author-image-335 Ανδριάνα Αγγέλου

Συντακτική Ομάδα

atc-portal

atc-portal

«Ο δε ανεξέταστος βίος ου βιωτός ανθρώπω», Σωκράτης

«Εγώ είμαι ένας Άλλος», έγραψε σε έναν από τους πιο διάσημους και πολύσημους στίχους του ο Ρεμπώ, εκφράζοντας με τρόπο λυρικό μα και κρυπτικό συνάμα πως η πραγματική γνώση του εαυτού καθίσταται διηνεκές ζητούμενο. Στην εποχή μας που η μόνη σταθερά μοιάζει να είναι η αστάθεια ο στίχος του σπουδαίου ποιητή φαντάζει πιο επίκαιρος από ποτέ. Πασχίζοντας να ορίσουμε μια ταυτότητα που διαρκώς μας διαφεύγει σαν νερό μέσα από τα δάχτυλα, δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε: σε μια ρέουσα πραγματικότητα μπορεί να υπάρξει σταθερός εαυτός; Και εάν ναι, μπορεί αυτός να αποτελέσει όχημα για την γνώση τόσο του κόσμου όσο και του Άλλου;

Από τον Σωκράτη στον Νίτσε

«Η ψυχή: ένα νοητικό κάθισμα για όλα τα αισθητά αντικείμενα, δεν έχει μήτε παράθυρα μήτε πόρτες, κανένα φως δεν μπορεί να φθάσει σ’ αυτήν απέξω», Gottfried Wilhelm Leibniz

Η επιγραφή «Γνώθι σαυτόν» (γνῶθι σεαυτόν), χαραγμένη στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς, παραμένει μέχρι και σήμερα μία από τις πιο γνωστές και εμβληματικές ρήσεις του ανθρώπινου πνεύματος. Πρόκειται για μια προτροπή που δεν αφορά μονάχα την αυτογνωσία με ψυχολογικούς όρους, αλλά συνιστά θεμέλιο λίθο ολόκληρης της φιλοσοφικής και ηθικής παράδοσης, καθώς φανερώνει την διηνεκή διερώτηση του ανθρώπου αναφορικά με την φύση της σχέσης που συγκροτεί με τον ίδιο του τον εαυτό. Για τους προσωκρατικούς, η φράση αυτή επείχε κοσμολογικό βάθος: ο άνθρωπος οφείλει να αναγνωρίσει την θνητότητά του· τα όριά του εν σχέσει με το άπειρο. Έτσι, το «γνώθι σαυτόν» δεν είναι απλώς μια ηθική συμβουλή, αλλά μια πρόσκληση σε αναμέτρηση με το πεπερασμένο της ανθρώπινης ύπαρξης.

Ο μεγαλύτερος θιασώτης, όμως, της αυτογνωσίας δεν υπήρξε άλλος από τον Σωκράτη, ο οποίος υποστήριζε πως βίος που δεν τον (ανα)στοχαζόμαστε είναι ένας βίος αβίωτος. Για τον ασυμβίβαστο φιλόσοφο, η φιλοσοφία δεν ήταν θεωρητική ενασχόληση, αλλά άσκηση ζωής, καθώς συνέδεε την αυτογνωσία με τη φροντίδα της ψυχής: μόνο γνωρίζοντας τον εαυτό του ο άνθρωπος μπορεί να καταστεί ικανός να κυβερνήσει άλλους ανθρώπους ή να ζήσει ενάρετα. Το «γνώθι σαυτόν» αποτέλεσε, έτσι, θεμέλιο της σωκρατικής μεθόδου, καθώς η μαιευτική τέχνη οδηγεί τον συνομιλητή στην αναγνώριση της ίδιας του της άγνοιας. Την σκυτάλη στον στίβο της αυτογνωσίας δεν μπορεί παρά να λάβει ο μαθητής του, ο Πλάτων, ο όποιος συνέδεσε την αυτογνωσία με την ανακάλυψη του αληθινού εαυτού, δηλαδή της ψυχής που μετέχει στον νοητό κόσμο. Στην πλατωνική θεωρία το «γνώθι σαυτόν» αποκτά, έτσι, μεταφυσικό χαρακτήρα: να γνωρίσεις τον εαυτό σου σημαίνει να στραφείς προς το θείο μέσα σου, να ανακαλέσεις την μνήμη των Ιδεών, προσεγγίζοντας την απόλυτη ιδέα της αλήθειας και του αγαθού.

