Η άνοδος των ακροδεξιών και λαϊκιστικών κομμάτων στην ΕΕ αντανακλά ένα βαθύ αίσθημα δυσαρέσκειας και απογοήτευσης μεταξύ τμημάτων της κοινωνίας. Τροφοδοτούμενα από παράπονα που κυμαίνονται από την οικονομική ανισότητα έως τον πολιτισμικό εκτοπισμό, τα κινήματα αυτά αξιοποιούν μια βαθιά ριζωμένη ανάγκη για ένταξη και ασφάλεια. Προσφέροντας απλουστευτικές λύσεις σε πολύπλοκες προκλήσεις και αρθρώνοντας ένα όραμα «εθνικής ανάκαμψης», μαγνητίζουν όσους απογοητεύονται από τις αντιληπτές αποτυχίες του status quo. Ωστόσο, η γοητεία του λαϊκισμού δεν μπορεί να διαχωριστεί από τις ευρύτερες γεωπολιτικές τάσεις που αναδιαμορφώνουν το παγκόσμιο τοπίο. Σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από ανταγωνισμό και τεχνολογική αναστάτωση, ο πειρασμός της υποχώρησης πίσω από τα εθνικά σύνορα (στα έθνη-κράτη) ασκεί ισχυρή έλξη στη συλλογική συνείδηση. Καθώς η Ευρώπη αντιμετωπίζει αυτές τις υπαρξιακές προκλήσεις, η ανθεκτικότητα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος τίθεται σε δοκιμασία, με τις αρχές της αλληλεγγύης και της συνεργασίας να αμφισβητούνται από τα εν λόγω στοιχεία.
Υπάρχει ανάγκη για ένα πιο περιεκτικό και δίκαιο όραμα της ευρωπαϊκής ταυτότητας…
Την ώρα που η ΕΕ παλεύει με τα ζητήματα της μετανάστευσης, της πολυπολιτισμικότητας και της κοινωνικής συνοχής, η ανάγκη να αγκαλιάσουμε τη διαφορετικότητα και να προωθήσουμε τον διάλογο γίνεται όλο και πιο επιτακτική. Ενισχύοντας τις φωνές της λογικής και της συμφιλίωσης, οφείλουμε να χαράξουμε μια πορεία προς τα εμπρός, η οποία να υπερβαίνει τις δυαδικές αφηγήσεις του «εμείς εναντίον των άλλων» και να εξυμνεί τον πλούτο του πολιτιστικού «ψηφιδωτού» της Ευρώπης.
Ενόψει, λοιπόν, των ευρωεκλογών του 2024, οι πολίτες της ΕΕ θα ψηφίσουν, δύο χρόνια μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, έχοντας ξεπεράσει την πανδημία COVID-19 και δεδομένη την οριστικοποίηση του Brexit. Την ίδια ώρα, το ενδεχόμενο να επανέλθει ο Ντόναλντ Τραμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ αργότερα μέσα στο χρόνο, εντείνει τη διεθνή ανησυχία. Στο ταραχώδες γεωπολιτικό κλίμα, οι εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα αναδιαμορφώσουν το σκηνικό στις Βρυξέλλες, όπου τα παραδοσιακά κόμματα αμφισβητούνται και η αυξανόμενη κλίση προς ακραίες φωνές είναι αδιαμφισβήτητη. Η σημερινή Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωκοινοβούλιο έχουν υιοθετήσει αρκετές σημαντικές νομοθετικές πρωτοβουλίες, αλλά μια νέα σύνθεση αυτών μπορεί να δημιουργήσει καινούργιες προτεραιότητες και να ακολουθηθούν διαφορετικές πολιτικές κατεύθυνσεις…
Οι προειδοποιήσεις των αναλυτών
Τα αντιευρωπαϊκά, λαϊκιστικά και ακροδεξιά κόμματα αναμένεται να λάβουν σημαντικό αριθμό ψήφων στις εκλογές του Ιουνίου για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ), σύμφωνα με έρευνα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR) που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο. «Τα αποτελέσματα της ανάλυσής μας θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως προειδοποίηση για τους Ευρωπαίους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής σχετικά με το τι διακυβεύεται στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2024. Οι επιπτώσεις αυτής της ψηφοφορίας είναι εκτεταμένες για τη γεωπολιτική κατεύθυνση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από το 2024 και μετά», αναφέρεται στη σχετική έκθεση.
Τα αντιευρωπαϊκά κόμματα προβλέπεται να βρεθούν στην κορυφή των δημοσκοπήσεων σε εννέα κράτη μέλη της ΕΕ, μεταξύ των οποίων η Αυστρία, το Βέλγιο, η Τσεχική Δημοκρατία, η Γαλλία, η Ουγγαρία, η Ιταλία, η Ολλανδία, η Πολωνία και η Σλοβακία, σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις του think tank. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, θα έπαιρναν τη δεύτερη ή τρίτη θέση στη Βουλγαρία, την Εσθονία, τη Φινλανδία, τη Γερμανία, τη Λετονία, την Πορτογαλία, τη Ρουμανία, την Ισπανία και τη Σουηδία. Καθώς το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ) και η Προοδευτική Συμμαχία Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (S&D) συνεχίζουν την τάση τους να χάνουν έδρες, τα μεγαλύτερα κέρδη αναμένεται να σημειώσουν οι Ευρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθμιστές (ECR) και η λαϊκίστικη, ριζοσπαστική δεξιά ομάδα Ταυτότητα και Δημοκρατία (ID), σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις του ECFR.
Η Europe Elects προέβλεψε, επίσης, κέρδη στα δεξιά, προβλέποντας ότι το ID θα γίνει το τέταρτο μεγαλύτερο μπλοκ στη Βουλή της ΕΕ. Συνολικά, οι πολιτικοί επιστήμονες Simon Hix και Dr Kevin Cunningham, οι οποίοι συνέταξαν την έκθεση για αυτό το ανεξάρτητο και πανευρωπαϊκό think tank, προβλέπουν ότι η ισορροπία δυνάμεων θα μετατοπιστεί προς τα δεξιά στο ΕΚ.
Σχεδόν οι μισές έδρες που κατέχουν οι ευρωβουλευτές μπορεί να βρεθούν εκτός του του συντηρητικού ΕΛΚ, του κεντροαριστερού S&D και του κεντρώου Renew Europe, των οποίων το κοινό μερίδιο φαίνεται να μειώνεται από 60% σε 54%, σύμφωνα με την πρόβλεψη της μελέτης.
Οι συντάκτες προειδοποιούν ότι αυτό μπορεί να μην είναι αρκετό για να εγγυηθεί μια κεντρώα νίκη. Ο αριστερός και ο κεντροαριστερός συνασπισμός αναμένεται να χάσουν έδρες, και ακόμη και αν εξασφαλίσουν την υποστήριξη του RE, θα έχουν μόνο το 45% των εδρών στο Κοινοβούλιο – μια μείωση κατά 5% από το σημερινό τους ποσοστό. Ο κεντροδεξιός συνασπισμός του ΕΛΚ, του RE και του ECR ενδέχεται επίσης να χάσει έδρες, αλλά ένας λαϊκιστικός-δεξιός συνασπισμός του ΕΛΚ, του ECR και του ID πιθανότατα θα κερδίσει έδρες και θα αυξήσει την εκπροσώπησή του στο 49%. Επιπλέον, υπάρχουν 28 κόμματα των οποίων ο προσδιορισμός της ομάδας είναι άγνωστος – τα μεγαλύτερα είναι το ιταλικό Fratelli D’Italia, το ιταλικό Κίνημα Πέντε Αστέρων (το οποίο μπορεί να ενταχθεί στην Αριστερά) και το ουγγρικό Fidesz -αλλά τα περισσότερα από αυτά τα κόμματα προβλέπεται να ενταχθούν σε ομάδες στα δεξιά του ΕΛΚ, εάν δεν παραμείνουν ανεξάρτητα.
Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει τη δημιουργία ενός εθνικιστικού πλειοψηφικού συνασπισμού στο Κοινοβούλιο για πρώτη φορά από την ίδρυσή του, κάτι που θα είχε επιπτώσεις στη χάραξη ευρωπαϊκής πολιτικής, δήλωσε η ανώτερη συνεργάτης του ECFR, Susi Dennison, στο Euractiv.
Επιπροσθέτως, μια επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ σε συγκερασμό με έναν εθνικιστικό, εσωστρεφή συνασπισμό στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε απόρριψη της «στρατηγικής αλληλεξάρτησης και … των διεθνών εταιρικών σχέσεων για την υπεράσπιση των ευρωπαϊκών συμφερόντων και αξιών», προειδοποιούν οι ερευνητές.
Η ακροδεξιά και οι ευρωεκλογές
Σύμφωνα με ανάλυση του Ολλανδού πολιτικού επιστήμονα καθηγητή Κας Μούντε -o οποίος εστιάζει τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα στον πολιτικό εξτρεμισμό και την ακροδεξιά- στις επερχόμενες εκλογές αναμένεται να επικρατήσουν περισσότερο οι ακροδεξιές ιδέες και κόμματα και να τραβήξουν πράγματι το ΕΚ πιο δεξιά. Από πολλές απόψεις, αυτό σημαίνει ότι η πολιτική της ΕΕ θα ευθυγραμμιστεί περισσότερο με την πλειονότητα των κρατών μελών της, όπου τα ακροδεξιά κόμματα έχουν γίνει σε μεγάλο βαθμό κυρίαρχα και αποδεκτά. Ο Μούντε εκτιμά πως αν και τα εθνικά θέματα, συμπεριλαμβανομένων των θέσεων σχετικά με τις επιδόσεις της εθνικής κυβέρνησης, θα κυριαρχήσουν στις εκστρατείες για τις ευρωεκλογές στα περισσότερα κράτη μέλη, τα εθνικά κόμματα ενσωματώνουν στις εκστρατείες τους θέματα των πολιτικών τους ομάδων. Το ΕΛΚ έχει επιλέξει να διεξάγει εκστρατεία κυρίως για τα ζητήματα της μετανάστευσης και της ευρωπαϊκής «Πράσινης Συμφωνίας». Αυτό σημαίνει -κατά τον ίδιο- ότι η ευρωπαϊκή εκστρατεία θα κυριαρχηθεί από τα πλαίσια και τα ζητήματα της ακροδεξιάς, καθώς και από το ζήτημα της κυβερνησιμότητάς της. Και, όπως έχουν δείξει οι πρόσφατες εκλογές στη Σουηδία και την Ολλανδία, καθώς και ακαδημαϊκές έρευνες, αυτό, συνήθως, ωφελεί την ακροδεξιά…
Εν ολίγοις, η ακροδεξιά θα είναι μάλλον ο μεγαλύτερος νικητής στις ευρωεκλογές του 2024, αλλά το αν θα μπορέσει να μεταφράσει την όποια εκλογική επιτυχία της σε πολιτική επιρροή δεν είναι καθόλου βέβαιο. Διότι, οι κατά τόπους δυνάμεις της εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν περιθωριοποίηση στις Βρυξέλλες.
Δεδομένου του ιστορικού της ακροδεξιάς συνεργασίας στο ΕΚ και των πολλών ιδεολογικών και προσωπικών διαιρέσεών του, μια ακροδεξιά «υπερ-ομάδα» παραμένει ένα απίθανο σενάριο, τουλάχιστον για την επόμενη νομοθετική περίοδο. Αντί να καταστεί δυνατός ένας πολιτικός συνασπισμός της «κυρίαρχης κεντροδεξιάς» (ΕΛΚ) και της «ακροδεξιάς» (EC+), το επόμενο Κοινοβούλιο θα οδηγήσει πιθανότατα σε έναν αδύναμο «κυρίαρχο» συνασπισμό, ο οποίος θα είναι όμηρος της δεξιάς πτέρυγας του ΕΛΚ, η οποία μπορεί και να μπλοκάρει κάθε ανεπιθύμητη πολιτική απειλώντας να συμμαχήσει με την ακροδεξιά. Δεδομένης της πολιτικής επικάλυψης μεταξύ της mainstream κεντροδεξιάς (ΕΛΚ) και της ακροδεξιάς (ECR και ID), ίσως να περιμένουμε ακόμη πιο αυστηρές μεταναστευτικές πολιτικές, καθώς και περαιτέρω αποδυνάμωση της Ευρωπαϊκής «Πράσινης Συμφωνίας». Ακόμη και λιγότερο ενθουσιασμό για την προστασία των δικαιωμάτων των μειονοτήτων και την επιβολή κυρώσεων σε ανελεύθερες κυβερνήσεις εντός της ΕΕ…
Όσον αφορά την κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, συμπεριλαμβανομένων των ζητημάτων της διεύρυνσης της ΕΕ και της θεσμικής μεταρρύθμισης, παλαιότερη έρευνα είχε διαπιστώσει ότι «οι ευρωσκεπτικιστές μόνο όταν συναντούν ένα διχασμένο ευρωφιλικό στρατόπεδο έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν την πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης μέσω του επηρεασμού της νομοθετικής παραγωγής». Δεδομένου του αυξανόμενου (ήπιου) ευρωσκεπτικισμού των κομμάτων εντός των τριών μεγάλων κυρίαρχων ομάδων – όπως το ολλανδικό Νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο (NSC) και το σλοβενικό SDS στο ΕΛΚ ή το τσεχικό ANO και το ολλανδικό Λαϊκό Κόμμα για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία (VVD) στην ομάδα Renew -μια τέτοια διαίρεση είναι εξαιρετικά πιθανή. Τούτου λεχθέντος, οι δεξιοί ευρωσκεπτικιστές απέχουν, επίσης, πολύ από το να είναι ενωμένοι σε πολλά από αυτά τα ζητήματα. Για παράδειγμα, ενώ το ολλανδικό PVV αντιτίθεται σθεναρά στην περαιτέρω διεύρυνση, το ουγγρικό Fidesz υποστηρίζει σθεναρά την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων – η οποία θα έφερνε στην ΕΕ ορισμένους ισχυρούς συμμάχους, όπως ο πρόεδρος της Σερβίας Αλεξάνταρ Βούτσιτς.
Φυσικά, αυτό θα επηρεάσει επίσης τον ρόλο της ΕΕ στη διεθνή πολιτική. Πρώτα απ’ όλα, θα δημιουργήσει μια ακόμη λιγότερο αποφασιστική ΕΕ, όχι μόνο όσον αφορά τις περιοχές όπου είναι ήδη διαιρεμένη και αδύναμη (π.χ. Μέση Ανατολή), αλλά και πιο κοντά στο εσωτερικό της, τονίζει ο Μούντε. Δεδομένης της ισχυρής φιλοουκρανικής θέσης των περισσότερων κομμάτων του ECR και της σημαντικά ηπιότερης φιλορωσικής θέσης των περισσότερων κομμάτων του ID, μια θεμελιώδης αλλαγή στη θέση της ΕΕ σχετικά με τη Ρωσία και την Ουκρανία είναι μάλλον απίθανη. Ωστόσο, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη «κόπωση από την Ουκρανία», η υποστήριξη της ΕΕ θα γίνει πιθανότατα πιο αμφισβητούμενη και μετριοπαθής. Και οι ουσιαστικές νέες πρωτοβουλίες, όπως η (κάποιας μορφής) ευρωπαϊκή άμυνα, που βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα του ΕΛΚ, θα αντιμετωπίσουν πιθανότατα σημαντικές αντιδράσεις από την άκρα δεξιά και αριστερά. Το οποίο, σύμφωνα με τον Ολλανδό ειδικό, μας οδηγεί στον «ελέφαντα στο δωμάτιο», τον Ντόναλντ Τραμπ. Σε περίπτωση που ο πρώην πρόεδρος επιστρέψει στον Λευκό Οίκο, η ΕΕ θα πρέπει σε μεγάλο βαθμό να πορευτεί μόνη της. Ο Τραμπ έχει έντονες αντι-ΕΕ και αντι-ΝΑΤΟ απόψεις και έχει καταστήσει απολύτως σαφές ότι θέλει οι ΗΠΑ να είναι πιο απομονωτικές και εσωστρεφείς στη διεθνή πολιτική. Άμεση συνέπεια μιας τέτοιας ριζοσπαστικής αλλαγής, ιδίως μετά τον υπερατλαντιστή Τζο Μπάιντεν, είναι ότι η ΕΕ θα αναγκαστεί να διαδραματίσει πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην επίτευξη των εξωτερικών και στρατιωτικών της στόχων, σε μια εποχή που θα είναι πιο διχασμένη από ποτέ για περισσότερη και στενότερη ευρωπαϊκή συνεργασία.
Οι πλατφόρμες οικονομικής πολιτικής της ακροδεξιάς
Πέραν των γεωπολιτικών και διπλωματικών διακλαδώσεων στις φετινές ευρωεκλογές, είναι αναμφισβήτητα πιο δύσκολο να εκτιμηθούν οι θέσεις της ακροδεξιάς σχετικά με την οικονομική πολιτική της ΕΕ, τονίζει σε έτερο ακαδημαϊκό άρθρο ο Dr. Philip Rathgeb, του πανεπιστημίου του Εδιμβούργου. Από τη μία πλευρά, η κυρίαρχη αξίωση για «ανάκτηση του ελέγχου» μπορεί κάλλιστα να είναι ο κοινός παρονομαστής γύρω από τον οποίο μπορεί να συσπειρωθεί η ακροδεξιά και ως εκ τούτου, μπορούμε να περιμένουμε εκκλήσεις για μεγαλύτερη αυτονομία στη χάραξη εγχώριας πολιτικής έναντι των παρεμβάσεων από το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ. Από την άλλη πλευρά, η έννοια της Ευρώπης ‘αλά καρτ’ είναι δύσκολο να καθιερωθεί σε μια κοινή νομισματική ένωση που δημιούργησε βαθιές αλληλεξαρτήσεις μεταξύ των κρατών μελών. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι η ικανότητα των ID και ECR να επηρεάζουν τη χάραξη οικονομικής πολιτικής της ΕΕ θα στοιχειοθετηθεί από τα ποικίλα κόστη και οφέλη που συνεπάγεται η ευρωζώνη για τα κράτη μέλη της. Πιο συγκεκριμένα, τα πιεστικά ζητήματα δημοσιονομικής αλληλεγγύης μπορεί να διχάσουν την ακροδεξιά σε επίπεδο ΕΕ, επειδή οι ομάδες ID και ECR είναι απίθανο να βρουν κοινό έδαφος, τόσο μεταξύ όσο και εντός των κοινοβουλευτικών τους ομάδων.
Τα ακροδεξιά κόμματα είναι ενωμένα στην προσπάθειά τους για μεγαλύτερη εγχώρια οικονομική κυριαρχία, αλλά είναι αυτή η εθνικιστική προοπτική που δημιουργεί διχόνοια μεταξύ τους. Στις χώρες που παλεύουν περισσότερο με τις οικονομικές επιπτώσεις της ευρωπαϊκής κρίσης, τα μεγαλύτερα δημοσιονομικά περιθώρια και η κοινή έκδοση χρέους μπορεί να αποτελέσουν εργαλεία για την αποκατάσταση της οικονομικής κυριαρχίας, μια θέση που συνήθως εκφράζεται στις χώρες της νότιας Ευρώπης με χρέος-έλλειμμα. Αντίθετα, τα μέτρα αυτά μπορεί να θεωρηθούν παρέμβαση στην εθνική αυτοδιάθεση στις χώρες της βόρειας Ευρώπης με πιστωτικά πλεόνασματα. Στις γερμανόφωνες χώρες, για παράδειγμα, τα ακροδεξιά κόμματα απέρριψαν την έκδοση κοινού χρέους (ευρωομόλογα και Coronabonds) ή δημοσιονομικές αποζημιώσεις σε κράτη μέλη που επλήγησαν σκληρά από την κρίση του ευρώ ή την πανδημία COVID-19.
Συνολικά, η εικόνα που προκύπτει, σύμφωνα πάντα με τον Rathgeb, είναι ότι η επιρροή της ακροδεξιάς στις οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές της ΕΕ μπορεί να υπονομευθεί από τις εσωτερικές διαιρέσεις. Έγινε φανερό ότι η οικονομική διάσταση μπορεί να μπει σφήνα μεταξύ των ακροδεξιών κομμάτων όταν η ID σχημάτισε την κοινή κομματική της ομάδα για τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Μιλάνο τον Μάιο του 2019. Ενώ μπόρεσαν να συμφωνήσουν στην επιστροφή της εξουσίας στα κράτη μέλη της ΕΕ, στη μείωση της μετανάστευσης και στην αποτροπή της εξάπλωσης του Ισλάμ, δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν τις διαφορετικές απόψεις σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία εντός της ευρωζώνης. Πιο πρόσφατα, η ομάδα ID δήλωσε ότι δεν θα έχει καν εκλογικό μανιφέστο για τις ευρωεκλογές και αντ’ αυτού βασίζεται σε μια ασαφή δισέλιδη δήλωση, σε αντίθεση με όλες τις άλλες κοινοβουλευτικές ομάδες στο ΕΚ. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι η ακροδεξιά δεν έχει σημασία στην οικονομική πολιτική. Στην πραγματικότητα, σε εγχώριο επίπεδο, έχουν ήδη αφήσει βαθιά πολιτικά αποτυπώματα στις εθνικές οικονομίες και τα κράτη πρόνοιας, αμφισβητώντας διάφορα χαρακτηριστικά της παγκοσμιοποίησης, οδηγώντας σε σωβινισμό πρόνοιας στη Δυτική Ευρώπη, οικονομικό εθνικισμό στην Ανατολική Ευρώπη και εμπορικό προστατευτισμό στις ΗΠΑ υπό τον Τραμπ. Αλλά στην πραγματικότητα των διαπραγματεύσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το φάντασμα του «διεθνούς εθνικισμού» αντιπροσωπεύει μια contradictio in adiecto που μπορεί κάλλιστα να στοιχειώσει την ευρωπαϊκή ακροδεξιά μόλις το εκλογικό θέαμα δώσει τη θέση του στη χάραξη οικονομικής πολιτικής, καταλήγει ο Rathgeb.
Και τώρα τι;
Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών μπορούν να προκαλούν τεκτονικές δονήσεις πολύ πέρα από τα εθνικά σύνορα, διαμορφώνοντας την τροχιά της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης και το μέλλον της ίδιας της ηπείρου. Απέναντι στις πλατφόρμες οικονομικής πολιτικής που υποστηρίζονται από τις ακραίες δυνάμεις, που οδηγούνται από τον εθνικισμό και τον προστατευτισμό, η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα σημείο καμπής, καλούμενη να αξιολογήσει και να αντιμετωπίσει τις βαθιές επιπτώσεις αυτών των ιδεολογικών ρευμάτων.
Επιπλέον, ο ρόλος της γεωπολιτικής και των διεθνών σχέσεων δεν μπορεί να υποτιμηθεί στην κατανόηση της ανόδου των λαϊκιστικών κομμάτων στην ΕΕ.
Σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από γεωπολιτική αντιπαλότητα και παγκόσμιες αλλαγές ισχύος, η Ευρώπη βρίσκεται στον πυρήνα ενός έντονου γεωπολιτικού τοπίου, πρόσφορου σε εργαλειοποίηση των υπαρχόντων παθογενειών από πολιτικούς καιροσκόπους. Η αναζωπύρωση του εθνικισμού και η διάβρωση της πολυμέρειας θέτουν τρομερές προκλήσεις για τις αρχές της συνεργασίας και της αλληλεγγύης πάνω στις οποίες οικοδομείται το ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Ακραίες φωνές λαϊκισμού μπορεί να ρίχνουν σκιές στο πολιτικό γίγνεσθαι της ηπείρου, ωστόσο, τo νέο Ευρωκοινοβούλιο -στο χέρι όλων των ευρωπαίων πολιτών είναι- μπορεί να δώσει λύσεις με στόχο και πάλι την σύνθεση και την ενότητα…