέρνει την αληθινή, ουσιαστική προστασία – όχι μόνο στο παρόν, αλλά για ολόκληρη την κοινωνία του αύριο. Γιατί, στο τέλος, ό,τι κι αν αναφέρει ο νόμος, μόνο η γνώση προστατεύει στ’ αλήθεια.

Ελευθερία και ευθύνη: το δικαίωμα της επιλογής

Στην καρδιά κάθε φιλελεύθερης, δημοκρατικής κοινωνίας υπάρχει ένα αυτονόητο αλλά συχνά παραμελημένο δικαίωμα: η ελευθερία της επιλογής. Να αποφασίζεις για το σώμα σου, για τις πράξεις σου, για τις συνέπειες που αποδέχεσαι. Το κράτος οφείλει να προστατεύει, να ενημερώνει, να θωρακίζει τους πιο αδύναμους – και όχι να αποφασίζει στη θέση τους.

Προηγούμενες γενιές, που μεγάλωσαν χωρίς τέτοιους αυστηρούς νόμους, δεν έγιναν μαζικά αλκοολικοί ούτε εθισμένοι σε ουσίες. Όσον αφορά το κάπνισμα, σήμερα η συνειδητή επιλογή όλο και περισσότερων ανθρώπων είναι να το μειώνουν ή να το διακόπτουν, όχι γιατί φοβούνται, αλλά γιατί κατανοούν, πλέον, τα βλαβερά αποτελέσματά του. Αν το τσιγάρο καταστεί,  «απαγορευμένο» για τους νέους, ίσως η χρήση του να αυξηθεί και πάλι, λόγω της φυσικής τους τάσης για αντίδραση.

Η ίδια αρχή ισχύει για κάθε κατάχρηση: όποιος έχει τάση προς εξαρτήσεις χρειάζεται στήριξη, όχι τιμωρία. Χρειάζεται κοινωνική, ψυχολογική και ιατρική φροντίδα, για να σταθεί στα πόδια του και να μην γίνεται έρμαιο κυκλωμάτων και λαθρεμπόρων.

Η κατάχρηση αλκοόλ ή καπνού, οι διάφορες εξαρτήσεις, η αυτοκαταστροφική συνήθεια, είναι καταστάσεις που κανείς δεν πρέπει να αντιμετωπίζει με αδιαφορία. Όμως, ο άνθρωπος δεν χειραγωγείται ούτε χρειάζεται να απαγορεύεται διά νόμου να φθείρει τον εαυτό του. Ο μόνος τρόπος να περιορίσεις το κακό είναι να οπλίσεις το άτομο με γνώση και ευθύνη.

Η ελευθερία χωρίς ευθύνη γίνεται ασυδοσία· η καταστολή χωρίς ελευθερία γίνεται αυταρχισμός. Ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο άκρα, το ζητούμενο είναι πάντα το ίδιο: να έχουμε ανθρώπους που ξέρουν να λένε «όχι» όταν χρειάζεται, όχι επειδή τους το επιβάλλει μια ενδεχόμενη ποινή, αλλά επειδή συνειδητοποιούν γιατί πρέπει να το πουν.

Η αληθινή προστασία στηρίζεται στην εμπιστοσύνη. Όταν το κράτος εμπιστεύεται τον πολίτη και τον εκπαιδεύει σωστά, δεν χρειάζεται να τον κυνηγά. Και ο πολίτης, όταν νιώθει ότι σέβονται την ελευθερία του, σέβεται και την ευθύνη του.

Και τώρα τι;

Από καταβολής κόσμου, ό,τι απαγορεύεται γεννά παράκαμψη. Το οινόπνευμα, τα ναρκωτικά, κάθε λαθραίο εμπόριο – όλα άνθισαν στις σκιές που δημιουργεί ο ίδιος ο νόμος όταν προσπαθεί να φυλακίσει επιθυμίες αντί να τις κατανοήσει. Στη δημοκρατία, όμως, ο νόμος δεν υπάρχει για να υποκαθιστά την ευθύνη, αλλά για να συνυπάρχει μαζί της· δεν πρέπει να τιμωρεί τον άνθρωπο που αγνοεί, αλλά να τον μορφώνει ώστε να επιλέγει.

Η αληθινή προστασία ενός παιδιού δεν είναι ο φόβος της τιμωρίας αλλά η γνώση του κινδύνου και η σιγουριά πως το κράτος είναι δίπλα του με φροντίδα και εμπιστοσύνη, όχι με τιμωρητική διάθεση. Κι όμως, το νομοσχέδιο αυτό –που σύντομα θα αποτελεί και επίσημα νόμο του κράτους–  πέρασε, σχεδόν, απαρατήρητο από την ευρύτερη κοινωνία και από τους πολιτικούς κάθε απόχρωσης, που προτιμούν τον κρατικό έλεγχο από την καλλιέργεια συνειδητής αίσθησης ευθύνης. Σε μια κοινωνία που εξακολουθεί να πιστεύει στο κράτος «πατερούλη», που ζητά διαρκώς έλεγχο, φράχτες και τιμωρίες αντί της προσωπικής και συλλογικής υπευθυνότητας, οι πιο ουσιαστικές ερωτήσεις για την πρόληψη, την ελευθερία και την υπευθυνότητα σπανίως βρίσκουν θέση στον δημόσιο διάλογο. Όμως όσο χτίζουμε φράχτες γύρω από τη νεότητα, τόσο η νεότητα θα σκάβει υπόγειες σήραγγες. Καλύτερα να δώσουμε φως, παρά να πολλαπλασιάζουμε σκοτάδια.

Ο νόμος σε μια πραγματική δημοκρατία είναι εργαλείο ισορροπίας – όχι λουρί πειθαρχίας. Το θεμέλιο είναι η ατομική ευθύνη: κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να επιλέξει πώς θα ζήσει, εφόσον δεν βλάπτει τους άλλους. Η Πολιτεία οφείλει να στηρίζει τον πολίτη σε αυτή την επιλογή, να τον ενημερώνει, να του ανοίγει δρόμους – όχι να του υψώνει φραγμούς.

Είναι καιρός να αναθεωρήσουμε την ευκολία της καταστολής και να επενδύσουμε σοβαρά στην πρόληψη. Να σταματήσουμε να θεσπίζουμε νόμους με όπλο τον φόβο και να αρχίσουμε να καλλιεργούμε την εμπιστοσύνη. Γιατί, μόνο με ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες μπορεί να σταθεί όρθια μια κοινωνία που δεν φοβάται τις σκιές της.

Εγγραφείτε και μιλήστε!

Με την εγγραφή σας μπορείτε να συμμετάσχετε στην κουβέντα για το άρθρο, να μιλήσετε στους συντάκτες μας και να συμβάλλετε εποικοδομητικά στα άρθρα μας.

Μπορείτε να συνεχίσετε την ανάγνωση του άρθρου πατώντας εδώ, αλλά...

... είναι μόνο χάρη των μελών/συνδρομητών που μας στηρίζουν που μπορούμε να έχουμε άρθρα.

Εάν μια εποικοδομητική δημοσιογραφία, που δεν εξαρτάται από διαφημίσεις, είναι κάτι που θέλετε να υποστηρίξετε γίνετε μέλος σήμερα.

Περιεχόμενα Τεύχους

Τεύχος 64

Ιούνιος 2025

Μετάβαση στο περιεχόμενο