author-image-116 Ομάδα του Ορθού Λόγου
Χωρίς κατηγορία

Χωρίς κατηγορία

Ναι, είναι γεγονός ότι ο παραδοσιακός «Τύπος» δεν υπάρχει πια, αυτός που εξασφάλιζε για αρκετά χρόνια ένα μίνιμουμ τήρησης κανόνων ορθής δημοσιογραφίας, είτε επειδή οι επιχειρηματίες ήταν κατά βάση εκδότες και μετά όλα τα …άλλα, είτε επειδή οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι είχαν αρχές, υποδομή, καλλιέργεια και πάθος για την αντικειμενική απόδοση των νέων, με προσοχή στα στοιχεία, περίσκεψη στο σχολιασμό, ήτοι «ατομική ευθύνη» στην επαγγελματική τους δράση. Επί του προκειμένου, σε ότι αφορά την βαθύτερη ερευνητική δημοσιογραφία, για να μπορούμε να έχουμε, σήμερα, άποψη πρέπει πρώτα να γνωρίζουμε τι σημαίνει και ποιες οι πρακτικές της. Αναπτύσσουμε, λοιπόν, το νόημα και την άσκησή της, τοποθετώντας την και υπό την μορφή της εποικοδομητικής δημοσιογραφίας, αυτή που εμείς και αρκετοί, πλέον, ανά τον κόσμο πρεσβεύουμε.

Ποιος και πως ερευνά;

Η ερευνητική δημοσιογραφία είναι μια μορφή δημοσιογραφίας στην οποία οι δημοσιογράφοι επεξεργάζονται σοβαρά ένα μοναδικό θέμα ενδιαφέροντος, όπως σοβαρά εγκλήματα, πολιτική διαφθορά ή εταιρικές ατασθαλίες/αδικήματα. Ένας πραγματικός ερευνητής δημοσιογράφος μπορεί να χρειαστεί μήνες ή χρόνια έρευνας και προετοιμασίας για ένα ρεπορτάζ, καθόσον χρειάζεται να συγκεντρώσει αδιάσειστα στοιχεία, από πολλές και έγκυρες πηγές, έγραφα και αποδείξεις. Απαιτείται, έτσι, πολύς χρόνος, εξαντλητική -και μερικές φορές επικίνδυνη- δουλειά.  Διεθνώς, πολλές φορές, χρησιμοποιούνται οι όροι “watchdog reporting”, δηλαδή, ρεπορτάζ σκύλου-φύλακα ή “accountability reporting”, που σημαίνει ρεπορτάζ λογοδοσίας.

Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στον ορισμό της UNESCO:
«Η ερευνητική δημοσιογραφία περιλαμβάνει την αποκάλυψη στη δημοσιότητα θεμάτων που αποκρύπτονται -είτε σκόπιμα από κάποιον που κατέχει θέση ισχύος, είτε τυχαία, πίσω από μια χαοτική μάζα γεγονότων και περιστάσεων που αποκρύπτουν την κατανόηση. Απαιτεί τη χρήση τόσο μυστικών όσο και ανοικτών πηγών και εγγράφων».

Όπως διδάσκουν στις Σχολές Δημοσιογραφίας, η «ερευνητική» δεν τρέχει πίσω από την επικαιρότητα, αλλά, αντιθέτως, επιλέγει ένα γεγονός/μια είδηση/μια πληροφορία, η οποία μέσα της, εμπεριέχει κάποιο στοιχείο «παρανομίας-σκανδάλου», υπερβάσεων των διαφόρων μορφών εξουσίας. Σημαντικό και πιθανό ολίσθημα, το να προσπαθεί ο δημοσιογράφος να «ταιριάξει» τα δεδομένα που βρήκε, με την αρχική του αντίληψη/προκατάληψη, έτσι ώστε να την δικαιολογήσει. Κάτι τέτοιο βέβαια, δεν αποτελεί λάθος της ερευνητικής δημοσιογραφίας, αλλά, λάθος χρησιμοποίηση (και εκμετάλλευση) του όρου «ερευνητική δημοσιογραφία»… Σαφώς, πρόκειται για εγγενή αδυναμία ή (και) σκοπιμότητα!

