Θέλοντας να ανακαλύπτουμε και να αποκαλύπτουμε ιδέες και λύσεις που μπορεί να βοηθούν προς ένα καλύτερο μέλλον όλων μας, στον Ορθό Λόγο, μέσα από την αρθρογραφία* μας, έχουμε καταπιαστεί αρκετά με αυτή την ιδέα ενός ‘άνευ όρων βασικού εισοδήματος’ με σκοπό να την αναδείξουμε στον καθημερινό διάλογο και να εξετάσουμε αν μπορεί ουσιαστικά να φανεί χρήσιμη. Στο παρόν άρθρο μας παρουσιάζουμε επιχειρήματα από τη σκοπιά της «ελεύθερης αγοράς»…
Δυστυχώς, υπάρχει ένα φαινόμενο που, μεταξύ άλλων, στοιχειώνει και την οικονομία, το φαινόμενο του «φυλετισμού». Ένας, δηλαδή, ιδεολογικά υποκινούμενος «τοπικισμός» στην αγορά των ιδεών… Πολύ συχνά, οι προτεινόμενες λύσεις αξιολογούνται ενστικτωδώς και συναισθηματικά, σύμφωνα με τις αρχές-ιδέες που έχει κάποιος και τις αρχικές του εντυπώσεις (άλλως πως, «ιδεοληψίες»). Σε ότι αφορά τα οικονομικά, αυτό οδηγεί τους ανθρώπους να διαχωρίζουν απλοϊκά και λανθασμένα τις έννοιες σε ευρείες, ασαφείς κατηγορίες, όπως σοσιαλιστικές ή καπιταλιστικές, κεϋνσιανές ή κλασικές, και, γενικά, «άξιες της προσοχής μας» ή «τόσο ακατάλληλες ώστε να τις χλευάζουμε»… Αυτές οι κατηγορίες, όμως, δεν είναι αμοιβαία αποκλειόμενες και μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα αποτελέσματα αν αναλύσουμε τις διάφορες διαστάσεις τους πιο διεξοδικά. Ιδέες που εξαρχής διαχωρίστηκαν δεν είναι απαραίτητα ασύμβατες ή ανακόλουθες σε πιο επεξεργασμένες, ώριμες μορφές τους… Ως ελεύθεροι άνθρωποι, οφείλουμε να είμαστε πρόθυμοι να αποδεχόμαστε ή, τουλάχιστον, να εξετάζουμε σε μεγαλύτερο βάθος, εκείνες τις ιδέες με τις οποίες, σε πρώτη ανάγνωση, μπορεί να μην συμφωνούμε, αλλά, με μια πιο προσεκτική αξιολόγηση μπορεί να αποδειχθούν ωφέλιμες. Η έννοια του Καθολικού Βασικού Εισοδήματος (Universal Basic Income – UBI) είναι το τέλειο παράδειγμα μιας τέτοιας ιδέας.
Πολλοί απαξιώνουν τη συζήτηση για ένα άνευ όρων βασικό εισόδημα, όχι επειδή έχουν ένα πειστικό και μοιραίο επιχείρημα εναντίον του, αλλά ακριβώς το αντίθετο, επειδή δεν έχουν…
Η ιδέα του UBI έχει πολέμιους, όπως και υπερασπιστές, σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Από την φιλελεύθερη πλευρά, λοιπόν, κάποιοι ένθερμοι οπαδοί της ελεύθερης αγοράς, το θεωρούν ως μια εγγενώς σοσιαλιστική ιδέα. Η λογική του απορρίπτεται, έτσι, ανεξέταστα και με υπερβολική ευκολία, από ιδεοληπτικούς πολιτικούς και δογματικούς οικονομολόγους της Δεξιάς. Το προσπερνούν φευγαλέα και υποτιμητικά, αποτυγχάνοντας να ερευνήσουν ακόμη και τις ακαδημαϊκές του καταβολές. Με μια πιο προσεκτική εξέταση, όμως, θα ανακάλυπταν ότι οι ιδρυτές της ιδέας είναι στην πραγματικότητα οι δικοί τους πνευματικοί πατέρες. Αξιοσημείωτοι υπέρμαχοι της αγοράς, όπως ο Μίλτον Φρίντμαν, ο Τζόζεφ Πέχμαν, ο Γκάρι Τζόνσον, ο Φρίντρικ Χάγιεκ και το Ινστιτούτο Άνταμ Σμιθ, έχουν, όλοι, υποστηρίξει στο παρελθόν κάποια μορφή UBI ή αρνητικού φόρου εισοδήματος («Negative Income Tax«, NIT). Και, δεν χρειάζεται να απογοητευτούν από αυτή την αποκάλυψη. Αντίθετα, θα πρέπει να κατανοήσουν τους συλλογισμούς και τα επιχειρήματα που προέβαλαν αυτοί οι σπουδαίοι οικονομολόγοι, σε κάποια από τα οποία θα αναφερθούμε παρακάτω αναδεικνύοντας ότι η ιδέα ενός καθολικού βασικού εισοδήματος είναι απόλυτα συμβατή και συνεπής με τις φιλελεύθερες αρχές και τις αρχές της ελεύθερης αγοράς εν γένει.
