Κεφάλαιο 1ο
Μπρίντιζι, 10 Μαρτίου 2020
Μόλις όλα ξεκίνησαν!
Άρχισε σαν μια σιωπηλή ανατροπή των καθημερινών μας συνηθειών.
Μετά την κήρυξη εκτάκτου ανάγκης σε ολόκληρη την Ιταλία, οι δρόμοι έμοιαζαν έρημοι ακόμα και στα νότια της χώρας όπου ο κίνδυνος ήταν μικρός, με μια χούφτα μόνο κρουσμάτων ανά επαρχία.
Ελάχιστοι άνθρωποι, φορώντας μάσκες και βλέμματα φοβισμένα, μπαινόβγαιναν στα μαγαζιά, εκείνη την όμορφη μαρτιάτικη μέρα.
Οι κυβερνητικές οδηγίες ήταν σαφείς. Μπορούσες να βγεις από το σπίτι σου για λόγους απολύτου ανάγκης: ιατρικούς, εργασίας, επιβίωσης. Το τελευταίο συνεπάγεται την αγορά τροφίμων.
Απαγορεύονταν για το σύνολο του πληθυσμού το άγγιγμα, οι αγκαλιές και τα φιλιά, η απομάκρυνση από τον τόπο κατοικίας τους. Συνεχίστηκαν όλες οι δραστηριότητες που μπορούσαν να πραγματοποιηθούν από το σπίτι -τηλεμάθηση ή τηλεργασία-. Ενώ, συνέχισαν να λειτουργούν και κάποιες δημόσιες υπηρεσίες. Ποιος ξέρει, όμως, πόσες ακριβώς δραστηριότητες σταμάτησαν και για πόσο χρόνο;
Τα αεροπλάνα , πλέον, δεν πετούν. Η σιωπή ήταν …εκκωφαντική. Σ’ αυτό το καταπράσινο προάστιο κοντά στο αεροδρόμιο φάνταζε αφύσικη.
Εκείνο που μου έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση ήταν τα μικρά πράγματα που πάντοτε θεωρούσα δεδομένα: το να αγκαλιάσω τον πατέρα μου, για παράδειγμα. Το να ανταλλάξω φιλιά στα γενέθλιά μου. Το να βγω, να περπατήσω, χωρίς συγκεκριμένο προορισμό ή λόγο, έτσι, απλά, για να χαζέψω τη θάλασσα!
Τι θα γίνει με τον σύντροφό μου; Έμενε σε άλλη πόλη και, τώρα πια, η όποια μας συνάντηση ήταν αδύνατη. Μέχρι πότε;
Ένιωθα έναν κόμπο στο στομάχι. Και αν ένας από τους δυο μας αρρώσταινε; Να μη μπορεί κανείς μας να πάει να βοηθήσει τον άλλο; Και αν η κατάσταση χειροτέρευε; Τα 100 χιλιόμετρα δεν είχαν υπάρξει ποτέ «μεγάλη απόσταση». Τώρα ήταν…
Αυτή ήταν και η πρώτη φορά, που, η πιθανότητα της όποιας ασθένειας αποκτούσε πραγματική διάσταση.
Πίσω στο σπίτι μου, με υποδέχονταν τα γνώριμα χαμόγελα των γιών μου. Αυτός ήταν ο δικός μας αισιόδοξος μικρόκοσμος .
Επιτρέπαμε τις ειδήσεις να εισβάλλουν στον χώρο μας μόνο για σύντομες ενημερώσεις, το πρωί και το βράδυ. Η τηλεόραση παρέμενε κλειστή τις περισσότερες ώρες, με εξαίρεση τις στιγμές που το PlayStation ήταν σε δράση, κάτι που, για τα δικά μου δεδομένα, ήταν υπερβολικά πολλές…
Οι γιοι μου αντέδρασαν με δύο διαφορετικούς, αλλά επαρκώς υγιείς τρόπους: ο ένας, ο μικρότερος -μόλις έκλεισε τα δεκατέσσερα-, γιόρτασε το κλείσιμο του σχολείου ως ιστορικό γεγονός, αλλά, αποδοκίμασε το ότι οι ασκήσεις για το σπίτι γίνονταν σαν να μην είχε αλλάξει κάτι.
