Σαφώς, ο οπαδισμός ως έννοια και φαινόμενο, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε διεθνές επίπεδο, δεν αφορά μόνο τα πανεπιστήμια. Αποτελεί μια ιδιαίτερα πολυδιάστατη έννοια, η οποία, μάλιστα, δεν προκύπτει από μια και μοναδική «γενεσιουργό αιτία». Αντίθετα, έρευνες έχουν δείξει πως το οικογενειακό περιβάλλον, η εκπαίδευση, αλλά και παράγοντες κοινωνικοί, βιολογικοί, ψυχολογικοί, ακόμη και νευρολογικοί, συμβάλλουν στην τάση ενός ατόμου, να αναζητήσει ένα «καταφύγιο συλλογικότητας», εντασσόμενο σε μια οπαδική νόρμα. Κατ’ επέκταση, να προχωρά σε πράξεις τέτοιες, οι οποίες θα το καταστήσουν περισσότερο συμπαθές στην οπαδική ομάδα του, πράξεις οι οποίες, δυστυχώς, μπορεί να περιλαμβάνουν την άσκηση βίας σε βάρος συμφοιτητών του… Ζωτικής σημασίας ρόλο στο πως θα συμπεριφερθεί ένας «οπαδός», διαδραματίζει το πλαίσιο μέσα στο οποίο δραστηριοποιείται και θεωρείται ως δεδομένο πως, περιβάλλοντα αβεβαιότητας και έλλειψης ασφάλειας/σιγουριάς και εμπιστοσύνης προς τους αρμόδιους θεσμούς, εντείνουν τέτοιες συμπεριφορές, λαμβάνοντας υπόψιν τον μανιχαϊστικό και δογματικό τρόπο σκέψης των «οπαδών». Δυστυχώς, τέτοια περιβάλλοντα συναντούν καθημερινά οι φοιτητές των ελληνικών πανεπιστημίων. Κατ’ επέκταση, συναντούν και τον οπαδισμό που «γεννάται», ενισχύεται και «βρυχάται» μέσα σε αυτά.
Ο Βασίλης Αποστολόπουλος είναι τελειόφοιτος στο τμήμα Ναυπηγών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και ιδρυτής της «Πανελλήνιας Ανεξάρτητης Κίνησης Σπουδαστών- PROJECT ΠΑΝΚΣ», η οποία είναι μια μη κομματική, φιλελεύθερη φοιτητική οργάνωση. Στοχεύει στον εξευρωπαϊσμό των ελληνικών πανεπιστημίων αλλά και την υπεράσπιση της ακαδημαϊκής ελευθερίας μέσα σε αυτά, με θέσεις που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων α) την ειδική πανεπιστημιακή φύλαξη με δικαίωμα σύλληψης παραβατών, χωρίς βαρύ οπλισμό, σύμφωνα με τα πρότυπα του εξωτερικού, β) την αξιολόγηση των καθηγητών με τη δημιουργία κινήτρων αλλά και ποινών, έτσι ώστε «η αξιολόγηση των καθηγητών από τους φοιτητές να έχει επιτέλους βαρύτητα και να μην πέφτει στο κενό», αλλά και γ) τη διεξαγωγή ηλεκτρονικών ψηφοφοριών τόσο σε επίπεδο γενικών συνελεύσεων όσο και φοιτητικών εκλογών. Επισημαίνεται, βέβαια, ότι «η διαδικασία της διαβούλευσης της γενικής συνέλευσης θα πρέπει να γίνεται δια ζώσης»
Ο Βασίλης Αποστολόπουλος μιλά στον Ορθό Λόγο για τον οπαδισμό στα ελληνικά πανεπιστήμια, τις εκφάνσεις του, τις αιτίες του αλλά και φυσικά για τις λύσεις, «έτσι ώστε να καταφέρουμε κάποτε να γίνουμε Ολλανδία ή Σουηδία», όπως σημειώνει.