Αξιοσημείωτη στην φιλοσοφική πορεία της έννοιας της αυτογνωσίας είναι και η αντίληψη των Στωικών. Τόσο ο Επίκτητος με την έννοια της ελευθερίας όσο και ο Μάρκος Αυρήλιος με την Ένδον Ακρόπολη της Ψυχής, έδωσαν στο «γνώθι σαυτόν» μια καθαρά ηθική και κοσμολογική διάσταση. Η αυτογνωσία δεν συνίσταται στην αυτοαναφορική ενδοσκόπηση, αλλά στην συνειδητοποίηση ότι ο εαυτός αποτελεί μέρος του καθολικού Λόγου. Ο άνθρωπος γνωρίζει τον εαυτό του όταν αναγνωρίζει την εναρμόνισή του με την φύση και την αναγκαιότητα. Έτσι, η αυτοκυριαρχία, η αποδοχή του αναπόδραστου και η άσκηση στην αρετή συνθέτουν το μονοπάτι που οδηγεί στην βαθύτερη γνώση του εαυτού.

Στην χριστιανική παράδοση, πάλι, η αυτογνωσία συνδέεται την μετάνοια και την ενδοσκόπηση. Στις Εξομολογήσεις του Αυγουστίνου, ο άνθρωπος στρέφεται μέσα του για να βρει τον Θεό. Η αυτογνωσία εδώ ισοδυναμεί με αναγνώριση της αμαρτίας, της περατότητας και της ανάγκης για θεία χάρη. Ο εαυτός δεν είναι αυτάρκης και η γνώση του οδηγεί στην μετάνοια και, εν τέλει, στην αναγωγή προς τον Δημιουργό.

Με το πέρασμα στην νεωτερικότητα την σκυτάλη λαμβάνει ο Καρτέσιος με το «cogito ergo sum» (σκέφτομαι, άρα υπάρχω) και, άρα, το έλλογο και σκεπτόμενο υποκείμενο. Στην θεώρηση του Καρτέσιου, η γνώση του εαυτού εκκινά από την βεβαιότητα της σκέψης: η αυτοσυνείδηση γίνεται αφετηρία της φιλοσοφίας.

Συστοίχως, ο Καντ, από την πλευρά του, τονίζει τα όρια της αυτογνωσίας: μπορούμε να γνωρίσουμε τον εαυτό μας ως φαινόμενο μέσα στον κόσμο, αλλά όχι ως «πράγμα καθ’ εαυτό». Η αυτογνωσία αποκτά, έτσι, κριτική διάσταση, οριοθετώντας συνάμα την ανθρώπινη γνώση.

Αναντίρρητη στην φιλοσοφική συγκρότηση της έννοιας της αυτογνωσίας είναι τόσο η συμβολή του Έγελου όσο και του Νίτσε. Ο πρώτος επαναπροσδιορίζει το «γνώθι σαυτόν» μέσα από την διαλεκτική. Η αυτοσυνείδηση δεν είναι ατομική αλλά διαμεσολαβημένη: ο εαυτός αναγνωρίζει τον εαυτό του μόνο μέσα από τον άλλον. Το «γνώθι σαυτόν» μετατρέπεται, έτσι, σε ιστορική και κοινωνική διαδικασία, σε κίνηση αναγνώρισης. Για τον Νίτσε, πάλι, το δελφικό πρόσταγμα αποκτά ανατρεπτικό χαρακτήρα. Ο εαυτός δεν είναι δεδομένος, αλλά έργο δημιουργίας· κάτι δηλαδή το οποίο κατασκευάζεται. Να γνωρίσεις τον εαυτό σου σημαίνει να τον υπερβείς, να τον πλάσεις εκ νέου, να γίνεις αυτό που ήδη είσαι. Η αυτογνωσία, έτσι, ταυτίζεται με την βούληση για δύναμη και την υπέρβαση των ορίων.