Ο μεγαλύτερος, κοντά στα δεκαέξι, οπλίστηκε με υπομονή και, παρόλο που υπέφερε από την απώλεια της κοινωνικής του ζωής, φαινόταν γαλήνιος. Και οι δύο είχαν χόμπι και παιχνίδια για να παίξουν, απολάμβαναν όλον αυτόν τον επιπλέον χρόνο για τον εαυτό τους!
Το κλείσιμο της τηλεόρασης δεν ήταν καμιά καινοτομία για εμάς, αλλά, τώρα, ήταν αυτοάμυνα. Ο ιός ήταν on-air 24/7. Αυτή η υγειονομική κρίση είχε επισκιάσει όλες τις άλλες κρίσεις, όχι λιγότερο δραματικές: τον βομβαρδισμό πολιτών στη Συρία, την απελπιστική κατάσταση των μεταναστών στα ελληνικά σύνορα, τις υψηλές θερμοκρασίες στην Ανταρκτική.
Όλοι είδαμε τις εικόνες των πιγκουίνων να τρέχουν στη λάσπη αντί να γλιστρούν κομψά στον πάγο: οι φωτογραφίες κυκλοφόρησαν στο Facebook, αλλά, δεν βρήκαν ποτέ το δρόμο τους στις τηλεοπτικές ειδήσεις, όμως 20 ° Κελσίου στην Ανταρκτική ήταν μεγάλη είδηση. Και οι μαζικές παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων των προσφύγων; Τι συνέβαινε;
Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες έστελναν 20.000 στρατεύματα στην Ευρώπη, η μεγαλύτερη ανάπτυξη δυνάμεων σε 25 χρόνια; Προφανώς, ήταν μια εκπαιδευτική αποστολή συνοδείας και νηοπομπής πέρα από τον Ατλαντικό. Χρειαζόμαστε, άραγε, μια νέα απόβαση στη Νορμανδία ή τη …Σικελία; Ποιος θα εισβάλει στα εδάφη μας: οι Ρώσοι; Οι Κινέζοι; Προς το παρόν μόνον οι Αμερικανοί, παρά την υπόσχεση που είχαν δώσει ότι θα φύγουν από την Ευρώπη μετά την εκκένωση των περιοχών εκπαίδευσης.
Τι νόημα μπορούσαν όλα αυτά να έχουν εν τω μέσω μιας πανδημίας;
Το Διαδίκτυο ήταν η μόνη πηγή για ό,τι δεν ήταν σχετιζόμενο με τον ιό και τις συνέπειές του, μια τεράστια και χαοτική πηγή, που ξεχειλίζει από ψέματα. Οι ψεύτικες ειδήσεις συνέχισαν να φτάνουν σε κάθε κινητό μέσω των ομάδων WhatsApp. Είχα λάβει δέκα φορές το ίδιο μήνυμα που μας έλεγε να καταπολεμήσουμε τη μόλυνση με ζεστά ροφήματα, τόσο γελοίο όσο ακούγεται, οι περισσότερες από τις επαφές μου το πίστευαν και το διέχεαν.
Είχα περάσει τους τελευταίους δύο μήνες διοργανώνοντας μεγάλα συνέδρια, το ένα είχε, ήδη, ακυρωθεί, το άλλο φαινόταν αβέβαιο, αλλά είχαμε γραπωθεί από την ιδέα ότι όλα θα πάνε καλά και ότι η κατάσταση έκτακτης ανάγκης θα λήξει σύντομα.
Κατά ειρωνικό τρόπο, οι διασκέψεις μας αφορούσαν την παγκόσμια δημοκρατική διακυβέρνηση, τα κοινά και τις κοινές αξίες. Μειδίασα στην ιδέα ότι μιλούσαμε για δημοκρατία με ισχύουσα απαγόρευση στο δικαίωμα της συνάντησης. Πήγαινε πολύ!
Παρεμπιπτόντως, η ομάδα μας γνώριζε πόσο όλο αυτό έρχεται σε αντίθεση με την κατεύθυνση που φαίνεται να ακολουθούν τα πολιτικά δρώμενα σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, ήταν ένας τρόπος να αντικρύσουμε και να αντιμετωπίσουμε το «αφήγημα», και ελπίζω, να αρχίσουμε να γράφουμε ένα νέο και διαφορετικό.