Η ερευνητική δημοσιογραφία προστατεύει τη Δημοκρατία, όταν αποκαλύπτει γεγονότα τα οποία είναι προς το δημόσιο συμφέρον. Ωστόσο, απαιτείται μεγάλο θάρρος για να αποκαλύπτονται οι περιπτώσεις διαφθοράς και οικονομικού εγκλήματος, οι παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, περιβαλλοντικές ζημίες, κλπ. Κυρίως, λόγω του ότι το έγκλημα μεγάλης κλίμακας, συχνά, περιλαμβάνει περισσότερες από μία χώρες, ενώ, απαιτείται πολύς χρόνος και χρήμα για να …σκάψεις, να ανακαλύψεις και να φωτίσεις. Πράγματι σε πολλές χώρες δημοσιογράφοι διακινδυνεύουν την ζωή τους για να φέρουν στο φως την αλήθεια, όχι, όμως, όλοι, πάντα και παντού.

Η κλασική ερευνητική δημοσιογραφία ξεκινά με την ιδέα ότι άνθρωποι και οργανισμοί σε θέσεις ισχύος αποκρύπτουν κακές πράξεις/ενέργειες. Υπάρχουν προβλήματα κλιμακωτά και ύπουλα. Οι δημοσιογράφοι πρέπει να ρίξουν προβολείς σε αυτές τις σκοτεινές γωνίες. Το φως είναι «απολυμαντικό»… Και, έτσι, ανακαλύπτοντας και εκθέτοντας προβλήματα, φτάνουμε στην «θεωρία αλλαγής»: ενθαρρύνονται μεταρρυθμίσεις.

«Δεν υπάρχει έγκλημα, δεν υπάρχει δολιότητα, δεν υπάρχει κόλπο, δεν υπάρχει απάτη, δεν υπάρχει βίτσιο, που να μη ζει με μυστικότητα. Βγάλτε αυτά τα πράγματα στο φως, περιγράψτε τα, επιτεθείτε τους, γελοιοποιήστε τα στον Τύπο, και, αργά ή γρήγορα, η κοινή γνώμη θα τα εξαλείψει…» Τζόζεφ Πούλιτζερ

 Σήμερα, αυτό που βλέπουμε είναι ότι, πράγματι, πολλά λάθη διορθώθηκαν, ζωές σώθηκαν, νόμοι άλλαξαν… Όμως, από κεκτημένη ή από πλάνη, καταλήξαμε να υπάρχει μια, σχεδόν ισοπεδωτική, δραματική μείωση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς, στις κυβερνήσεις, στις επιχειρήσεις και, κατ’ επέκταση σε δημοσιογράφους/ΜΜΕ. Το δημοσιογραφικό επάγγελμα βρίσκεται, παγκοσμίως, στις τελευταίες θέσεις εμπιστοσύνης… Γιατί άραγε;

Όπως πολλές έρευνες αναδεικνύουν, έχει δημιουργηθεί στο κοινό ένα αίσθημα αδυναμίας και απελπισίας. Έχει να κάνει με την παθολογία της κοινωνίας μας και την αύξηση της «κούρασης από τις ειδήσεις», όπως πολλοί εκφράζουν. Προσθέστε, σε αυτό το φαινόμενο, τρελούς και απατεώνες με τον μανδύα του δημοσιογράφου (και, μάλιστα, του «ερευνητικού»), με ιδεοληπτικές και όχι μόνο εμμονές, που εξυπηρετούν ποικίλα πολιτικά και άλλα συμφέροντα, οπότε γίνεται κατανοητό γιατί έφτασε σε αυτό το σημείο η δημοσιογραφία των καιρών μας.