Από τον Οιδίποδα στον Ρασκόλνικοφ

Magritte: Not to Be Reproduced, 1937

«…μετεβλήθη εντός μου και ο ρυθμός του κόσμου», Γεώργιος Βιζυηνός

Εάν η αρχαία επιγραφή «γνώθι σαυτόν» στάθηκε ο σπόρος της φιλοσοφικής ενδοσκόπησης, τότε η ελληνική και ξένη λογοτεχνία υπήρξε το γόνιμο εκείνο έδαφος όπου τούτος ο σπόρος βλάστησε με ποικίλες μορφές. Από την τραγωδία μέχρι την νεοελληνική ποίηση και τα μεγάλα κλασικά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, οι ήρωες και οι ποιητές αναμετρώνται με το δυσεπίλυτο αίνιγμα της ταυτότητας, πασχίζοντας να ανακαλύψουν τόσο τον ίδιο τους τον εαυτό όσο και την σχέση αυτού με τους άλλους.

Στον Οιδίποδα του Σοφοκλή η πορεία του ήρωα συνιστά μια οδυνηρή αναζήτηση, έναν δρόμο που οδηγεί από την άγνοια στην συνειδητοποίηση της οικτρής αλήθειας πως φέρει ο ίδιος την ευθύνη της μοίρας που θέλησε να αποφύγει. Η αυτογνωσία εδώ δεν καθίσταται λύτρωση, μα συντριβή. Κι όμως, μέσα από την τύφλωση, αναδύεται μια βαθύτερη μορφή σοφίας: η αποδοχή της αλήθειας, όσο αβάσταχτη κι αν είναι.

Στον Σαίξπηρ, ο Άμλετ ενσαρκώνει τον ήρωα που πνίγεται μες στην αυτοσυνείδησή του. Το «να ζει κανείς ή να μη ζει» δεν είναι απλώς φιλοσοφική απορία· είναι το αδιέξοδο της ψυχής του ήρωα που παλεύει να αναγνωρίσει ποια είναι η θέση της στον κόσμο, ανάμεσα στο χρέος και την επιθυμία, στην δράση και την αδράνεια. Η αυτογνωσία εδώ λαμβάνει την μορφή τραγωδίας: η κατάρρευση προς τα μέσα παγώνει την δράση και οδηγεί στην καταστροφή.

Στον Δον Κιχώτη του Θερβάντες, ο ήρωας κυνηγά ανεμόμυλους νομίζοντας πως είναι γίγαντες. Πίσω, όμως, από την φαινομενική κωμωδία, το έργο φωτίζει μια σπουδαία διαδρομή αυτογνωσίας. Ο ιδαλγός από την Μάντσα δεν είναι απλώς τρελός· είναι κάποιος που προσπαθεί να συμφιλιώσει το όνειρο με την πραγματικότητα, το ιδανικό με το καθημερινό. Στο τέλος, καθώς πεθαίνει, ξαναβρίσκει τον «πραγματικό» του εαυτό, μα ο αναγνώστης μένει με την απορία: μήπως η αληθινή αυτογνωσία δεν είναι η αποδοχή της πεζής πραγματικότητας, αλλά η πίστη πως τίποτε μεγαλειώδες δεν επιτυγχάνεται δίχως χίμαιρες;

Στο Πορτραίτο του Καλλιτέχνη του μεγάλου Ιρλανδού συγγραφέα Τζέιμς Τζόυς, ο νεαρός Στίβεν παλεύει να ξεφύγει από τις προσταγές της οικογένειας, της θρησκείας και της πατρίδας. Η αυτογνωσία του καθίσταται έτσι μια πορεία φυγής, μια πορεία με σκοπό να αποτινάξει τα δεσμά, να ακούσει την εσωτερική του φωνή, να πλάσει τον εαυτό του ως δημιουργός, να γίνει -κατά Νίτσε- αυτό που είναι. Στον ήρωα του εν λόγω μυθιστορήματος, η αυτογνωσία, λοιπόν, δεν είναι αναγνώριση μιας προϋπάρχουσας ουσίας· είναι αναγέννηση, επιλογή, ρήξη.

Στο σπουδαίο κλασικό έργο Έγκλημα και Τιμωρία του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, η αυτογνωσία λαμβάνει την μορφή σκληρής δοκιμασίας. Ο Ρασκόλνικοφ σκοτώνει για να αποδείξει στον εαυτό του ότι είναι «ένας από τους λίγους εκλεκτούς», μα η πράξη του αυτή τον κατακρημνίζει στην άβυσσο της ενοχής και των τύψεων. Η αυτογνωσία εδώ έρχεται μέσω της λύτρωσης μόνο όταν ομολογεί το έγκλημά του, αποκαλύπτοντας το αληθινό του πρόσωπο τόσο στον κόσμο όσο και στον ίδιο του τον εαυτό.

Τέλος, στις Μαρτυρίες ή στη Σονάτα του Σεληνόφωτος του Γιάννη Ρίτσου, η αυτογνωσία αναδύεται ως τόπος συνάντησης του ατομικού με το συλλογικό. Η ηλικιωμένη γυναίκα της Σονάτας στοχάζεται την ζωή της, προσπαθώντας να ανακαλύψει τον εαυτό της τόσο στο παρελθόν όσο και στο παρόν. Μέσα από την μοναξιά και την φθορά, αναδύεται η επιθυμία να κρατήσει αναμμένη την φλόγα της ζωής. Η αυτογνωσία μέσα από την ποιητική του Ρίτσου, δεν λαμβάνει, όμως, την μορφή απομόνωσης, αλλά εκείνη την μορφή μιας σύμπλευσης που ενώνει το προσωπικό βίωμα με την ιστορική μνήμη.

Όχημα συλλογικής συνύπαρξης

«Η ψυχή αναπτύσσεται προς τα μέσα», Nicolás Gómez Dávila
[Escolios a un texto implícito, I, 79.]

Όσο κι εάν η ψυχή, πράγματι, αναπτύσσεται πάντα προς τα μέσα, ως αποφαίνεται ο πεσιμιστής στοχαστής, δεν θα πάψει ποτέ να συγκροτείται σε μια ιδιάζουσα διαλεκτική του έσω με το έξω, του ατομικού με το συλλογικό. Δεν πρόκειται, μονάχα, για προσωπικό στοίχημα  μα για ένα βαθιά πολιτικό και κοινωνικό διακύβευμα. Διότι το ταξίδι προς την βαθύτερη αυτογνωσία -μια γνώση που ποτέ δεν τελειούται μα διαρκώς αμφισβητεί σωκρατικά τον εαυτό της- δεν είναι ένα ταξίδι μήτε μοναχικό μήτε ατομικό. Αντιθέτως, πρόκειται για μία διαδρομή όπου το Εγώ διαλέγεται, διαπλέκεται, συγκλίνει και αποκλίνει, συμπορεύεται ή αποχωρίζεται από τα Εγώ των Άλλων, και μέσα από αυτήν την κοπιώδη πορεία, διαπλάθεται και το ίδιο. Όσο πιο διαυγής είναι η εικόνα του εαυτού, τόσο πιο διαυγής καθίσταται και η σχέση μας με τους άλλους. Ο άνθρωπος που γνωρίζει τον εαυτό του, τα όριά του, τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τις αδυναμίες του, αποκτά και την δυνατότητα να αναγνωρίσει και να αποδεχθεί τον Άλλον· να τον δει όχι ως απειλή, αλλά ως αντανάκλαση ή μέρος της δικής του ύπαρξης.

Η χιλιοειπωμένη μα τόσο σπουδαία αριστοτέλεια ρήση για τον άνθρωπο ως ζώο κοινωνικό συνίσταται ακριβώς σε τούτη την ειλικρινή αυτογνωσία που διαλύει τις αυταπάτες της μονήρους αυτάρκειας και διανοίγει τον δρόμο της συνύπαρξης: μόνον όταν αναγνωρίσουμε την εύθραυστη φύση μας μπορούμε να συμβιώσουμε, να ζήσουμε μέσα από τον βίο του έτερου, του διαφορετικού με κατανόηση και αλληλεγγύη.

Και τώρα, τι;

Η λογοτεχνία και η φιλοσοφία, με τον δικό τους τρόπο η καθεμία ή, πολλές φορές ακόμα καλύτερα, με την ζεύξη τους, φωτίζουν το ίδιο μονοπάτι: οι ήρωες της λογοτεχνίας που ταλαντεύονται σε μία υπαρξιακή δίνη άλλο δεν φανερώνουν μέσα από τούτη την πάλη παρά την καθολική ανάγκη της ανθρώπινης ύπαρξης για γνώση και αλήθεια.
Οι σπουδαίοι φιλόσοφοι, από την άλλη, από τον Σωκράτη έως τον Νίτσε, καθείς από την σκοπιά του μας υπενθυμίζουν πως η κατανόηση του εαυτού είναι προϋπόθεση για την κατανόηση και την γνώση του κόσμου.
Η λογοτεχνία φανερώνει με λυρικό τρόπο την δραματική διάσταση της αυτογνωσίας, ενώ η φιλοσοφία προσφέρει την στοχαστική εργαλειοθήκη προσκαλώντας μας να δοκιμάσουμε να την αναζητήσουμε. Και οι δύο μαζί δείχνουν ότι η αληθινή γνώση είναι πάντοτε διττή: αφορά εμένα και τον Άλλον, το μέσα και το έξω, το πρόσωπο το δικό μου σε σχέση με το πρόσωπο του Έτερου – ούτως ή άλλως η έννοια του προσώπου στην δυτική οντολογία σηματοδοτεί εξ ορισμού και προϋποθέτει μια σχέση. Ή με τα λόγια του σπουδαίου Levinas: το πρόσωπό του Άλλου δεν είναι μονάχα μια επιφάνεια αναπαράστασης, μα εκείνο το πεδίο όπου εκδιπλώνεται η ηθική του Άλλου. Και «άλλο» δεν είναι το ήθος παρά ο θεμέλιος λίθος, ο πιο σημαίνων δεσμός, της ανθρώπινης συνύπαρξης.

Εγγραφείτε και μιλήστε!

Με την εγγραφή σας μπορείτε να συμμετάσχετε στην κουβέντα για το άρθρο, να μιλήσετε στους συντάκτες μας και να συμβάλλετε εποικοδομητικά στα άρθρα μας.

Μπορείτε να συνεχίσετε την ανάγνωση του άρθρου πατώντας εδώ, αλλά...

... είναι μόνο χάρη των μελών/συνδρομητών που μας στηρίζουν που μπορούμε να έχουμε άρθρα.

Εάν μια εποικοδομητική δημοσιογραφία, που δεν εξαρτάται από διαφημίσεις, είναι κάτι που θέλετε να υποστηρίξετε γίνετε μέλος σήμερα.

Περιεχόμενα Τεύχους

Τεύχος 66

Σεπτέμβριος 2025

Μετάβαση στο περιεχόμενο