Το UBI από φιλελεύθερη οπτική
– Στρεβλώσεις της επιδοματικής πολιτικής: Η καθιέρωση ενός UBI ή ενός αρνητικού φόρου εισοδήματος, που θα αντικαθιστούσε το σημερινό σύστημα πρόνοιας, θα ήταν μια ξεκάθαρα φιλο-αναπτυξιακή πολιτική. Η κυρίαρχη αντίρρηση για την υπό όρους, περιορισμένη κοινωνική πρόνοια αφορά τις στρεβλές επιπτώσεις που έχει στα κίνητρα. Τα νοικοκυριά παγιδεύονται συχνά σε «παγίδες φτώχειας», όπου -μέσω ενός συνδυασμού φόρου εισοδήματος και απόσυρσης παροχών- οι πραγματικοί οριακοί φορολογικοί συντελεστές (EMTR), για τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα, μπορεί, συχνά, να είναι πολύ υψηλοί. Όπως έχει υπολογιστεί, σε κάποιες οικονομίες μπορεί να φθάνουν ακόμα και το 70-100%. Αυτό σημαίνει ότι για κάθε επιπλέον μονάδα εισοδήματος (ευρώ, λίρα, δολάριο, κ.λπ.) που εισπράττει ένα άτομο από την εργασία του, μόνο το 0-30% αυτής διατηρείται ως καθαρό εισόδημα. Φυσικά, αυτό υπονομεύει τα κίνητρα που δημιουργούνται από ένα σύστημα “laissez-faire”, ήτοι, να εργάζεσαι σκληρά, να αποκομίζεις ανθρώπινο κεφάλαιο και να εξελίσσεσαι. Αντ’ αυτού, εκατομμύρια νοικοκυριά σε πολλές χώρες είναι καθηλωμένα αβοήθητα μεταξύ «σκύλας και χάρυβδης». Μπορούν να εργάζονται περισσότερες ώρες, θυσιάζοντας, ενδεχομένως, τον ελεύθερο χρόνο τους ή πληρώνοντας για τη φύλαξη των παιδιών τους, για ένα πολύ μικρό πρόσθετο εισόδημα- ή μπορούν να παραμείνουν υποαπασχολούμενοι σε μια εργασία χαμηλού επιπέδου εισοδήματος (για να μη χάνουν επιδόματα), η οποία, μακροπρόθεσμα, δεν θα επιτρέψει την οικονομική πρόοδο των ίδιων ή των εξαρτώμενων μελών τους.
Ένα βασικό εισόδημα, όμως, μπορεί να εξαλείψει αυτό το πρόβλημα.
Με την παροχή άνευ όρων κοινωνικής πρόνοιας, που δεν αποσύρεται καθώς αυξάνονται οι αποδοχές, οι πραγματικοί οριακοί φορολογικοί συντελεστές θα μειωθούν δραματικά. Καθώς οι άνθρωποι θα διατηρούν ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους στο πλαίσιο αυτού του αναμορφωμένου συστήματος, τα κίνητρα για τα άτομα να εργάζονται, να εκπαιδεύονται και να προοδεύουν ευθυγραμμίζονται με τους αναντίρρητους στόχους της ανάπτυξης και της μείωσης της φτώχειας. Οι έρευνες δείχνουν ότι μια τέτοια αλλαγή έχει τη δυνατότητα να βγάλει εκατομμύρια ανθρώπους από τη φτώχεια και να τους εντάξει σε μια διευρυνόμενη μεσαία τάξη.
Η αλλαγή αυτή όχι μόνο θα αποφέρει σημαντικά οφέλη για όσους σήμερα περιθωριοποιούνται από ένα «τιμωρητικό» σύστημα παροχών, αλλά θα μπορούσε, επίσης, να προκαλέσει την αναζωογόνηση της οικονομίας στο σύνολό της.