Και αυτό το εκμεταλλεύονται πολλοί εχθροί της Δημοκρατίας…

 Η παγκόσμια κληρονομιά της δημοσιογραφίας ξεκίνησε με θέσεις όπως αυτή του τρίτου Πρόεδρου των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (1801-1809) και κύριου συντάκτη της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας: «Αν ήταν στο χέρι μου να αποφασίσω αν θα έπρεπε να έχουμε μια κυβέρνηση χωρίς εφημερίδες ή εφημερίδες χωρίς κυβέρνηση, δεν θα δίσταζα ούτε στιγμή να προτιμήσω το δεύτερο», Τόμας Τζέφερσον (1787).
Οι καιροί, όμως, άλλαξαν από τότε, και φτάσαμε στον Πρόεδρο Τραμπ (και άλλους), που αποκαλούσε δημοσιογράφους και μέσα ως «εχθρούς του λαού»…

Μπορεί, λοιπόν, η δημοσιογραφία να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου και να επιτελέσει το «ιερό» λειτούργημα της ενημέρωσης, που υποστηρίζει τις Δημοκρατίες και μπορεί να βελτιώνει τον κόσμο, δίχως να αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης του ρόλου της από κανένα;

Όλες οι έρευνες των τελευταίων χρόνων καταλήγουν στο ότι οι αναγνώστες/θεατές, θέλουν κάτι διαφορετικό στην ενημέρωση. Δείχνουν ότι το κοινό προτιμά προσανατολισμό των ειδήσεων σε λύσεις, αναφέροντας πως νιώθουν πιο αισιόδοξοι. Τότε θα εμπλέκονται εργαζόμενοι στις λύσεις, θα διαβάζουν περισσότερα σχετικά άρθρα και θα τα μοιράζονται με άλλους. Είναι, επίσης, πιο δεκτικοί στην ενημέρωση όταν θεωρούν ότι κάτι μπορεί να γίνει για ένα ζήτημα. Δεν νιώθουν αυτό το δυσάρεστο αίσθημα της ‘αβοηθησίας’… Επίσης, έχουν βρει ότι το θετικό περιεχόμενο είναι πιο viral από το αρνητικό. Τα αρνητικά μηνύματα διαδίδονται πιο γρήγορα από τα θετικά μεν, αλλά τα θετικά φθάνουν σε πολύ μεγαλύτερα ακροατήρια.

Όπως έχει αναδείξει έρευνα του BBC, περίπου τα 2/3 των νέων κάτω των 35 τοποθετούν ως κορυφαίο τους αίτημα η ενημέρωση να παρουσιάζει λύσεις στα προβλήματα.

Από τον φύλακα-σκύλο στον σκύλο οδηγό

 Η εποικοδομητική δημοσιογραφία -ή αλλιώς δημοσιογραφία των λύσεων (solution journalism)- επεκτείνει την έννοια της έρευνας και της ερευνητικής δημοσιογραφίας, ακόμη παραπέρα. Δίχως να εστιάζεται, απαραίτητα, στην «αναζήτηση σκανδάλων», ερευνά ολοκληρωτικά και σε βάθος ένα ζήτημα, προσπαθώντας να μεταλαμπαδεύσει την γνώση στους αναγνώστες/θεατές και να «βελτιώσει» τον Κόσμο γύρω μας.
Όχι, αυτό δεν είναι ουτοπικό, είναι καλή προαίρεση και ενεργός δράση. Θεωρείται, λοιπόν, ως το επόμενο βήμα εξέλιξης της ερευνητικής δημοσιογραφίας. Εστιάζεται στην ‘αλλαγή πρακτικής’. Όλα έχουν να κάνουν με την εξέλιξη, την αλλαγή, των πρακτικών στη δημοσιογραφία. Στην ιδέα μετατροπής του «σκύλου-φύλακα» σε «σκύλο-οδηγό». Η χρήση δηλαδή της ερευνητικής δημοσιογραφίας προς εξεύρεση λύσεων χρήσιμων για το άτομο και την κοινωνία. Υπάρχει κάτι μεμπτό σε αυτό; Προφανώς και δεν υπάρχει, άλλο αν δεν το γνωρίσαμε ως τώρα…

Σύνδεση ερευνητικής και εποικοδομητικής δημοσιογραφίας

Από πολλές απόψεις, το ερευνητικό ρεπορτάζ είναι το ιδανικό όχημα για την εποικοδομητική δημοσιογραφία. Οι μηχανισμοί του ρεπορτάζ είναι, ουσιαστικά, οι ίδιοι και στις δύο περιπτώσεις: οι δημοσιογράφοι πρέπει να κατανοήσουν όχι μόνο τι συνέβη, αλλά και πώς και γιατί συνέβη -τα γνωστά κύρια ερωτήματα παραμένουν ως αφετηρία.