«Όσοι επιθυμούν να αυτοπροσδιορίζονται ως φιλελεύθεροι μέσα στο πανεπιστήμιο αυτομάτως βιώνουν περιορισμούς στην καλύτερη, βία στη χειρότερη. Ακόμα και απλοί φοιτητές, οι οποίοι μπορεί να μην έχουν απαραίτητα σχέση με την οργάνωση μας, βιώνουν αυτό το είδος bullying, συνήθως σε μικρότερη έκταση καθώς μια μονάδα δεν απειλεί το status quo όπως μια πιο οργανωμένη πολιτική οντότητα στο πανεπιστήμιο. Χαρακτηριστική ήταν η επίθεση στον υπεύθυνο της οργάνωσης μας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Οδυσσέα Βλαχονικολό, τον περασμένο Οκτώβριο μέσα στη σχολή του από φερόμενα ως μέλη του αναρχικού χώρου», μας λέει. «Δεν θα ήθελα να μπω σε πολλές λεπτομέρειες για παρόμοια περιστατικά καθώς η κατάσταση είναι τόσο κακή που αν τα ίδια τα θύματα δεν μπορούν να αποδείξουν με βίντεο αυτά τα οποία συμβαίνουν, κάθε φορά ξεχωριστά, ακόμα και οι ίδιοι οι συμφοιτητές τους καταλήγουν να μην τους πιστεύουν, επηρεασμένοι, συνήθως, από την προπαγάνδα της άκρας αριστεράς η οποία είναι διάχυτη στη νέα γενιά μέσω των σόσιαλ μίντια και η οποία, συχνά, αγνοεί επιδεικτικά τη βία που ασκείται σε βάρος των φοιτητών -οι οποίοι στέκονται απέναντι σε όλη αυτή την κατάσταση- μέχρι και που την κανονικοποιεί επιδεικτικότατα. Για να συνοψίσω, τα περιστατικά βίας στο πανεπιστήμιο, σήμερα, θυμίζουν την κατάσταση στην οποία βρισκόταν η βία κατά των γυναικών 30 χρόνια πριν: όλοι ξέρουν, κανείς δε μιλάει. Γιατί το στίγμα είναι τεράστιο».
«Μεγάλη αναταραχή θαυμάσια κατάσταση»
Ασφαλώς, ένα εύλογο ερώτημα προκύπτει σε αυτό το σημείο: Τις πταίει;
Ο Βασίλης, απαριθμεί μια σειρά από παράγοντες όπως α) «η μη απονομή δικαιοσύνης σε περιπτώσεις καταφανούς αδικίας (καθηγητής που δεν τηρεί τον εσωτερικό κανονισμό, είναι παρα-βιαστικός, είναι προσβλητικός κλπ) και η διαχρονική κάλυψη τέτοιων περιπτώσεων λόγω συνδικαλιστικών και πρυτανικών συμφερόντων», β) η διαφθορά, γ) η αναξιοκρατία, εξαιτίας των οποίων, ακόμη και «πριν 20 και 30 χρόνια που είχαμε πολλαπλάσια χρηματοδότηση, τα πανεπιστήμια μας ήταν στα τάρταρα των διεθνών αξιολογήσεων», δ) «η έλλειψη ασφάλειας στο πανεπιστήμιο», αλλά και η ε) «πλήρης εξίσωση των αποτελεσμάτων των κόπων των δημοσίων υπαλλήλων του πανεπιστημίου», που, «κατά μια έννοια ευνοεί, τελικά, το κλίμα φανατισμού και τρομοκρατίας στο πανεπιστήμιο».
Τότε ακριβώς είναι λοιπόν, όπως εξηγεί ο Βασίλης,«η στιγμή που οι καλοθελητές της άκρας αριστεράς βρίσκουν “πάτημα” και εφαρμόζουν το νόμο της ζούγκλας, γελοιοποιώντας, πλήρως, τους θεσμούς της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, παίρνοντας την κατάσταση στα χέρια τους και ασκώντας βία, συμβολικά σε πρώτη φάση, αλλά και κανονικά σε δεύτερη». Όπως έλεγε και ο Μάο: “Μεγάλη αναταραχή θαυμάσια κατάσταση”. «Βρίσκουν και τα κάνουν», συμπληρώνει ο Βασίλης.
Το ζήτημα της ασφάλειας στα Πανεπιστήμια
«Θα αναρωτιόμασταν, ποτέ, αν θα ρίξουμε λάδι στη φωτιά παίρνοντας μέτρα εναντίον των εμπόρων ναρκωτικών ή των μπράβων της νύχτας; Τότε γιατί πρέπει αδικήματα παρόμοιου χαρακτήρα και έκτασης να χαίρουν ασυλίας, λόγω ενός φαινομενικά ιδεολογικού μανδύα;», μας απαντά, όταν τον ρωτάμε για την πανεπιστημιακή αστυνομία.