Στην οικονομική ορολογία, καθώς οι πραγματικοί φορολογικοί συντελεστές μειώνονται, το κόστος ευκαιρίας του ελεύθερου χρόνου αυξάνεται, δίνοντας έτσι σήμα και κίνητρο στους οικονομικούς παράγοντες να ενταχθούν σε ένα διευρυνόμενο πλέον εργατικό δυναμικό. Ως αποτέλεσμα αυτού του μεγαλύτερου βαθμού κινητοποίησης της εργασίας και του ανθρώπινου κεφαλαίου, η παραγωγική ικανότητα της οικονομίας θα μεγεθύνεται, επιτρέποντας υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης μακροπρόθεσμα και βελτιωμένη διεθνή ανταγωνιστικότητα.
Επιπλέον, θα υπάρξουν πολλές θετικές δευτερογενείς επιδράσεις από τις νέες αφίξεις στο εργατικό δυναμικό. Όταν ένας νέος εργαζόμενος προσλαμβάνεται από μια επιχείρηση, δεν δημιουργεί αξία μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για όλους τους άλλους εργαζόμενους που συμμετέχουν στην παραγωγική διαδικασία γύρω του. Αυτή η αντίστοιχη αύξηση της παραγωγικότητας, η οποία υποβοηθείται περαιτέρω από τη νέα ανάμειξη ιδεών και την ενισχυμένη κινητικότητα του εργατικού δυναμικού, θα συμβάλει στην αύξηση των πραγματικών μισθών πολλών χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων και θα αντιμετωπίσει εν μέρει το γρίφο της παραγωγικότητας που αντιμετωπίζουμε σήμερα.
– Οικονομικές μεταρρυθμίσεις: Ένα βασικό εισόδημα θα έκανε άλλες φιλελεύθερες οικονομικές μεταρρυθμίσεις πιο προσιτές, πολιτικά. Το επικρατέστερο ηθικό επιχείρημα υπέρ του κατώτατου μισθού πχ, είναι η εγγύηση της οικονομικής ασφάλειας και ενός ελάχιστου βιοτικού επιπέδου σε όλους τους εργαζόμενους και η προστασία του «ανίσχυρου προλεταριάτου από την καταπιεστική αστική τάξη». Και οι δύο ανησυχίες μπορούν να καταρριφθούν και να καλυφθούν από ένα UBI. Καθώς, τα εν λόγω επιχειρήματα καθίστανται, πλέον, αβάσιμα μετά την καθιέρωση ενός βασικού εισοδήματος, το πολιτικό τοπίο θα μπορούσε, κάλλιστα, να ξεκαθαρίσει για μια πιο οικονομικά φιλελεύθερη ατζέντα.
Τα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη από την κατάργηση του κατώτατου μισθού θα ήταν σημαντικά. Θα επέτρεπε σε λιγότερο ειδικευμένους εργαζόμενους και μακροχρόνια ανέργους να εισέλθουν στο εργατικό δυναμικό και να αποκτήσουν εμπειρία στην απασχόληση με χαμηλότερο μισθό. Η παροχή σε αυτά τα προηγουμένως καθηλωμένα άτομα και οικογένειες ενός σημείου εκκίνησης από το οποίο να μπορούν να χτίσουν, είναι ζωτικής σημασίας, προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα να δημιουργήσουν ανθρώπινο κεφάλαιο (μια από τις πιο …άσχημες λέξεις της οικονομικής γλώσσας) και να αυξήσουν το μελλοντικό τους εισοδηματικό δυναμικό. Ακόμη, μια πιο ευέλικτη αγορά εργασίας θα βελτιώσει την ικανότητα μιας οικονομίας να ανταποκρίνεται σε κλυδωνισμούς -τόσο από την πλευρά της ζήτησης όσο και από την πλευρά της προσφοράς-, επιτρέποντας στους μισθούς να προσαρμόζονται ταχύτερα και να αποκαθιστούν την οικονομία στην πλήρη απασχόληση. Ταχύτερες και ομαλότερες περίοδοι προσαρμογής -όπου οι πραγματικοί μισθοί μπορούν να προσαρμοστούν, ευκολότερα, σε φθίνοντες και αναπτυσσόμενους τομείς- μπορούν να βελτιώσουν την κινητικότητα των πόρων και να αποτρέψουν την ατροφία των δεξιοτήτων ή την εμφάνιση υστέρησης.