Αν γίνει σωστά, η δημοσιογραφία λύσεων μπορεί να ενισχύσει τις πιο σκληρές/δύσκολες έρευνες. Είναι ένας τρόπος να καθιστά για παράδειγμα υπεύθυνους τους δημόσιους λειτουργούς όχι μόνο για τα κακά πράγματα που μπορεί να κάνουν, αλλά και για τα καλά πράγματα για τα οποία δεν προσπαθούν, πιθανώς, με ιδιαίτερο ζήλο. Η σκιαγράφηση παραδειγμάτων επιτυχίας αφαιρεί κάθε δικαιολογία για κακή συμπεριφορά. Είναι, επίσης, συχνά, ένας πιο φρέσκος, πιο φιλικός προς τον αναγνώστη τρόπος να αναφερθεί ένα καταθλιπτικό θέμα -υπό την έννοια ότι ψυχολογικά έχει μεγάλη σημασία στον σύγχρονο κόσμο το πώς «σερβίρονται» τα νέα και μας αφορά, σκεπτόμενους και μη, ή έστω, λιγότερο σκεπτόμενους…

Ας βάλουμε μια τάξη σε όλο αυτό που περιγράφουμε και ας κωδικοποιήσουμε τις έννοιες.

1) Παραδοσιακή ερευνητική δημοσιογραφία: Καλύπτει θέματα που ενδιαφέρουν τον κόσμο (όχι κοινότυπα), βασισμένα σε δεδομένα/στοιχεία και έγγραφα. Ξεκινά με ερωτήσεις και μετά ψάχνει για απαντήσεις. Τα θέματα πρέπει να έχουν εμφανή χρησιμότητα στους αναγνώστες, να εκθέτουν στο κοινό κάτι που κάποιος σε θέση εξουσίας δεν θέλει να γνωρίζουν, και, ιδανικά, να έχουν ένα αντίκτυπο. Να «αλλάζουν τον Κόσμο…».

2) Το + στη δημοσιογραφία των λύσεων: Ξεκινάει από τα προβλήματα που, ήδη, αναγνωρίζονται και έχουν σημασία για το κοινό, με σοβαρή ενημέρωση, βασισμένη σε στοιχεία, έγγραφα και συνεντεύξεις. Εξηγεί το γιατί και το πώς των αντιδράσεων, προσφέροντας αποδείξεις αποτελεσμάτων και όχι, απλά, προθέσεις. Όλα τα εργαλεία της ερευνητικής δημοσιογραφίας είναι και τα εργαλεία της εποικοδομητικής. Παρέχει πληροφορίες που μπορούν να βοηθήσουν τους άλλους, όχι απλά μια …έμπνευση. Μπορεί οι λύσεις να είναι διαφορετικές από μέρος σε μέρος, αλλά βοηθούν τους ανθρώπους στο να βρουν, να δημιουργήσουν, τις δικές τους λύσεις. Επίσης συζητά τους περιορισμούς στις εν δυνάμει λύσεις. Δεν τις φουσκώνει… είναι αποτελέσματα σοβαρής εξέτασης. Και, τελικά έχει αντίκτυπο, «αλλάζει τον κόσμο»!

 3) Η «θεωρία αλλαγής» για την δημοσιογραφία των λύσεων: Αναγνώριση των πιο διαρκών/ανθεκτικών και καταστροφικών κοινωνικών προβλημάτων. Δεν είναι αρκετό για τους δημοσιογράφους, απλά, να αποκαλύπτουν τα λάθη και να ελπίζουν ότι η κοινωνία θα αλλάξει, ότι τα πράγματα θα γίνουν από μόνα τους…Οι πολίτες χρειάζονται αξιόπιστα παραδείγματα αντιμετώπισης των προβλημάτων αυτών. Αυτός ο τρόπος ενημέρωσης μπορεί πραγματικά να οδηγήσει σε μεγαλύτερη λογοδοσία των ανθρώπων που κατέχουν θέσεις εξουσίας…