Και τώρα αυτός ο ιός, σιωπηλά, άρχισε να γράφει το δικό του, ανέστειλε την παγκοσμιοποίηση, ξαναζωντάνεψε τα σύνορα και έχτισε νέα, ακόμη και από πόλη σε πόλη.
Ένιωθα σαν ένα μικρό πειραματόζωο. Η Ιταλία ήταν ένα μικρό εργαστήριο. Η πρώτης κατηγορίας ιθαγένειά μας, που μας επέτρεπε να ταξιδέψουμε παντού, συχνά χωρίς βίζα, απορρίφθηκε τώρα. Αποκλεισμένοι, έκαστος ημών στη μικρή του πόλη.
Και όμως, με τον κορωνοϊό να παίρνει διαστάσεις πανδημίας από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, είχαμε περαιτέρω (περιττές!) αποδείξεις της ματαιότητας των συνόρων μπροστά σε μεγάλες καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, ότι οι ιοί ταξιδεύουν χωρίς έγγραφα και ότι καθένας μας μπορεί να βρεθεί στη λάθος πλευρά από τη μια στιγμή στην άλλη.
Οι λύσεις, οποιεσδήποτε λύσεις, χρειάζονται συνεργασία, όχι ανταγωνισμό. Όλοι μας συνδεόμαστε, ακόμη περισσότερο τώρα που απαγορεύτηκαν οι αγκαλιές.
Είχα τόση πολλή δουλειά, άρθρα και κεφάλαια για τη δημοκρατία και την ιθαγένεια και την παγκόσμια διακυβέρνηση, αλλά όλη αυτή η σκέψη με έφερε στον πυρήνα: την ενότητα. Έπρεπε να δουλέψω πάνω στην ενότητα, παρακάμπτοντας όλα τα ενδιάμεσα βήματα.
Κεφάλαιο 2ο
Μπρίντιζι, 21η Μαρτίου 2020
Υπαρξιακές αμφιβολίες…
Η πανδημία είχε ως συνέπεια τον αποκλεισμό ενός ολόκληρου έθνους, και, πολλά άλλα έθνη τριγύρω ακολουθούσαν τον ίδιο δρόμο. Είχαν, ήδη, περάσει δύο εβδομάδες.
Στην Ιταλία, παρακολουθούσα τις εξελίξεις από ένα σχετικό πλεονεκτικό σημείο. Ήμασταν 10 ή και περισσότερες μέρες μπροστά από πολλές άλλες χώρες, είχαμε ήδη συνηθίσει (υποκύψει;) τα της μετάδοσης και τα «έκτακτα μέτρα» που αυτή συνεπάγεται. Πειραματιστήκαμε δεύτεροι (μετά τους Κινέζους) με τα αποτελέσματα αυτής της περίεργης πρακτικής του «να μένεις στο σπίτι».
Σε αυτές τις δύο πρώτες εβδομάδες, είδα την καλή και την κακή πλευρά των αιχμάλωτων συμπατριωτών και συναδέλφων.
Το καλό ήταν η αύξηση της συλλογικής ταυτότητας.
Οι Ιταλοί είναι υπέροχα άτομα, αλλά δεν θα τους χαρακτήριζα εξίσου καλούς ως πολίτες – λαό. Ναι, για εμάς η οικογένεια είναι σημαντική, αλλά όχι τόσο και η κοινότητα: η πόλη, η χώρα, οι άλλοι. Η αίσθηση του κράτους, η αντίληψη των κοινών αγαθών, ο σεβασμός σε ότι είναι δημόσιο/κοινό σπανίζει.
Εικόνες και βίντεο των ιταλικών μπαλκονιών, με ανθρώπους να τραγουδούν και να χειροκροτούν, ταξίδεψαν σε όλο τον κόσμο. Οι άνθρωποι έφτιαχναν ο ένας τη διάθεση του άλλου, ανεβάζοντας τα πνεύματα για να αντισταθμίσουν την έλλειψη κοινωνικής επαφής.
Οι συνομιλίες Facebook, Messenger, Whatsapp ήταν πιο ζωντανές από ποτέ και οι τηλεσυσκέψεις μέσω ‘zoom’ για εργασία, αλλά και για μια συζήτηση, μια ευχή, μια κουβέντα ανάμεσα σε ανθρώπους που αγαπιούνταν, ήταν η νέα κανονικότητα. Η κοινωνική διάσταση δεν εξαφανίστηκε ποτέ, ούτε για λίγο.
Βέβαια, χωρίς άγγιγμα. Η έλλειψη της αγκαλιάς και των φιλιών ήταν ένας τρόπος να συνειδητοποιήσουμε πόσο σημαντικά ήταν αυτά πριν στην καθημερινότητά μας.
Οι γιατροί και οι νοσοκόμες έκαναν θαύματα, εργάζονταν αδιάκοπα, με ελλιπή μέτρα ασφαλείας, προκαλώντας το θαυμασμό μας. Όλοι εκείνοι οι άνθρωποι, που εργάζονται στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων, επίσης, δεν μπορούσαν να σταματήσουν. Οι εθελοντές έφερναν ψώνια στους ηλικιωμένους στο σπίτι και πάνινες μάσκες προσώπου ράβονταν και χαρίζονταν σε πόλεις και γειτονιές.
Αλλά, ας μιλήσουμε και για την κακή πλευρά…
Πρώτα απ’ όλα, είναι εκπληκτικό το πόσο γρήγορα, όλοι, αποδεχτήκαμε ότι η κοινωνική απόσταση ήταν η μόνη λύση. Αναρωτιέμαι αν υπήρχε κάποιος εναλλακτικός τρόπος για την προστασία των ασθενέστερων με εξαιρετικά μέτρα, ακόμη και με εξίσου υψηλό κόστος. Όπως και για τους περισσότερους, έτσι και για μένα, υποθέτω ότι ο κίνδυνος ήταν μια ιογενής λοίμωξη με ήπια συμπτώματα. Ίσως να μπορούσαμε να το έχουμε αντιμετωπίσει, χωρίς να θέσουμε σε κίνδυνο ένα ολόκληρο οικονομικό σύστημα από τοπικά καταστήματα και μικρές επιχειρήσεις.
Όπως σε μια επανάσταση, δεν υπήρχε χρόνος ή επιθυμία να συζητηθούν εναλλακτικές. Η μόνη «πολιτική» συζήτηση ήταν αν η κυβέρνηση έκανε αρκετά, είχε παρέμβει αρκετά έγκαιρα ή αν θα μπορούσε να περιορίσει ακόμη περισσότερο τις ελευθερίες.
Οι μεγάλοι γιατροί στην τηλεόραση φάνηκε να είναι οι μόνες νόμιμες αρχές που συζητούσαν μέτρα, παρά το γεγονός ότι έπρεπε – αν μη τι άλλο – να εξισορροπήσουν με τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες. Δεν μπορούσα παρά να σκεφτώ ότι η ελευθερία λατρείας ή το δικαίωμα να θρηνούν τους νεκρούς θα μπορούσαν να σωθούν κάπως -ίσως, σε εξωτερικούς χώρους, διατηρώντας τις κατάλληλες αποστάσεις. Αλλά, αυτό δεν ήταν διαπραγματεύσιμο…
Αυτό που ήταν πολύ χειρότερο, ήταν οι άνθρωποι που ήταν κλειδωμένοι στα σπίτια και άρχισαν να κρίνουν τους λίγους που κινούνταν ελεύθερα έξω: εκείνους τους λίγους που έτρεχαν, εκείνους που οδηγούσαν αυτοκίνητα και ποδήλατα. Σίγουρα, κάποιοι είχαν καλό λόγο για να μετακινηθούν (με την ειδική άδεια που όλοι είχαμε στην τσέπη, όταν ήμασταν έξω), κάποιοι άλλοι ήταν απλά λιγότερο υπάκουοι. Αξιόμεμπτο, βέβαια, αλλά και για να τους …μισήσεις; Το να κουνάμε το δάχτυλο ήταν εύκολο και το κάναμε ελαφρά τη καρδία.
Και αυτό το μίσος ήταν πραγματικό, ένα είδος ξεσπάσματος αυτής της αίσθησης απελπισίας, καθώς, ήμασταν αιχμάλωτοι ενός αόρατου εχθρού. Οι υπερβολές, η αναζήτηση ενός υπεύθυνου για τη μετάδοση της μόλυνσης στην πόλη, η επίρριψη ευθυνών στις αρχές γιατί δεν προστατεύουν αρκετά, αυτή ήταν η σκιά που εμφανίστηκε σε πολλούς «καλούς πολίτες» στο σπίτι.
Όλα σε κοινή θέα: το φως και η σκιά, και η βάρκα μέσα στην οποία ήμασταν όλοι…
Ένιωσα ότι δεν μπορούσα να συνεχίσω τη δουλειά σαν να μη συνέβαινε τίποτα.
Στο άνετο σπίτι μου – ευτυχώς φυλακισμένη με τους δύο γιους μου – έκανα ό,τι μπορούσα για να παραμείνω αισιόδοξη, προστατεύοντας τα αγόρια μου από αυτό το κύμα φόβου και άγχους που αντιλαμβανόμουν να υπάρχει έξω.
Έπειτα από πολυετή ξέφρενη δραστηριότητα, η παραμονή στο σπίτι δεν ήταν και τόσο άσχημη.
Ωστόσο, υπήρχαν στιγμές που δεν μπορούσα παρά να σκεφτώ τους ασθενείς, τους σοβαρά άρρωστους: εκείνους που καταδικάστηκαν να μείνουν στο νοσοκομείο, χωρίς την παρουσία και το παρηγορητικό άγγιγμα των αγαπημένων τους. Ο μοναχικός θάνατος αυτή ήταν η κατάρα αυτού του ιού.
Η δουλειά μου δεν σταμάτησε, τι και αν ήμουν περιορισμένη σπίτι.
Μπορούσα να διδάξω διαδικτυακά, να διορθώσω διατριβές, να συμβουλεύσω τους φοιτητές μου, να γράψω…
Βέβαια, το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς μου γινόταν πάντα στο σπίτι: διάβασμα, μελέτη, συγγραφή.
Ειδικά -και επί τούτου- εκείνες τις ήσυχες ώρες όταν τα αγόρια ήταν στο σχολείο.
Είχα συνηθίσει να παλεύω με την λευκή σελίδα στον προσωπικό μου υπολογιστή και τώρα είχα πολύ χρόνο να το κάνω. Δεν μπορούσα καν να παραπονεθώ για όλες τις άλλες αγγαρείες.
Ωστόσο, το κίνητρο έλειπε εντελώς. Ξαφνικά αναρωτιόμουν αν όλη αυτή η δουλειά μου είχε το παραμικρό νόημα.
Έβλεπα, πάντα, τη ζωή μου ως μια διαδικασία διαρκούς αναβάθμισης και τώρα -το ένιωθα – είχε έρθει και πάλι η ώρα να αναβαθμιστώ ξανά.
Δυστυχώς, δεν είχα την παραμικρή ιδέα. Περιμένοντας μια υπόδειξη για το επόμενο βήμα, για την έξοδο από τα παλιά μου μοτίβα και προς κάποια νέα, πιο σημαντικά…
Είχα την εντύπωση ότι αυτός ο ιός ήταν ένα είδος κλήσης αφύπνισης, όχι μόνο για μένα, αλλά για όλους. Ένιωσα, βαθιά μέσα μου, την ευθύνη να ανακαλύψω το κρυφό μήνυμα μέσα στην κλήση…
Το μόνο που ήθελα να κάνω τις τεμπέλικες αυτές ημέρες της καραντίνας ήταν να κοιμάμαι, να διαβάζω μυθιστορήματα, να μαγειρεύω. Όλα αυτά που ποτέ δεν είχα τον χρόνο να κάνω. Υπήρξαν στιγμές, που ένιωσα να με συνεπαίρνει ένα συναίσθημα ενοχής για αυτήν την ξαφνική τεμπελιά, κάτι που δεν ήμουν προετοιμασμένη να αντιμετωπίσω.
Μια ξαφνική σκέψη: ίσως έτσι να είναι η αναζήτηση για το νόημα της ζωής, αναμονή και περισυλλογή. Ίσως αυτή η λευκή σελίδα να είναι το σημείο απ’ όπου ξεκινούν όλα και το σημείο πού έπρεπε και εγώ να ξεκινήσω. Να δω τι θα μπορούσε να βγει από το μυαλό μου. Χωρίς σχέδια, χωρίς στόχους, χωρίς προσκολλήσεις. Μόνο η ελεύθερη ροή των σκέψεων μου. ΄Έμπνευση; Διαίσθηση; Είχε έρθει η ώρα να διαπιστώσω αν αυτά ήταν αληθινά, αν λειτουργούσαν.
Και ιδού: οι περί «Ενότητας» δημοσιεύσεις μου 🙂
Συμπόνια. Μια αίσθηση κοινότητας με όλους τους ανθρώπους που ζουν την ίδια ζωή και τους ίδιους φόβους σε τόσες πολλές πόλεις και χώρες σε όλο τον κόσμο.
Συνεισφορά. Μπορώ να συνεισφέρω; Πως;
Η πρόκληση για μένα ήταν ξεκάθαρη: ο ιός υποδείκνυε για ακόμα φορά πόσο μικρός είναι αυτός ο κόσμος, πως η ανθρωπότητα δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια οικογένεια της οποίας το πεπρωμένο είναι κοινό.
Είχαμε, ήδη, δει πολλές εικόνες καταστροφής από όλο τον πλανήτη σε αυτή την παράξενη δίσεκτη χρονιά: απόγνωση, βόμβες, ακρίδες, πλημμύρες και πυρκαγιές. Ισχυρές εικόνες, που απαιτούν ενσυναίσθηση και συμπόνια από μας για τους συνανθρώπους μας, τόσο τους κοντινούς όσο και τους μακρινούς.
Ωστόσο, αυτό το «lockdown» εξαιτίας ενός τόσο δα μικρού ιού -προφανώς, όχι τόσο τρομερού- ήταν κάτι διαφορετικό: μια κοινή εμπειρία.
Συνέδεε για πρώτη φορά ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, καθώς μοιράζονταν τον ίδιο φόβο. Θα μπορούσε αυτό να γίνει ανταλλαγή αγάπης ; Αναρωτιόμουν. Θα μπορούσαμε να προσευχηθούμε ο ένας για τον άλλον, να διαλογιστούμε ο ένας τον άλλον, να νιώσουμε, τελικά, έναν πραγματικό, οικογενειακό δεσμό;
Ελπίδα.
Το φως στο τέλος της σήραγγας θα μπορούσε να είναι πιο φωτεινό από αυτό που αφήσαμε πίσω, τουλάχιστον, επειδή μάθαμε να το απολαμβάνουμε με νέα μάτια.
Κεφάλαιο 3ο
Μπρίντιζι, 6η Απριλίου 2020
Ερμηνείες…
Για τον ακαδημαϊκό νου το πρώτο πρόβλημα αφορά την ερμηνεία.
Για ένα ακαδημαϊκό μυαλό, ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η ερμηνεία ενός πνευματικού αντικειμένου, το να δώσεις στον εαυτό σου την άδεια να σκάψει τόσο μακριά από το πεδίο εξειδίκευσής σου, να αποδεχτείς την κριτική (ακόμη και τη δική σου) και να αποφασίσεις να το εγκαταλείψεις, εκ των προτέρων.
Ενότητα – Μονάδα: η συνειδητοποίηση ότι είσαι ένα από το «Ένα», ένα ζωντανό κύτταρο σε ένα τεράστιο ζωντανό σώμα που ονομάζεται ανθρωπότητα. Ή, μέσα σε ένα ακόμη μεγαλύτερο σώμα που περιλαμβάνει όλα τα ζωντανά όντα στον πλανήτη. Ή, ακόμη καλύτερα, μια σπίθα ζωής στο σώμα που περιλαμβάνει – με όλους τους κατοίκους της – το ίδιο το σώμα της Μητέρας Γης, το μητρικό σκάφος σε αυτό το ταξίδι που ονομάζεται ζωή.