Οι πολιτικοί, ανεξαρτήτως αποχρώσεων, θα ήταν επίσης πιο πιθανό να αγκαλιάσουν τη σημασία της παγκοσμιοποίησης και το ελεύθερο εμπόριο αν πίστευαν ότι υπάρχει ένα ολοκληρωμένο δίχτυ κοινωνικής προστασίας για την αποζημίωση των χαμένων. Η πραγματικότητα είναι ότι οι πολιτικές τάξεις, παντού, κατανοούν και εκτιμούν τις παράδοξες ιδέες του συγκριτικού πλεονεκτήματος και του μονόπλευρου ελεύθερου εμπορίου, αλλά είναι πολύ απορροφημένες από την καριερίστικη ή βραχυπρόθεσμη λογική για να τις υποστηρίξουν, πλήρως, σε μια πολιτική αρένα. Ωστόσο, αν γνώριζαν ότι τα μέσα διαβίωσης του βασικού εκλογικού τους σώματος και των ψηφοφόρων τους διασφαλίζονται από ένα βασικό εισόδημα, τότε, είναι πολύ πιθανό, να βγουν από την εγωκεντρική τους αντίληψη και να αγκαλιάσουν αυτές τις πιο laissez-faire ιδέες…
Αν και οι οικονομολόγοι έχουν, συνήθως, κακή φήμη για την επιπολαιότητά τους και την προφανή αδυναμία τους να συμφωνήσουν σε οτιδήποτε, το ελεύθερο εμπόριο αποτελεί τη μοναδική εξαίρεση. Είναι ένας τομέας στον οποίο υπάρχει, σχεδόν, πλήρης συναίνεση: τα ανοικτά σύνορα και η άρση των εμπορικών φραγμών επιτρέπουν μέσω των διαδικασιών εξειδίκευσης και ανταλλαγής να επωφελούνται οι μάζες -συμπεριλαμβανομένων, και, μάλιστα ιδιαίτερα, οι χαμηλόμισθοι. Τώρα δε, είναι η κατάλληλη στιγμή για να αγκαλιάσουμε την καλώς εννοούμενη παγκοσμιοποίηση και όλα τα λειτουργικά της οφέλη.
– Το κράτος «πατερούλης»: Ένα καθολικό βασικό εισόδημα έχει επίσης το πλεονέκτημα ότι δεν είναι τόσο πατερναλιστικό όσο το σημερινό σύστημα παροχών, στο οποίο κυριαρχούν οι παροχές σε είδος και οι δημόσιες υπηρεσίες. Με τη μεταφορά μιας ενιαίας πληρωμής σε μετρητά στους δικαιούχους, αυτοί θα έχουν μεγαλύτερη ελευθερία να επιλέξουν πώς και πού θα ξοδέψουν τα χρήματά τους. Αυτό θα βάλει τέλος στη σύγχρονη νοοτροπία του «κράτους-πατερούλη» (την πολιτική εκμετάλλευση) που απασχολεί μεγάλο μέρος του κατεστημένου, και όπου οι πολιτικοί βλέπουν τους εαυτούς τους ως προστάτες του λαού -«βασιλιάδες φιλόσοφοι» των οποίων η δουλειά είναι να μας προστατεύουν από τις δικές μας ανεύθυνες, ανώριμες επιθυμίες…
Όπως υποστηρίζουν οι πραγματικά φιλελεύθεροι, είναι μόνο το άτομο που αξίζει να παίρνει αποφάσεις για λογαριασμό του. Το κυρίαρχο άτομο είναι αυτό που πρέπει να κατανοεί καλύτερα τι είναι προς το συμφέρον του και πώς να το επιδιώξει καλύτερα. Όπως το έθεσε ο J.S. Mill «ο μόνος λόγος για τον οποίο μπορεί νόμιμα να ασκηθεί η εξουσία επί οιουδήποτε μέλους μιας πολιτισμένης κοινωνίας, παρά τη θέλησή του, είναι για ν’ αποτραπεί βλάβη εις βάρος των άλλων. Το δικό του καλό, είτε φυσικό είτε ηθικό, δεν αποτελεί επαρκή δικαιολογία. Δεν μπορεί δίκαια να εξαναγκαστεί να πράξει ή ν’ αποφύγει κάτι διότι θα είναι καλύτερο γι’ αυτόν να το κάνει, διότι θα τον κάνει ευτυχέστερο, διότι, κατά τη γνώμη των άλλων, αν το κάνει, θα ήταν σοφό ή ακόμη ορθό. Αυτοί είναι καλοί λόγοι για να του απευθύνει κανείς παραινέσεις ή να τον λογικεύει ή να τον πείθει ή να τον παρακαλεί, αλλά όχι για να τον εξαναγκάζει ή να τον επιβαρύνει με οποιοδήποτε δεινό, σε περίπτωση που ενεργήσει διαφορετικά» (John Stuart Mill, “On Liberty”)…
Η αρχή του βολονταρισμού, ενσωματωμένη στο UBI, είναι για όλους τους φιλελεύθερους απαραβίαστη και διαθέτει, ταυτόχρονα, μια ουσιαστική ηθική και λειτουργική τεκμηρίωση. Δυστυχώς, τα αυτοαποκαλούμενα «κόμματα των εργαζομένων» -οι «προστάτες» των αδυνάτων»- υποστηρίζουν, συχνά, ένα σύστημα κοινωνικής πρόνοιας που υποβαθμίζει τον εργαζόμενο και, γενικά, τον άνθρωπο, καθώς του ορίζουν τι πρέπει να απολαμβάνει, πώς πρέπει να συμπεριφέρεται στη ζωή του, ακόμη και τι πρέπει να τρώει και να πίνει… Το UBI απελευθερώνει από αυτόν τον πουριτανικό πατερναλισμό που ενυπάρχει στο δίχτυ κοινωνικής προστασίας μας και αποκαθιστά τον σεβασμό που έχουμε χάσει για τον απλό άνθρωπο.