4) Εποικοδομητική δημοσιογραφία = περισσότερη λογοδοσία: Ένα πρόβλημα που θεωρείτο προηγουμένως ως αναπόφευκτο γίνεται, πλέον, αντιληπτό ως απαράδεκτο. Όταν σε ένα μέρος επιλύεται κάτι, όταν για παράδειγμα κάποιοι φορείς εξουσίας σε μια χώρα λογοδοτούν, τότε, γιατί όχι και κάπου αλλού;

5) Πού βρίσκεται η ‘ιστορία’, η είδηση; Αντί να κοιτάμε την αρνητική πλευρά σε κάτι και να αναδεικνύουμε μόνο αυτή, ψάχνουμε για τη θετική. Γιατί πχ, τα πράγματα είναι καλύτερα σε ένα μέρος; Τι λύσεις εφάρμοσαν εκεί; Τι δουλεύει και τι όχι;
Αντίθετες προσεγγίσεις για την κάλυψη ενός εγκλήματος:
“The shock treatment”, έμφαση στο δραματικό, στο βίαιο και αρνητικό. Σπουδαία παρουσίαση, ρεπορτάζ, αλλά, συνήθως, δεν οδηγεί τους ανθρώπους σε δράσεις.
– Η προσέγγιση με λύσεις: «Φτάνει πια ο φόβος, μας χρειάζονται λύσεις, κάτι πρέπει να κάνουμε γι’ αυτό»…
Τι από τα δύο ωθεί τους ανθρώπους σε δράση, ώστε να επιλυθεί το πρόβλημα; Φυσικά, οι λύσεις!!

Στους “The Seattle Times” για παράδειγμα, τη μεγαλύτερη εφημερίδα της Βορειοδυτικής Αμερικής, με αυτή την αλλαγή στις προσεγγίσεις τους, τα τελευταία 10-15 χρόνια, κατέκτησαν 10 βραβεία Πούλιτζερ για τις έρευνές τους και θεωρούνται ως η καλύτερη εφημερίδα ερευνητικής δημοσιογραφίας (πχ, με το “Education lab project”). Και, πρακτικά, υπήρξε μεγάλη αύξηση του αναγνωστικού κοινού, καθώς και χορηγιών για τέτοιες έρευνες. Έτσι εξηγείται το γιατί στις ΗΠΑ έχει αρχίσει να διαδίδεται αρκετά αυτή η δημοσιογραφική προσέγγιση. Εφαρμόζεται, πλέον, σε πάνω 130 ‘newsrooms’, τα περισσότερα στις ΗΠΑ και Καναδά, αλλά ανοίγονται σταδιακά σε όλο τον κόσμο.

Πολλές φορές, βέβαια, ως πρώτη αντίδραση, ακούγεται ότι πρόκειται για υπερασπιστική δημοσιογραφία (advocacy journalism). Ουσιαστικά, -λένε κάποιοι-, συνηγορείτε υπέρ μιας συγκεκριμένης θέσης. Η απάντησή είναι όχι, ουσιαστικά ευαισθητοποιούνται, ενεργοποιούνται οι πολίτες. Δεν ευαισθητοποιούνται απαραίτητα προς μια συγκεκριμένη θέση αλλά επιμορφώνονται οι πολίτες για το τι μπορεί να γίνει, τι έχει δοκιμαστεί αλλού. Και κάποιες φορές, αυτό που έχει δοκιμαστεί μπορεί να είναι αντιγράψιμο και μεταβιβάσιμο σε μια κοινότητα, κάποιες άλλες πάλι όχι, για πολλούς λόγους, όπως κλιματικούς, δημογραφικούς, κα. Ενδυναμώνει όμως τους πολίτες, τους δίνει μια αίσθηση του σκοπού ότι μπορούμε να κάνουμε κάτι, αντί ενός αισθήματος αδιεξόδου…

Και τώρα τι;

Το μέλλον της δημοσιογραφίας δείχνουν πρόσφατες έρευνες:
Μελέτη διαπιστώνει ότι οι πολίτες θέλουν κάτι περισσότερο από σκύλους-φύλακες για τους δημοσιογράφους.
Ξεπερνώντας την αδιαφορία: τι μας λέει η στάση απέναντι στις ειδήσεις για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης.
Δημοσιογραφία, ΜΜΕ, και τεχνολογικές τάσεις και προβλέψεις για το 2022.