Αυτό το συναίσθημα που μερικοί από εμάς έχουν δοκιμάσει παρακολουθώντας τη φύση, κατά τον διαλογισμό ή σε κάποιες διαφορετικές καταστάσεις συνείδησης είναι η πιο υπέροχη εμπειρία που μπορούμε να θυμηθούμε. Ακόμα κι αν, μερικές φορές, συνειδητοποιούμε ότι το είχαμε μόνο αφού είχε τελειώσει, εξαφανιστεί. Η προσπάθεια περιγραφής αυτού του συναισθήματος μπορεί να είναι δύσκολη, ακόμη και επώδυνη.
Έχει την αίσθηση αγνής αγάπης. Όχι μόνο το νιώθεις, …είσαι αυτό.
Για μένα, μια τέτοια ζωντανή στιγμή ήταν η πρώτη ματιά -όταν οι ματιές μας συναντήθηκαν – με το νεογέννητο μου Giuseppe, πριν από δεκαέξι χρόνια. Μία από αυτές τις στιγμές υπέροχης ησυχίας, όταν ο χρόνος σταματά και αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι στο σωστό μέρος, τη σωστή στιγμή και όλα έχουν τέλειο νόημα!
Θυμάμαι άλλα ψίχουλα απείρου, όταν, ως μικρό παιδί, παρακολουθούσα τις αργές κινήσεις των σαλιγκαριών στο γρασίδι μέχρι να χάσω την αίσθηση του χρόνου. Τώρα, μπορώ κάπως να χακάρω το σύστημά μου και να νιώσω αυτήν την κατάσταση προσωρινής ευτυχίας όταν βλέπω στα μάτια του μυαλού μου όλους μας συνδεδεμένους στο ίδιο φωτεινό ενεργειακό πεδίο. Ωστόσο, ζηλεύω το γάτο μου όταν το βλέπω χαμένο στην ευτυχία, απλώς και μόνο γιατί υπάρχει. Εύκολα!
Υποθέτω ότι όλοι οι άνθρωποι, βαθιά, συνειδητά ή ασυνείδητα αντιλαμβάνονται μερικές φορές ότι είναι όλοι ένα. Ωστόσο, πολλοί δεν γνωρίζουν ότι αυτό το συναίσθημα μπορεί να καλλιεργηθεί με αγάπη, συμπόνια και ευγνωμοσύνη και ότι, όπως ένας μυς, μπορεί και αυτό να αναπτυχθεί με άσκηση.
Αισθάνομαι ότι καλούμαι να γράψω γι’ αυτό το θέμα μέσα στην τρέχουσα πανδημία, όπως είμαστε τώρα, ως «Ένα», μεγάλο άρρωστο σώμα. Ή ίσως, μόλις τώρα, αντιληφθήκαμε την ασθένειά μας, μετά από πολλά συμπτώματα, εδώ και εκεί. Η ασθένεια χρονολογείται, υποθέτω, από την εποχή αυτή που αποκαλούμε ως Ανθρωπόκαινο (η εποχή που εμφανίζεται η ανάπτυξη του ανθρώπινου είδους στη Γη).
Πόσο φοβερό να χάνεις ένα πρόσωπο αγαπημένο εξαιτίας ενός αόρατου εχθρού και πόσο εξαντλητικό να παλεύεις, κάθε μέρα, έναν άνισο αγώνα σε νοσοκομεία και εργαστήρια. Δεν έχω άμεση εμπειρία, μπορώ μόνο να το φανταστώ. Ωστόσο, αυτή θα μπορούσε να είναι μια καλή στιγμή για να επιβραδύνουμε και να αναλογιστούμε τα του εαυτού μας, ως μέρος αυτού του πελώριου σώματος που το συνθέτουμε όλοι μαζί. Μοιραζόμαστε μια βαθιά κοινή εμπειρία, είμαστε πιο ανοιχτοί, πιο ευαίσθητοι απέναντι στον άλλο κόσμο, πιο συνειδητοποιημένοι για τη μεταξύ μας διασύνδεση (αλληλοσύνδεση).