– Ενίσχυση της οικογένειας: Μια άλλη επιζήμια συνέπεια του σημερινού συστήματος είναι η αποσταθεροποιητική και υποβαθμιστική επίδραση που έχει στο σχηματισμό, στην ενίσχυση, της οικογένειας.
Συμβαίνει σε όλο τον δυτικό κόσμο, αλλά, για να το δούμε καλύτερα, ας πάρουμε το πιο ακραίο παράδειγμα, τη μαύρη Αμερική. Εκεί, το 72% των παιδιών των Αφροαμερικανών γεννιούνται εκτός γάμου, σε μεγάλο βαθμό προϊόν ενός ανισόρροπου και υπερβολικά παρεμβατικού κράτους πρόνοιας που επιβραβεύει (λόγω των επιδομάτων) τη μονογονεϊκότητα και την οικογενειακή διάλυση. Κατέστη προτιμότερο να μην παντρεύονται, ή να χωρίζουν, για να λαμβάνουν τα επιδόματα μονογονεϊκότητας…
Πολύ συναίσθημα και μια στάση αυτοδικίας έχει προκύψει από το φυλετικό χάσμα σε διάφορα γεγονότα σε όλη την Αμερική. Οι πολεμιστές της κοινωνικής δικαιοσύνης επιμένουν ότι η ανισότητα στα εισοδήματα, τις ευκαιρίες και τον πλούτο είναι προϊόν δομικής προκατάληψης που κάνει ενεργές διακρίσεις εις βάρος των Αφροαμερικανών και άλλων μειονοτήτων.
Από αυτή την πόλωση προέκυψαν αόριστες, γενικευμένες συνωμοσίες όπως το «λευκό προνόμιο» -και ως απάντηση, έχουν τεθεί σε εφαρμογή άκρως άδικα σχήματα καταφατικής δράσης για να αντισταθμίσουν τον έμφυτο ρατσισμό που, όπως λένε, διαπερνά την ψυχή κάθε λευκού άνδρα στην Αμερική…
Ένα ολόκληρο κατεστημένο, μέσα στο Δημοκρατικό Κόμμα, έχει οικοδομηθεί πάνω σε αυτή την έννοια της «ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης». Κάνουν εκστρατεία για ένα διευρυμένο κράτος πρόνοιας, το οποίο αποτελεί τη βάση του οράματός τους για τη σοσιαλδημοκρατία. Αλλά, όλο αυτό το διάστημα, η μεγάλη ειρωνεία είναι ότι το κράτος πρόνοιας -ο άσωτος υιός τους- είναι η πιο διχαστική έμπνευση της Αμερικής. Διαχωρίζει τους ανθρώπους με βάση το είδος του οικογενειακού περιβάλλοντος στο οποίο μεγαλώνουν, και, επομένως, αναπόφευκτα τους διαχωρίζει ανάλογα με τη φυλή. Ταυτόχρονα, όμως, έχουμε τους «φιλελεύθερους» που επιδεικνύουν αρετή και αυτοϊκανοποιούνται και θρηνούν για την κατάσταση των πραγμάτων στις ΗΠΑ, όπου οι προοπτικές ζωής των Αφροαμερικανών και των ισπανόφωνων είναι τόσο πολύ χαμηλότερες από εκείνες των εύπορων οικογενειών της μεσαίας τάξης των προαστίων, οι οποίες, όπως ισχυρίζονται, συμμετέχουν στην πατριαρχία που διαιωνίζει αυτή τη δομική προκατάληψη. Και, η λύση τους; Στήριξη των ανύπαντρων μητέρων και πατέρων μέσω μεγαλύτερων υπό προϋποθέσεις καταβολών κοινωνικής πρόνοιας, αποθαρρύνοντας, έτσι, ακόμη περισσότερο την εργασία, ενώ, στη συνέχεια τους λένε ότι αυτοί -οι Δημοκρατικοί- είναι ο αιώνιος σωτήρας τους (αυτό εξηγεί και μέρος του φαινομένου Τραμπ και άλλων λαϊκιστών δημαγωγών που βρίσκουν έδαφος να «θριαμβεύουν»…).
Απ’ ότι φαίνεται και εδώ, το UBI μπορεί να παρέχει μια λύση σε αυτό το ηθικό, κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα, βάσει του οποίου μπορεί κάποιος να συνεχίσει να χαϊδεύει την υποκριτική, αυτάρεσκη συνείδηση της Αριστεράς, μειώνοντας, παράλληλα, σημαντικά τα κίνητρα που υπάρχουν σήμερα και τα οποία δρουν προς την κατεύθυνση της φθοράς και της αποδόμησης του οικογενειακού περιβάλλοντος. Όχι μόνο θα παύσουν να υπάρχουν τα αντικίνητρα για εργασία στο περιθώριο στο οποίο υπάρχουν σήμερα, αλλά, επειδή η ενίσχυση είναι άνευ όρων, δεν θα έχει σημασία η κατάσταση του γάμου ή της σχέσης κάποιου. Και, έτσι, θα εξαλειφθούν σε μεγάλο βαθμό οι καταστροφικές συνέπειες που έχει σήμερα το «κράτος πρόνοιας» στον σχηματισμό οικογένειας.
Και για άλλη μια φορά, αυτό είναι εξαιρετικά υπέρ της αγοράς… Η σημαντικότερη και μεγαλύτερη τράπεζα, όπως λένε χιουμοριστικά οι Βρετανοί, είναι η γνωστή «Τράπεζα της Μαμάς και του Μπαμπά» (Βank of Mum and Dad): Αυτοί είναι που παρέχουν τα απαραίτητα κεφάλαια για την εκπαίδευση και τη στέγαση των νεότερων γενεών στις αρχές της ζωής τους -επιτελούν έναν ανεπανάληπτο ρόλο της διαγενεακής κινητικότητας- και λειτουργούν ως συνεκτική βάση για τη διατήρηση της δύναμης (του βασικού αυτού κυττάρου της κοινωνίας) της οικογένειας.
– Όχι άλλοι Δογματισμοί: Τέλος, ένα συνηθισμένο λάθος κάποιων αυτοαποκαλούμενων «φιλελεύθερων», ιδίως εκείνων που αντλούν τις αρχές τους από κάποια φυσιοκρατική αντίληψη των έμφυτων δικαιωμάτων, είναι ότι τα επιχειρήματά τους διακατέχονται από ιδεοληψία και σε πολλές περιπτώσεις από επικίνδυνα δόγματα. Φαίνεται να παραβλέπουν πώς η πολιτική διαδραματίζεται στην πραγματικότητα και αδυνατούν να εκτιμήσουν οποιεσδήποτε πρακτικές, συνεπαγόμενες, ανησυχίες. Αντ’ αυτού, το βαρόμετρο τους για την επιτυχία αφορά το πόσο θρησκευτικά και ακλόνητα μπορούν να προσκολληθούν στις αρχές τους…
Ως εδώ, πολλά από τα υποστηρικτικά επιχειρήματα που έχουμε παραθέσει, αν και μπορεί να έχουν αποφύγει τον ισχυρισμό του «εν υπνώσει» δόγματος, έχουν αναμφισβήτητα υποκινηθεί από ιδεολογία και αρχές. Κανονικά, μπορεί σε αυτό το σημείο να εκτιθέμεθα στις συνήθεις επικρίσεις που ασκούνται εναντίον της δογματικής δεξιάς. Ωστόσο, τουλάχιστον σε αυτό το συγκεκριμένο ζήτημα, έχουμε με το μέρος μας ένα εξίσου, αν όχι περισσότερο, επιτακτικό ρεαλιστικό επιχείρημα υπέρ του UBI.
Οι δημοσιονομικά συντηρητικοί ή ίσως, ακόμη και οι πιο ακραιφνείς φιλελεύθεροι μπορεί ενδεχομένως να εξακολουθούν να διαμαρτύρονται για την εγγενή σοσιαλιστική πτυχή αυτής της πρότασης: μια άνευ όρων παροχή, ένα καθεστώς συνιδιοκτησίας στην κοινωνία, ένα έγκλημα κατά του σκληρά εργαζόμενου φορολογούμενου… Όμως, η απλή ερώτηση που θα τους θέταμε είναι: «Τι προτείνετε;».
Αν η απάντηση περιλαμβάνει την κατάργηση του κράτους πρόνοιας, τότε αυτό είναι μια ξεχωριστή συζήτηση. Ωστόσο, πολλοί από αυτό που λέμε «Δεξιά» φαίνεται να εξακολουθούν να πιστεύουν ότι μπορούμε να εξορθολογήσουμε τα σημερινά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης για να τα κάνουμε πιο αποτελεσματικά και «λιτά».
Η άφιξη, για παράδειγμα, της καθολικής πίστωσης (Universal Credit) στην Βρετανία, έδωσε νέο αέρα σε αυτούς τους ρεβιζιονιστές, οι οποίοι απαρτίζονται σε μεγάλο βαθμό από οικονομικές δεξαμενές σκέψης και άλλους ερευνητικούς οργανισμούς. Οι προτάσεις τους είναι γεμάτες με λέξεις όπως «απλουστευμένο», «διαφανές», «αποτελεσματικό» και «υβριδικό». Αλλά, όσο το υφιστάμενο καθεστώς παραμένει ως το αρχικό τους πρότυπο, οι όποιες συστάσεις πολιτικής που θα ακολουθήσουν είναι απίθανο να είναι άξιες προσοχής…
Ο λόγος για τον οποίο οι προτάσεις αυτές είναι ανεπαρκείς είναι ότι παραβλέπουν τις εγγενείς αναποτελεσματικότητες και το διογκούμενο διοικητικό κόστος που συνεπάγεται η πολύπλοκη γραφειοκρατία. Ένα καθολικό βασικό εισόδημα θα μείωνε σημαντικά αυτό το διοικητικό κόστος, καθώς περιλαμβάνει μόνο μια απλή μεταφορά σε έναν δηλωμένο τραπεζικό λογαριασμό, ο οποίος πιθανότατα θα είναι αυτοματοποιημένος και θα εξαλείψει, πλήρως, την ανάγκη για οποιαδήποτε μορφή ερευνητικής ή συμβουλευτικής εργασίας για τους δημόσιους υπαλλήλους.
Επί του παρόντος, οι φορολογούμενοι, παντού, πρέπει να πληρώνουν για τις στρατιές των δημοσίων υπαλλήλων και γραφειοκρατών για να ξοδεύουν μεγάλα ποσά χρόνου και πόρων αξιολογώντας σε ποια προγράμματα δικαιούνται να υπαχθούν οι επιδοτούμενοι, κρίνοντας κατά πόσο οι πληρωμές θα πρέπει να μειωθούν ή να επεκταθούν σε συνάρτηση με τα μεταβαλλόμενα εισοδήματα και διαβουλευόμενοι με τα νοικοκυριά σχετικά με το ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να χειριστούν το φορολογικό σύστημα και το σύστημα παροχών (ναι, ουσιαστικά ο κάθε φορολογούμενος απασχολεί δυνητικά χιλιάδες ανθρώπους των οποίων η δουλειά είναι να επιβαρύνουν τους μελλοντικούς φορολογούμενους)…
Σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, αυτά τα διοικητικά έξοδα ανέρχονται σε δεκάδες δισεκατομμύρια, ετησίως. Ένα κόστος που θα μπορούσε να εξαλειφθεί, σχεδόν εξ ολοκλήρου, στο πλαίσιο ενός συστήματος UBI. Στη σημερινή λογική, η ενστικτώδης αντίδραση των γραφειοκρατών στα ζητήματα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης είναι απλώς «κάνε περισσότερα»: περισσότερους κανόνες, περισσότερες υποκατηγορίες, περισσότερα τμήματα, περισσότερους κυβερνητικούς υπαλλήλους κ.λπ. Είναι αυτή, ακριβώς, η νοοτροπία που μας οδηγεί, όπως φαίνεται, σε λάθος δρόμο.
Αντίθετα, απαιτείται ριζική επανεξέταση. Μια αναθεώρηση όπου η πρακτικότητα ενός προγράμματος έχει προτεραιότητα έναντι των αρχών του. Και αυτό είναι το σημαντικό, αν και αντιφατικό επιχείρημα που πρέπει να επισημανθεί. Ακόμη και αν είναι κάποιος φιλελεύθερος, φονταμενταλιστής της ελεύθερης αγοράς, νεοφιλελεύθερος, μιναρχιστής (δηλ. υπέρ ενός ελάχιστου κράτους), δημοσιονομικά συντηρητικός ή οτιδήποτε άλλο του οποίου η συνείδηση φωνάζει «ΟΧΙ!», το UBI εξακολουθεί να είναι μια βιώσιμη επιλογή.
Κατανοητό ότι η αίσθησή κάποιων δεν τους το λέει αυτό. Τους λέει να χλευάσουν αυτή την απερίσκεπτη πρόταση και να εκθέσουν τις αριστερές αρχές της… Ωστόσο, αυτό είναι ένα ακόμη παράδειγμα όπου ο σημασιολογικός φυλετισμός τους έρχεται σε σύγκρουση με τις πιο συλλογιστικές τους ικανότητες. Το πρώτο σύστημα υπερισχύει και καταπνίγει το δεύτερο. Αλλά, στην πραγματικότητα, μια μεταρρύθμιση τύπου UBI έχει μεγάλες δυνατότητες να μειώσει την αναποτελεσματικότητα των κυβερνήσεων που σήμερα διαπερνούν το κράτος πρόνοιας και επιβαρύνουν τους φορολογούμενους.
Πολύ απλά, δεν υπάρχει τίποτα ορθό στο να αγνοείς τα εμπειρικά στοιχεία και τις ρεαλιστικές ανησυχίες προς όφελος μιας δογματικής υπερηφάνειας. Η κοινή λογική και η διαβούλευση θα πρέπει να επιτρέπεται να θριαμβεύουν έναντι «αρχών» και ενστίκτου…
Και τώρα, τι;
Σήμερα, ένα καθολικό βασικό εισόδημα, για τις περισσότερες οικονομίες, είναι πολιτικά αδύνατο και ένας πολύ μεγάλος αριθμός παραμέτρων χρειάζεται να ληφθεί υπόψη για να μπορέσει να περάσει μέσα από το
Ο ελέφαντας στο δωμάτιο είναι, σαφώς, ο δημοσιονομικός αντίκτυπος ενός τόσο ριζοσπαστικού συστήματος. Είναι πιθανό, ότι για να παρασχεθεί σε όλους ένα ελάχιστο βιοτικό επίπεδο, χωρίς όρους, θα απαιτηθούν σημαντικά υψηλότεροι φόροι. Αλλά, στην πραγματικότητα, οι φόροι αυτοί δεν χρειάζεται να είναι τόσο υψηλοί, ούτε χρειάζεται να επιβαρύνουν άμεσα τα εισοδήματα. Αναμφισβήτητα, το φορολογικό μας σύστημα υστερεί ακόμη περισσότερο στα πιο πολλά από τα ζητήματα στα οποία αναφερθήκαμε παραπάνω. Υπάρχουν πολλές προτάσεις για την απλούστευση των φορολογικών μας συστημάτων και τη μετατόπιση του φορολογικού βάρους, οι οποίες θα μπορούσαν να μειώσουν δραστικά το διοικητικό κόστος και να διασφαλίσουν ότι οι φορολογικές επιπτώσεις ενός UBI δεν θα επιβαρύνουν τον απλό εργαζόμενο. Επομένως, η φορολογική αντίρρηση δεν είναι τόσο ισχυρή όσο παρουσιάζεται.
Εναλλακτικά, προς το παρόν, υπάρχει η επιλογή της μισής διαδρομής. Ένας αρνητικός φόρος εισοδήματος, που προτάθηκε για πρώτη φορά από τον βραβευμένο με Νόμπελ Μίλτον Φρίντμαν το 1962, λειτουργεί ουσιαστικά ως συμπληρωματικό εισόδημα μέχρι ένα ορισμένο όριο.
Θα εξακολουθούσε να προσφέρει περίπου τα ίδια οφέλη, δηλαδή την εξάλειψη του υπερβολικά παρεμβατικού κράτους πρόνοιας, την αναποτελεσματικότητα της κυβερνητικής γραφειοκρατίας και τα στρεβλά αντικίνητρα για την εργασία και τη δημιουργία οικογένειας. Και, θα είχε πολύ μικρότερο δημοσιονομικό κόστος.
Τέλος, σημαντικότερο όλων, είναι το UBI να μην αφεθεί στα χέρια όλων αυτών των «φίλων των αδυνάτων», δικαιωματιστών, δημαγωγών, κ.λπ., που θα το χρησιμοποιήσουν ως «πολιτικό όπλο» προς άγρα ψήφων, θα το χρωματίσουν, θα το εντάξουν και αυτό στις διχαστικές ρητορικές τους και, ουσιαστικά, θα καταστρέψουν την όλη ιδέα η οποία μπορεί να αποτελεί, ίσως, την πιο ρεαλιστική ελπίδα για την αντιμετώπιση των κρίσεων, της οικονομικής ανασφάλειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, στην εποχή μας και να συμβάλλει σε μια ρεαλιστική και εποικοδομητική αλλαγή της κοινωνίας.
Και όλα αυτά βέβαια -καίριο ζητούμενο των καιρών μας- απαιτούν λογικούς και ρηξικέλευθους πολιτικούς ηγέτες (και αντίστοιχα βέβαια, κατά το δυνατόν, εκλογικά σώματα) έτοιμους για ευρείες συναινέσεις, χωρίς μικροκομματικά συμφέροντα, με το όραμα να συμβάλλουν σε ένα καλύτερο αύριο…