Η ερευνητική λοιπόν δημοσιογραφία αναντίρρητα αποτελεί μια από τις σημαντικότερες μορφές έγκριτης δημοσιογραφίας, η οποία εκθέτει την αλήθεια για την «εξουσία» και αποκαλύπτει τη διαφθορά. Όμως, η ερευνητική δημοσιογραφία μπορεί να είναι και εποικοδομητική. Είναι σημαντικό να προχωρούμε πέρα από την αποκάλυψη των προβλημάτων της κοινωνίας και στις λύσεις τους… Απλά, αλλάζουμε λίγο το πλαίσιο οδηγώντας τους δημοσιογράφους να αντιληφθούν ότι για καλή δημοσιογραφία ουσιαστικά μιλάμε, αυτή που όλοι αγαπάμε και ασκούμε.
Γιατί, σε τελική ανάλυση, είτε μιλάμε για ερευνητική είτε για εποικοδομητική δημοσιογραφία, το ζήτημα είναι απλά η καλή-ποιοτική δημοσιογραφία. Και ξεκινάει με τις βασικές ερωτήσεις που όλοι οφείλουμε να κάνουμε κάθε μέρα, με σπουδαιότερη αυτή της χρήσης των πόρων του δημοσιογραφικού οργανισμού σε μείζονα/σημαντικά project: Τι καλό θα κάνει αυτό το ρεπορτάζ;

Σε κάθε περίπτωση, για να πετύχει το εγχείρημα, απαιτείται η απεξάρτηση από τα κόμματα, την «κρατική» εξουσία από κάθε άποψη, την συναλλαγή με οικονομικούς παράγοντες που έχουν όφελος να χειραγωγούν την πληροφορία, όταν δεν εφαρμόζουν καλές πρακτικές, όταν επιζητούν τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Κυρίαρχο, τέλος, ζήτημα είναι η απαλλαγή των δημοσιογράφων από προκαταλήψεις είτε αυτές βασίζονται σε πλάνη, είτε σε εμπάθεια για προσωπικούς λόγους, είτε σε ματαιοδοξία, που μπορεί να οδηγήσει σε φανατικές αντιλήψεις και συμπεριφορές, έως και εκβιαστικές τακτικές, που προκύπτουν ακούσια ή ηθελημένα -πειραγμένα στοιχεία ή κοινή «λάσπη» αντί αδιάσειστων στοιχείων και αποδείξεων…

Ο καλύτερος ερευνητής δημοσιογράφος «ασκεί δίωξη» πρώτα απ’ όλα στις δικές του προκαταλήψεις και δουλεύει εναντίον των δικών του συμπερασμάτων απαλλασσόμενος όλων των μεροληψιών και ιδεοληψιών του…

Την επόμενη φορά λοιπόν που κάποιοι θα μιλούν για «ελευθερία του λόγου» και φίμωση της δημοσιογραφίας και δη της ερευνητικής, δόθηκαν τα κριτήρια ώστε ο καθένας να μπορεί να κρίνει και να συγκρίνει και να αποφασίσει για τον εαυτό του…

New York Times, 1896: Έκκληση για αξιοπρεπή δημοσιογραφία που περιελάμβανε το λατινικό ρητό: «Μεγάλη είναι η αλήθεια και θα επικρατήσει». (Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου)

Εγγραφείτε και μιλήστε!

Με την εγγραφή σας μπορείτε να συμμετάσχετε στην κουβέντα για το άρθρο, να μιλήσετε στους συντάκτες μας και να συμβάλλετε εποικοδομητικά στα άρθρα μας.

Μπορείτε να συνεχίσετε την ανάγνωση του άρθρου πατώντας εδώ, αλλά...

... είναι μόνο χάρη των μελών/συνδρομητών που μας στηρίζουν που μπορούμε να έχουμε άρθρα.

Εάν μια εποικοδομητική δημοσιογραφία, που δεν εξαρτάται από διαφημίσεις, είναι κάτι που θέλετε να υποστηρίξετε γίνετε μέλος σήμερα.

Περιεχόμενα Τεύχους

Τεύχος 30

Φεβρουάριος 2022

Μετάβαση στο περιεχόμενο