«Το πλάνο της πανεπιστημιακής αστυνομίας, όσο περίεργο και αν ακούγεται, το είχαμε προτείνει πολύ πριν γίνει κυβερνητική απόφαση, από το Μάρτιο του 2020, μέσω μιας διαδικτυακής εκπομπής, οπότε θα ήταν ανέντιμο από πλευράς μας να αλλάξουμε γραμμή, όταν η όλη συζήτηση πήρε την έκταση που πήρε στο δημόσιο λόγο. Εμείς, μάλιστα, πάμε τη συζήτηση και ένα βήμα παραπέρα, θεωρούμε, δηλαδή, ότι, όπως κάθε κρατικός υπάλληλος πρέπει να αξιολογείται μέσα στο πανεπιστήμιο, έτσι και ο αστυνομικός που θα μπει θα πρέπει να ελέγχεται. Πως; Πολύ απλά ακολουθώντας τις καλές πρακτικές χωρών του εξωτερικού: κάμερα στη στολή, ελαφριά εξάρτηση μιας και μιλάμε για πανεπιστήμιο και νέα ανεξάρτητη αρχή αξιολόγησης αστυνομικών περιστατικών υπέρμετρης βίας. Μάλιστα, κάναμε και μια ολόκληρη δημόσια συζήτηση με φορείς της ΚτΠ, νομικούς, δημοσιογράφους, ακόμα και Έλληνες αξιωματικούς της ΕΛΑΣ, από την οποία προέκυψε και αυτή μας η θέση για τον έλεγχο των σωμάτων ασφαλείας στο πανεπιστήμιο».
Ο Βασίλης, εκτιμά ότι: «Ιδανικές λύσεις δεν υπάρχουν για αυτό το θέμα και πρέπει η νέα γενιά να κοιτάξουμε το πρόβλημα κατάματα όπως και να μη κρύβουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλάκι όπως γινόταν τόσα χρόνια».
«Η ερώτηση είναι απλή: μπορούν να υπάρχουν άβατα; Η απάντηση είναι όχι, ούτε στα πανεπιστήμια (καταλήψεις – “στέκια”) ούτε πουθενά στο δημόσιο βίο ή χώρο. Ιδεολογικά μιλώντας, η ιδιοποίηση ενός κοινόχρηστου χώρου ή αγαθού, πληρωμένου από όλους τους φορολογούμενους ισότιμα (δεξιούς, αριστερούς, κεντρώους κλπ, χωρίς έλεγχο ή προϋποθέσεις από τον κρατικό διαχειριστή, δηλ. το πανεπιστήμιο) είναι ξεκάθαρα μια αυταρχική πρακτική μικρής κλίμακας η οποία, όμως, κανονικοποιεί, σιγά-σιγά, αυτού του είδους τη μικρή βία και η οποία, ανά διαστήματα, γεννά μεγάλες βίαιες εκρήξεις πχ, χαρακτηριστικά τα επεισόδια στην ΑΣΟΕΕ και σε άλλα πανεπιστήμια (“να προστατέψουμε το χώρο μας, ως αγέλη”). Αλλά αυτό είναι το λιγότερο, το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η προληπτική φίμωση κάθε αντίθετης άποψης», συνεχίζει ο Βασίλης και προσθέτει:
«Γιατί αν έχουν βγει από ένα άβατο, ένα “στέκι” και έχουν χτυπήσει κάποιον μπροστά σε σένα ή ακόμα και κάποιον/α φίλο/η σου, ξέρεις τι θα σου συμβεί αν μιλήσεις. Αυτό, λοιπόν, τα απόστημα πρέπει να σπάσει και για να σπάσει χρειάζεται σύγκρουση με το κατεστημένο των πανεπιστημίων, στο οποίο συμπεριλαμβάνω και τους πρυτάνεις. Δεν μπορεί να γίνει καμία συζήτηση για ελευθερία, δημοκρατία και ανθρώπινα δικαιώματα μέσα στο πανεπιστήμιο όταν υπάρχουν κυριολεκτικά ολόκληρα οπλοστάσια με πληθώρα καλοθελητών εντός αυτών».