Το Διαδίκτυο είναι τώρα το κυκλοφορικό σύστημα αυτού του μεγάλου σώματος: τα λόγια και οι σκέψεις μας κυκλοφορούν σαν αίμα, φέρνοντας ζωή και θρέψη ή περισσότερες ασθένειες. Κύματα συμπόνιας, καθώς και κύματα μίσους, εξαπλώθηκαν γρήγορα και είμαστε όλοι υπεύθυνοι για την εύθραυστη υγεία που έχουμε ως συλλογικότητα.
Δε μιλάμε την ίδια γλώσσα, δε μοιραζόμαστε τις ίδιες πεποιθήσεις και έθιμα, αλλά έχουμε τις ίδιες ανάγκες για ασφάλεια και ειρήνη, για οικογένεια και κοινότητα, για τροφή και καθαρό αέρα, όπως και για διατροφή του σώματος, του μυαλού και της καρδιάς. Υποφέρουμε από τις ίδιες κλιματικές απειλές. Όλοι επιδιώκουμε την ίδια ελευθερία και κυριαρχία στις προσωπικές μας επιλογές. Όλοι εξαρτόμαστε από άλλους, κοντά και μακριά.
Πού τελειώνει ένας πληθυσμός, μια περιοχή, πού μια άλλη αρχίζει; Οι άνθρωποι που ζουν στα σύνορα το γνωρίζουν καλά: δεν είναι μαύρο από τη μια πλευρά και λευκό από την άλλη, υπάρχουν σκιές γκρι και συνδέσεις πέρα από τις γραμμές που διαγράφονται μέσα από την πολιτική και την ιστορία. Και ζούμε στην πολιτεία μας, όπως σε ένα μεγάλο οικοδομικό συγκρότημα, συζητώντας τα κοινά στοιχεία και τις μεγάλες και μικρές αδικίες, ίσως φανταζόμενοι ότι το συγκρότημα πέρα από το δρόμο είναι πιο άνετο και πιο ήρεμο. Ως Ιταλίδα, ξέρω ότι ήμουν τυχερή που γεννήθηκα σε μια καλή γειτονιά.
Ωστόσο, η υφή της ζωής μου αποτελείται από λεπτές κλωστές που με συνδέουν με τις τέσσερις γωνιές του κόσμου. Δεν έχω ιδέα από πού προέρχεται το τσάι μου, ο καφές μου, η σοκολάτα μου ή το ξύλο των επίπλων μου ή οι εφαρμογές στο τηλέφωνο μου. Δεν γνωρίζω τίποτα για τις ζωές αυτών στους οποίους επαφίεται η άνεση μου. Ίσως, θα έπρεπε. Θα μπορούσα να μάθω περισσότερα και να ενδιαφέρομαι περισσότερο για τον τρόπο παραγωγής και αποστολής όλων αυτών των μικρών σωματιδίων της πραγματικότητάς μου.
Είμαστε όλοι κρίκοι μιας αλυσίδας. Η δουλειά μου, επίσης, έχει σκοπό να ωφελήσει τους άλλους κοντά και μακριά, ή τουλάχιστον, αυτό ελπίζω…
Θέλω να διευρύνω το βλέμμα μου τώρα και να επιτρέψω στον εαυτό μου να ονειρευτεί μεγαλοφώνως: μια μέρα αυτό το μεγάλο «Ένα» ζωντανό σώμα να δείξει μια συλλογική νοημοσύνη και να χορέψει στον ίδιο ρυθμό της ζωής, όπως ένα σμήνος πουλιών ή μελισσών. Σκεφτείτε μόνο τις δυνατότητες της τεχνητής νοημοσύνης, εάν δεν χρησιμοποιηθεί για λάθος σκοπούς. Σκεφτείτε απλώς την τεράστια συνδυασμένη δημιουργικότητά μας…
Ίσως, είναι καιρός οι άνθρωποι να κάνουν πίσω, να αφήσουν την εστία να ανασάνει και τον ήλιο να λάμψει και να χρησιμοποιήσουν τον καταπληκτικό εγκέφαλό τους και τους καρπούς του για να φανταστούν και να πραγματοποιήσουν μια πιο ισότιμη και λιγότερο επιθετική κοινωνία για τον εαυτό τους, για τα άλλα ζωντανά όντα, για τη Μητέρα Γη!