«Δεν ξέρω τι μπορεί να έχει στο μυαλό του ο κάθε εν δυνάμει παραβατικός με ιδεολογικό μανδύα. Το 99,9% των φοιτητών θέλει να λειτουργεί το πανεπιστήμιο για το οποίο ο ίδιος και η οικογένεια του επένδυσε με κόπο χρόνο και χρήμα για να μπει», μας απαντά όταν τον ρωτάμε – με βάση έρευνες και τη θεωρία της κοινωνικής ψυχολογίας – για το ενδεχόμενο, η διακριτή ύπαρξη της αστυνομίας εντός των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων (και όχι κάποιου άλλου «ουδέτερου» οργανισμού ασφάλειας με στόχο τη διασφάλιση της ομαλής και ασφαλούς λειτουργίας των πανεπιστημίων), να φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα από εκείνα που προσδοκώνται, προκαλώντας εστίες περαιτέρω έντασης.
Και τώρα τι;
Αναφορικά με τις σημαντικές δράσεις στις οποίες προβαίνει η Πανελλήνια Ανεξάρτητη Κίνηση Σπουδαστών για την αντιμετώπιση του προβλήματος του οπαδισμού, ο Βασίλης σημειώνει: «Αυτό που κάναμε, το τελευταίο διάστημα, για το κομμάτι της βίας (εκτός των δράσεων μας σε τμήματα και σχολές για καθημερινά ζητήματα, εκδηλώσεις σύνδεσης με την αγορά εργασίας κλπ) είναι η εύρεση των θυμάτων κάθε επίθεσης και ενίσχυση τους με οδηγίες, συμβουλές και συνεχή ενθάρρυνση τους, ώστε να βρουν το θάρρος να μιλήσουν ανοιχτά για αυτό που τους συνέβη και, τελικά, να τους φέρουμε σε επαφή με τα ΜΜΕ. Το πιο χαρακτηριστικό περιστατικό ήταν αυτό με την επίθεση σε φοιτητές του ΑΠΘ που έπαιζαν ‘παλέρμο’, όταν δέχθηκαν επίθεση η οποία εξελίχθηκε σε ομηρία 3 ωρών μέσα στο ίδιο τους το πανεπιστήμιο. Εκεί, μας πληροφόρησαν φίλοι της οργάνωσης για το περιστατικό, οπότε και ενεπλάκην, ώστε να βοηθήσουμε τα θύματα με κάθε τρόπο και να βοηθήσουμε να βρει η υπόθεση το φως της δημοσιότητας».
Παράλληλα, διατείνεται πως μια σειρά από δράσεις όπως α) «η άμεση αξιολόγηση εκπαιδευτικού προσωπικού, με την οποία οι καλύτεροι με βάση κάποια ποσοτικά στοιχεία θα επιβραβεύονται μια διάφορους τρόπους (πχ, αύξηση μισθού, bonus, δημόσια επιβράβευση κλπ) και οι χειρότεροι θα πρέπει ή να ενισχύονται με τη βοήθεια του πανεπιστημίου ή να βιώνουν συνέπειες αν παρεκτρέπονται, από επιπλήξεις μέχρι και κανονική, μόνιμη απόλυση», αλλά και β) η εφαρμογή «καλών πρακτικών πανεπιστημίων του εξωτερικού και η επιτάχυνση της σύνδεσης πανεπιστημίων – αγοράς εργασίας», θα διαφοροποιούσαν σημαντικά την κατάσταση στα ελληνικά πανεπιστήμια, και κατ’ επέκταση, θα επιδρούσαν θετικά στο πρόβλημα του οπαδισμού εντός αυτών.
«Η απόκλιση των δεξιοτήτων (skills) των αποφοίτων, σε σχέση με αυτά που ζητάει η αγορά εργασίας έχει τέτοια απόκλιση στην Ελλάδα, που, σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η χώρα είναι προτελευταία στην Ευρώπη με επιτυχία διασύνδεσης μόλις 30%. Όλα, όμως, λύνονται από το ευρωπαϊκό, το φιλελεύθερο μοντέλο», καταλήγει ο Βασίλης, προτρέποντας την Πολιτεία να εστιάσει και να δράσει σε όλα τα προαναφερθέντα ζητήματα, που ταλανίζουν το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο.