O μεγαλύτερος πολιτικός και ρήτορας της Ρώμης εξελέγη, το 63 π.Χ., Ύπατος της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, σε μια εποχή που η πατρίδα του απειλούνταν από πολιτικούς διψασμένους για εξουσία, σοβαρά κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, εξωτερικές αναταραχές και κομματισμό χωρίς διάθεση συνεργασίας. Δεν περιορίστηκε απλώς στην άσκηση των καθηκόντων του ανώτατου αξιώματος της εποχής – αυτού που σήμερα θα αποκαλούσαμε εκτελεστική εξουσία – αλλά μας άφησε αρχές διακυβέρνησης, ρητορικής και ηθικής ηγεσίας που μοιάζουν σήμερα, δύο χιλιετίες αργότερα, ανατριχιαστικά επίκαιρες…
Ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρων υπήρξε πολιτικός σε καιρό παρακμής, φιλόσοφος της πολιτείας, υπέρμαχος της αρετής και της λογικής. Πίστευε ότι η Δημοκρατία σώζεται από το ήθος των ανθρώπων που την υπηρετούν – και από την ικανότητα να στεκόμαστε όρθιοι εν μέσω των καταιγίδων της Ιστορίας. Δεν αφιερώθηκε μόνο στη δράση. Στοχάστηκε βαθιά πάνω στα μεγάλα ερωτήματα της διακυβέρνησης: Πώς δομείται μια καλή κοινωνία; Τι σημαίνει, στην πράξη, ο όρος «καλή»; Ποια είναι η πηγή των δίκαιων νόμων; Ποια ισορροπία εξουσιών μπορεί να εγγυηθεί την ελευθερία και τη σταθερότητα; Ερωτήματα που μας απασχολούν ακόμη και σήμερα – και για τα οποία εξακολουθούμε να αναζητούμε επαρκείς απαντήσεις. Οι επιστολές, οι λόγοι και τα γραπτά του είναι γεμάτα διαχρονική σοφία και πρακτικές γνώσεις για τον τρόπο επίλυσης αυτών και άλλων προβλημάτων που αφορούν την ηγεσία, το κοινό καλό και την ευθύνη απέναντι στην Πολιτεία.
Αντί, λοιπόν, να υψώσουμε δάκτυλο καταγγελίας προς τα πρόσωπα και τις καταστάσεις της εποχής μας, προτιμούμε να μιλήσουμε μέσα από τις αναλογίες ενός παραδείγματος από το μακρινό παρελθόν. Όχι για να αποφύγουμε τη σύγκρουση, αλλά για να προσφέρουμε έναν καθρέφτη – σε όποιον έχει τη διάθεση να κοιτάξει. Οι έχοντες ώτα, ακουέτω…
Ανάμεσα στο «πριν» και στο «μετά» μιας εποχής που αλλάζει, αξίζει να επαναφέρουμε στο προσκήνιο αρχές που μπορούν να διαμορφώσουν όχι μόνο το πώς κυβερνιόμαστε, αλλά και το ποιοι επιλέγουμε να είμαστε.
Συγκεντρώσαμε, λοιπόν, τα σημαντικότερα, κατά τη γνώμη μας, σημεία και αποσπάσματα από τον Κικέρωνα, ευελπιστώντας να λειτουργήσουν ως οδηγός κοινής λογικής για τους σύγχρονους ηγέτες και πολίτες. Παρακάτω ξεδιπλώνονται ορισμένες από τις πιο οξυδερκείς σκέψεις του για ζητήματα όπως η ηγεσία, η διαφθορά, η ισορροπία εξουσιών, η φορολογία, ο πόλεμος, η μετανάστευση και η σημασία του συμβιβασμού.
Αυτά τα κείμενα επηρέασαν βαθιά μεγάλους ηγέτες του νεότερου κόσμου και παραμένουν εξίσου διδακτικά σήμερα, όσο και όταν γράφτηκαν. Θα έπρεπε να αποτελούν υποχρεωτικό ανάγνωσμα για κάθε σύγχρονο πολιτικό άνδρα ή γυναίκα. Και, στην πραγματικότητα, αυτό ίσχυε – όχι πολύ καιρό πριν. Ο Κικέρων δεν υπήρξε μόνο καταλύτης της Ιταλικής Αναγέννησης· τα έργα του βρίσκονταν στα ράφια πολιτικών ανδρών από τους Ιδρυτές των Ηνωμένων Πολιτειών έως τον Ουίνστον Τσώρτσιλ. Είναι, πράγματι, ένδειξη της παρακμής των καιρών μας το γεγονός ότι σήμερα δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε τους περισσότερους σύγχρονους ηγέτες να έχουν τέτοια βιβλία δίπλα τους…
Αξίζει να θυμηθούμε εδώ μια χαρακτηριστική φράση του Τζον Άνταμς, δεύτερου Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς διάβαζε μια βιογραφία του Κικέρωνα: «Νομίζω πως διαβάζω την ιστορία όλων των εποχών και όλων των εθνών σε κάθε σελίδα και, ειδικά, την ιστορία της χώρας μας τα τελευταία σαράντα χρόνια. Αλλάξτε τα ονόματα και κάθε ιστορία θα μπορούσε να αφορά εμάς…»
«Έξι λάθη που συνεχίζει να κάνει η ανθρωπότητα εκατοντάδες χρόνια τώρα:
Πιστεύει ότι το προσωπικό κέρδος επιτυγχάνεται με τη συντριβή των άλλων,
Ανησυχεί για πράγματα που δεν μπορούν να αλλάξουν ή να διορθωθούν,
Επιμένει ότι ένα πράγμα είναι αδύνατο επειδή δεν μπορούμε να το επιτύχουμε,
Αρνείται να βάλει στην άκρη επουσιώδεις προτιμήσεις,
Παραμελεί την ανάπτυξη και την τελειοποίηση του νου,
Αποπειράται να εξαναγκάσει τους άλλους να πιστεύουν και να ζουν όπως εμείς»,
Κικέρων
Πολιτική στη σκιά της παρακμής
Ο Κικέρων έγραψε δύο βασικές πραγματείες πολιτικής φιλοσοφίας: το De Re Publica (Περί Πολιτείας) και το De Legibus (Περί Νόμων). Άρχισε να εργάζεται πάνω σε αυτά το 52 π.Χ., όταν ο Ιούλιος Καίσαρ «ειρηνοποιούσε» τη Γαλατία και ο Πομπήιος ήταν ο μοναδικός Ύπατος στη Ρώμη (ενώ κανονικά υπήρχαν δύο). Ήταν μια εποχή σοβαρής απειλής για τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία, μόλις τρία χρόνια πριν ξεσπάσει ο εμφύλιος πόλεμος. Ο Κικέρων, πρακτικά αποκλεισμένος από την ενεργό πολιτική, αφιερώθηκε τότε στη συγγραφή.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι τίτλοι των δύο έργων του είναι οι λατινικές εκδοχές δύο διάσημων διαλόγων του Πλάτωνα: της Πολιτείας και των Νόμων. Ο Κικέρων θεωρούσε τον εαυτό του συνομιλητή του Πλάτωνα, τον οποίο θαύμαζε βαθύτατα. Όμως, σε αντίθεση με αυτόν, δεν επιδίωξε να περιγράψει κάποια ιδεατή φιλοσοφική πολιτεία. Αντίθετα, ξεκίνησε από ό,τι θεωρούσε το πιο επιτυχημένο πραγματικό πολίτευμα που είχε υπάρξει μέχρι τότε – τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία – και αναρωτήθηκε: τι ακριβώς την έκανε τόσο επιτυχημένη; Και, εξίσου σημαντικό, πώς θα μπορούσε να βελτιωθεί ακόμη περισσότερο;
Η Αθήνα, συχνά, παρουσιάζεται ως το πρώτο δημοκρατικό πολίτευμα της Ιστορίας. Αυτό, ωστόσο, ισχύει μόνο εν μέρει, καθώς προηγήθηκαν και άλλες μικρότερες ελληνικές πόλεις στον δρόμο προς τη δημοκρατία. Η Ρώμη της Δημοκρατικής περιόδου υπήρξε, στην πραγματικότητα, το ουσιαστικό πρότυπο για τις σύγχρονες δημοκρατίες. Διέθετε σύστημα αντιπροσωπευτικών εκλογών (σε αντίθεση με την άμεση αθηναϊκή δημοκρατία την οποία ο Πλάτων παρομοίαζε εύστοχα με εξουσία του όχλου), και έναν Συνταγματικό Χάρτη: την περίφημη Δωδεκάδελτο. Σε αυτήν καταγράφηκε για πρώτη φορά ένα μέχρι τότε άγραφο εθιμικό δίκαιο, ορίζοντας ρητά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των Ρωμαίων πολιτών. Οι δώδεκα αυτές Πινακίδες (δέλτοι) εκτέθηκαν δημόσια και ήταν προσβάσιμες σε όλους (αν μπορούσαν, φυσικά, να διαβάσουν).
Η Ρωμαϊκή Δημοκρατία διέθετε πλειάδα εκλεγμένων αξιωμάτων – μεταξύ αυτών οι δέκα Τριβούνοι των Πληβείων και οι δύο Ύπατοι – και διατηρούσε σαφή διαχωρισμό εξουσιών: νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική. Με αυτό τον τρόπο, προδιέγραψε τις αρχές της συνταγματικής δημοκρατίας των νεότερων χρόνων.
Η ψήφος ήταν ανοιχτή σε όλους τους Ρωμαίους πολίτες (αν και έπρεπε να μεταβούν αυτοπροσώπως στη Ρώμη για να ασκήσουν το δικαίωμά τους), και η ιθαγένεια επεκτεινόταν συνεχώς (…όχι χωρίς αντιπαραθέσεις), έως ότου το 212 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Καρακάλλας την παραχώρησε σε όλους όσοι ζούσαν εντός των συνόρων της αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένων και των γυναικών, με τα ίδια δικαιώματα που είχαν οι Ρωμαίες.
Ως φιλόσοφος-πολιτικός, ο Κικέρων διατηρούσε μια σταθερή ηθική πυξίδα με διαρκή στόχο τη σωτηρία της Δημοκρατίας από την τυραννία. Ταυτόχρονα, όμως, δεν δίσταζε να μετατοπίζει ρεαλιστικά τις συμμαχίες του και να κάνει συμβιβασμούς σε συγκεκριμένα ζητήματα, προκειμένου να είναι αποτελεσματικός στην πράξη. Αυτή η στάση τον έφερνε σε αντίθεση με τον φίλο και συνάδελφό του, Κάτωνα τον Νεότερο, Στωικού φιλοσόφου και παραδείγματος ηθικής ακεραιότητας. Σε μια χαρακτηριστική επιστολή του προς τον δια βίου φίλο του Αττικό, ο Κικέρων παρατηρεί: «Όσο για τον φίλο μας τον Κάτωνα, δεν τον αγαπάς περισσότερο από μένα· αλλά τελικά, με τις καλές του προθέσεις και την απόλυτη ειλικρίνειά του, μερικές φορές βάζει σε κίνδυνο τη Δημοκρατία. Μιλάει και ψηφίζει σαν να βρίσκεται στη Δημοκρατία του Πλάτωνα και όχι στην αθλιότητα του Ρωμύλου.» (Επιστολή ΙΙ.1, Ρώμη, Ιούνιος 60 π.Χ.)
Η αντίθεση ανάμεσα στην Πολιτεία του Πλάτωνα – δηλαδή την ουτοπία – και στην «αθλιότητα του Ρωμύλου» – δηλαδή την ωμή πραγματικότητα της Ρωμαϊκής πολιτικής – είναι, σχεδόν, ποιητική. Και ίσως, εξαιρετικά επίκαιρη.
Ο αγώνας του Κικέρωνα, τελικά, ήταν χαμένος από χέρι… Είτε εξαιτίας ιστορικών αναγκαιοτήτων που συνδέονταν με τη ραγδαία επέκταση της ρωμαϊκής επικράτειας, είτε λόγω της υπερμεγέθους επιρροής εγωκεντρικών προσωπικοτήτων όπως ο Ιούλιος Καίσαρας, ο Πομπήιος, ο Κράσσος, ο Μάρκος Αντώνιος και ο Οκταβιανός (ο μετέπειτα αυτοκράτορας Αύγουστος), η Ρωμαϊκή Δημοκρατία κατέρρευσε -να σημειωθεί πάντως, ότι οι άνδρες αυτοί, όσο καταστροφικοί κι αν αποδείχθηκαν, ήταν τουλάχιστον προσωπικότητες με ιστορικό βάρος. όχι φαιδρές φιγούρες της δημόσιας ζωής, όπως συχνά συναντάμε στις μέρες μας. Ο Κικέρων συμπεριλήφθηκε στη λίστα «προγραφών» του Αντωνίου, γεγονός που σήμαινε καταδίκη σε θάνατο και δήμευση της περιουσίας του. Όταν τον εντόπισε ένας εκατόνταρχος κοντά στην ακτή της Φορμίας (περίπου στα μισά μεταξύ Ρώμης και Νάπολης), πρόσφερε τον λαιμό του λέγοντας: «Ως εδώ. Πλησίασε, στρατιώτη. Δεν υπάρχει τίποτα έντιμο σε αυτό που κάνεις· τουλάχιστον, φρόντισε να μου κόψεις σωστά το κεφάλι.» (Κάσσιος Δίων, Ρωμαϊκή Ιστορία, 47.8.4)
Τα 10 πολιτικά διδάγματα
1. Υπάρχουν καθολικοί νόμοι που διέπουν τις ανθρώπινες υποθέσεις.
Ο Κικέρων υπήρξε υπέρμαχος του λεγόμενου φυσικού δικαίου, της αντίληψης ότι οι ανθρώπινοι νόμοι πρέπει να αντανακλούν μια ανώτερη, διαχρονική τάξη πραγμάτων· και ότι μόνο συγκρίνοντάς τους με αυτήν την «φυσική» τάξη μπορούμε να τους κρίνουμε ως δίκαιους ή άδικους. Ο ίδιος και οι Στωικοί πίστευαν ότι ο φυσικός νόμος είχε θεσπιστεί από τον Θεό – όπως άλλωστε και η χριστιανική παράδοση κατά τον Μεσαίωνα. Η έννοια εξακολουθεί να εμπνέει μέχρι σήμερα – όχι πια ως θεϊκή επιταγή, αλλά μέσα σε ένα σε ένα κοσμικό και φυσικά θεμελιωμένο πλαίσιο, αποτελώντας, για παράδειγμα, τη βάση της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
2 Η καλύτερη μορφή διακυβέρνησης στηρίζεται στην ισορροπία εξουσιών.
Στο έργο του De Re Publica, προτείνει ένα μικτό σύστημα που συνδυάζει τα τρία βασικά πολιτεύματα: μοναρχία, αριστοκρατία και δημοκρατία. Με σύγχρονους όρους, αυτό μεταφράζεται σε έναν συνδυασμό ισχυρής εκτελεστικής εξουσίας (όπως στην Αμερικανική Προεδρία – πριν από την απορρύθμιση της σοβαρότητας), μιας Γερουσίας που, ιδανικά, συγκροτείται από τους «άριστους» που μπορούμε να εκλέξουμε (μακάρι!) και ένα γενικό σύστημα αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
3. Οι ηγέτες πρέπει να έχουν εξαιρετικό χαρακτήρα και ακεραιότητα.
Δεν έχουμε την πολυτέλεια να εμπιστευόμαστε τις κρίσιμες αποφάσεις – εθνικές και διεθνείς –σε ανθρώπους «χωρίς πυξίδα» ή, ακόμη χειρότερα, διεφθαρμένους. Σε μια δημοκρατία, την τελική ευθύνη την έχουμε εμείς, οι πολίτες. Εμείς επιλέγουμε ποιοι θα μας κυβερνήσουν…
4. Κράτα τους φίλους σου κοντά – και τους εχθρούς σου πιο κοντά.
Καλλιέργησε τις σχέσεις σου με τους φίλους-συμμάχους σου και μην τους θεωρείς δεδομένους. Παράλληλα, φρόντισε να γνωρίζεις πάντα τι κάνουν οι αντίπαλοί σου και μην τους αφήσεις να σε πιάσουν απροετοίμαστο.
5. Η ευφυΐα δεν είναι μειονέκτημα.
Η διανόηση δεν είναι άσχημη λέξη – όσο κι αν κάποιοι θα ήθελαν να την απαξιώσουν. Ας πάμε λίγο πίσω (για να μην πούμε για τα σημερινά…) και ας θυμηθούμε τις εκλογές των ΗΠΑ του 2000, όταν πολλοί λοιδορούσαν τον Αλ Γκορ ως «διανοούμενο με μυτερό κεφάλι» (pointy-headed intellectual), προτιμώντας τον Τζορτζ Μπους επειδή ήταν «ο τύπος που θα μπορούσαν να πιούν μαζί του μια μπίρα». Όλοι γνωρίζουμε πού κατέληξε αυτή η επιλογή – και σε τι κόστος ενδεχομένως μας οδηγεί ακόμη και σήμερα…
6. Ο συμβιβασμός είναι απαραίτητος για να προχωρούν τα πράγματα.
Ανατρέξτε στο παραπάνω σχόλιο του Κικέρωνα για τον Κάτωνα: ακόμη και η αγνότερη πρόθεση μπορεί να καταλήξει καταστροφική όταν αρνείται να συνυπολογίσει την πραγματικότητα. Στις μέρες μας – στις ΗΠΑ και αλλού – βιώνουμε ακραία επίπεδα πόλωσης και έχθρας στην πολιτική ζωή. Ένας ζήλος για «καθαρότητα» έχει διαβρώσει τόσο τη Δεξιά όσο και την Αριστερά, και αυτό, όπως βίωσε ο Κικέρων με τον πιο οδυνηρό τρόπο, είναι η συνταγή για καταστροφή…
7. Μην αυξάνεις τους φόρους – εκτός αν είναι απολύτως αναγκαίο.
Ο Κικέρων, με βάση τα σημερινά κριτήρια, θα χαρακτηριζόταν συντηρητικός. Υποστήριζε την ατομική ιδιοκτησία και ήταν αντίθετος σε φορολογικές επιβαρύνσεις πέραν του απολύτως απαραίτητου. Παρά ταύτα, πίστευε – όπως αργότερα και συντηρητικοί σαν τον Τσώρτσιλ – ότι ένα κράτος οφείλει να προσφέρει όχι μόνο ασφάλεια, αλλά και θεμελιώδεις υπηρεσίες προς όλους τους πολίτες. Επιπλέον, ήταν αντίθετος στη συγκέντρωση πλούτου στα χέρια λίγων· ένα πρόβλημα απολύτως σύγχρονο, που πλήττει στις μέρες μας πολλές φιλελεύθερες δημοκρατίες και ιδιαίτερα την αμερικανική.
8. Οι μετανάστες δυναμώνουν μια χώρα.
Η Ρωμαϊκή Δημοκρατία και ακόμη περισσότερο η Αυτοκρατορία που ακολούθησε, ήταν μια ιδιαιτέρως πολυεθνοτική και κοσμοπολίτικη κοινωνία. Άνθρωποι όπως ο Κικέρων – που δεν καταγόταν από τη Ρώμη – είχαν συνείδηση της δύναμης και των ικανοτήτων που έφερναν οι «ξένοι» όταν αποκτούσαν την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη.
9. Μην ξεκινάς ποτέ έναν άδικο πόλεμο.
Οι περισσότεροι πόλεμοι είναι άδικοι, με την έννοια ότι δεν πληρούν τα κριτήρια του «δίκαιου πολέμου», που πρώτος συστηματοποίησε ο Κικέρων: δίκαιη αιτία, ορθή πρόθεση, έσχατη λύση, αναλογικότητα κλπ. Όπως ο ίδιος θεωρούσε, κάθε πόλεμος που ξεκινά λόγω απληστίας ή για την υπεράσπιση της «εθνικής τιμής» είναι ipso facto (αυτομάτως) άδικος.
10. Η διαφθορά καταστρέφει ένα έθνος.
Κατέστρεψε τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία και είναι πολύ κοντά, σήμερα, στο να καταστρέψει μια Δημοκρατία του μεγέθους των ΗΠΑ. Δισεκατομμυριούχοι -ολιγάρχες- διοικούν, πλέον, τη χώρα με τρόπο ανάλογο με την άτυπη τριανδρία του Καίσαρα, του Πομπήιου και του Κράσσου. Αγοράζουν πολιτικούς, νομοθετούν κατά παραγγελία, και παραμορφώνουν συνεχώς το σύστημα προς ίδιον όφελος. Κάποιοι από αυτούς φθάνουν ακόμα και στα ύπατα αξιώματα. Αυτό δεν είναι μόνο άδικο, αλλά υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους δημοκρατικούς θεσμούς και τον πολιτικό λόγο/διάλογο – και αυτό είναι το πρώτο βήμα προς την τυραννία.
Λόγοι και στοχασμοί για ευτελείς καιρούς
Ανάμεσα στα έργα του Κικέρωνα, διαλέξαμε ορισμένα αποσπάσματα που μας προσκαλούν να ξανασκεφτούμε τι σημαίνει πολιτική, δίκαιο και δημόσιος λόγος.
«Ο αληθινός νόμος είναι η αρμονία του ορθού λόγου με τη φύση. Ισχύει για όλους, παντού και πάντα… Δεν μπορούμε να καταργήσουμε κανένα μέρος του, πόσο μάλλον να τον καταργήσουμε εντελώς. Δεν υπάρχει άλλος αληθινός νόμος στη Ρώμη και άλλος στην Αθήνα. Ο νόμος αυτός δεν αλλάζει με την πάροδο του χρόνου. Ισχύει για όλους τους ανθρώπους παντού – στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον».
Πρόκειται για τη σαφή διατύπωση του φυσικού νόμου κατά τον Κικέρωνα. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η προφανής ερμηνεία είναι ότι αυτός ο νόμος, στον οποίο, ιδανικά, βασίζεται ο ανθρώπινος νόμος, έχει θεϊκή προέλευση. Οι αρχαίοι Στωικοί – με τους οποίους ο Κικέρων ένιωθε βαθιά συγγένεια – θεωρούσαν ότι το φυσικό δίκαιο είναι έκφραση της καθολικής λογικής. Γι’ αυτό και μπορεί να γίνει αντιληπτό από τον καθένα, ανεξάρτητα από τόπο ή εποχή.
Πώς θα ερμηνεύαμε σήμερα αυτή την ιδέα, σε κοσμικό και επιστημονικό πλαίσιο; Σύμφωνα με έρευνες στη συγκριτική πρωτευοντολογία, καθώς και μελετών σχετικά με τη φυσική ηθική, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η βιο-κοινωνική φύση του ανθρώπου επιβάλλει ορισμένα όρια και προϋποθέσεις στην αρμονική κοινωνική ζωή. Περιορισμούς που, με τρόπο σχεδόν αυτονόητο, μας δείχνουν τι είναι δίκαιο και τι άδικο – τουλάχιστον σε γενικές γραμμές. Για παράδειγμα, καμία ανθρώπινη κοινωνία δεν επιτρέπει τη δολοφονία ή την κλοπή. Γιατί καμία κοινωνία δεν θα μπορούσε να επιβιώσει για πολύ, αν οι άνθρωποι περιφέρονταν σκοτώνοντας ή κλέβοντας για προσωπικό όφελος ή για «ψυχαγωγία». Συνεπώς, το φυσικό δίκαιο μας υπαγορεύει ότι ο φόνος και η κλοπή είναι ανήθικες πράξεις – και κάθε ανθρώπινος νόμος που θα τις επέτρεπε, θα ήταν αυτομάτως άδικος.
Τόσο ο Κικέρων όσο και οι Στωικοί (για παράδειγμα, ο Σενέκας) είχαν πλήρη συνείδηση ότι δεν είναι όλα όσα εμπίπτουν στον ανθρώπινο νόμο ριζωμένα στον φυσικό νόμο, καθώς οι σύγχρονες κοινωνίες είναι πολύ πιο περίπλοκες από τις αρχαίες, κατά τη διάρκεια των οποίων εξελίχθηκε η ανθρώπινη φύση (όπως θα λέγαμε σήμερα). Για τον λόγο αυτό, έλεγαν, συχνά, ότι η Φύση μας δίνει τις απαρχές της αρετής, αλλά εξαρτάται από την (επίσης φυσική) ικανότητά μας να σκεφτόμαστε για να την αναπτύσσουμε. Με άλλα λόγια, όπου η Φύση σιωπά ή δεν είναι σαφής, οφείλουμε να συλλογιζόμαστε με γνώμονα το κοινό καλό και να βρίσκουμε αρμονικές λύσεις στα προβλήματα της συνύπαρξής μας.
«Ένα μικτό και ισορροπημένο σύστημα [κυβέρνησης] παραμένει σταθερό, εκτός αν οι ηγέτες είναι ασυνήθιστα φαύλοι».
Ακόμη και σήμερα, ακούμε συχνά για την περίφημη «ανθεκτικότητα» των θεσμών μας – ότι τάχα η θεσμική μας αρχιτεκτονική επαρκεί από μόνη της για να προστατεύσει τη Δημοκρατία, ακόμη και όταν εκφυλίζεται η πολιτική συμπεριφορά. Ίσως… Αλλά, αυτό δεν είναι το μάθημα που μας διδάσκει η Ρωμαϊκή εμπειρία.
Ο Κικέρων είχε βαθιά επίγνωση ότι κανένας θεσμός – όσο ισχυρός ή ορθολογικά δομημένος κι αν είναι – δεν μπορεί να σταθεί, αν καταρρεύσει το ανθρώπινο στοιχείο που τον υπηρετεί. Δεν αρκεί να έχουμε δίκαιους και λειτουργικούς θεσμούς· χρειαζόμαστε επίσης ενάρετους, ή τουλάχιστον όχι φαύλους, ανθρώπους για να τους στηρίξουν. Όταν ένας κρίσιμος αριθμός πολιτικών παραβιάζει συνειδητά αυτό που οι Ρωμαίοι αποκαλούσαν mos maiorum (τον «τρόπο των προγόνων» – την άτυπη, αλλά δεσμευτική ηθική και θεσμική παράδοση), τότε οι θεσμοί, όσο ανθεκτικοί κι αν είναι, δεν αντέχουν.
Η Ρωμαϊκή Δημοκρατία διήρκεσε πάνω από 500 χρόνια, αλλά αρκούσε ένας μικρός αριθμός αποφασισμένων ανδρών για να την καταλύσουν και να την μετατρέψουν σε κληρονομική τυραννία…
«Συμφορές συμβαίνουν περιστασιακά ακόμη και στους σοφότερους άνδρες, οι οποίοι δεν είναι πιο ικανοί να ξεπεράσουν την ατυχία από ό,τι οι καλύτεροι καπετάνιοι να αντιμετωπίσουν μια βίαιη καταιγίδα. Το καθήκον σου είναι να οδηγείς το πλοίο του κράτους ομαλά και σταθερά. Να θυμάσαι ότι ένας καπετάνιος που αποκοιμάται μπορεί να ναυαγήσει το σκάφος. Αλλά, αν μείνεις ξύπνιος, μπορεί να απολαύσεις το ταξίδι».
Για τον Κικέρωνα, ο ιδανικός πολιτικός μοιάζει με έμπειρο καραβοκύρη. Δεν είναι υπεράνθρωπος, ούτε αλάνθαστος – όμως έχει καθήκον να παραμένει άγρυπνος, συγκεντρωμένος, ενεργός. Όπως ο καλός κυβερνήτης δεν μπορεί να αποτρέψει όλες τις καταιγίδες, έτσι κι ένας πολιτικός δεν μπορεί να προλάβει κάθε συμφορά. Μπορεί, όμως, να ελαχιστοποιήσει τις απώλειες, να αντέξει στους «ανέμους της τύχης», να κρατήσει την πορεία, να μη χάσει το τιμόνι.
Η πολιτική ηγεσία, κατά τον Κικέρωνα, δεν είναι απλώς διαχείριση – είναι δέσμευση, διαρκής εγρήγορση και αίσθηση ευθύνης. Η μεταφορά του πλοίου είναι εύστοχη γιατί κάνει ορατό αυτό που συχνά ξεχνάμε: ότι η εξουσία δεν είναι θώκος, αλλά θέση μάχης. Όταν ο πολιτικός κοιμάται, το κόστος το πληρώνει η κοινωνία. Όταν όμως μείνει ξύπνιος – με την έννοια της προετοιμασίας, της ορθής κρίσης, της γνώσης, της δεξιοτεχνίας και της εσωτερικής αντοχής – τότε ίσως, όπως λέει ο Κικέρων, να καταφέρει όχι μόνο να προστατεύσει, αλλά και να απολαύσει την πορεία.
«Ένας ρήτορας πρέπει να είναι σε θέση να επιλέγει τη σωστή γλώσσα και να διατυπώνει προσεκτικά τις λέξεις του. Πρέπει επίσης να κατανοεί πλήρως το εύρος των συναισθημάτων που μας έχει χαρίσει η φύση… Ο ρήτορας χρειάζεται ακόμη μια κάποια χάρη και πνευματώδη ευγένεια, τον καλλιεργημένο τρόπο του ευπατρίδη, και την ικανότητα να πλήττει με σφοδρότητα όταν επιτίθεται σε αντίπαλο. Επιπλέον, χρειάζεται να διαθέτει μια λεπτή χάρη και εκλεπτυσμένη συμπεριφορά. … Πιστεύω πως κανείς δεν μπορεί να γίνει πραγματικά σπουδαίος ρήτορας, αν δεν έχει στέρεες βάσεις σε όλο το φάσμα της ανθρώπινης γνώσης».
Για τον Κικέρωνα, η ικανότητα να επικοινωνεί κανείς αποτελεσματικά ήταν θεμελιώδης – είτε ως νομικός, είτε ως πολιτικός, είτε ως φιλόσοφος. Η ρητορική, όμως, δεν είναι απλώς τεχνική. Είναι έκφραση παιδείας, ήθους και ψυχικής λεπτότητας. Ο ρήτορας οφείλει να γνωρίζει όχι μόνο να πείθει, αλλά και να αισθάνεται, να σέβεται, να μορφώνει. Πρέπει να μπορεί να αγγίζει τον ακροατή, όχι με θόρυβο ή εντυπωσιασμό, αλλά με μέτρο, οξύνοια και αίσθηση του χρόνου. Επίσης, για εκείνον, δεν είναι ποτέ αυτοσκοπός. Όσο κι αν τη θαυμάζει, την υποτάσσει πάντα στη σοφία. Η σοφία χωρίς ρητορική μπορεί να είναι ανεπαρκής, αλλά η ρητορική χωρίς σοφία είναι επικίνδυνη. Κι αν κάτι μας έδειξε ο 20ός και ο 21ος αιώνας, είναι ακριβώς αυτό: πόση ζημιά μπορεί να προκαλέσει ένας δεινός ρήτορας χωρίς ηθικά αναχώματα, χωρίς γνώση, χωρίς εσωτερικό μέτρο.
Ο δημόσιος λόγος, για τον Κικέρωνα, δεν είναι μέσο για να κυριαρχήσεις – είναι μέσο για να υπηρετήσεις. Γι’ αυτό και η παιδεία του ρήτορα πρέπει να είναι πλήρης: όχι μόνο γλωσσική, αλλά και φιλοσοφική, πολιτική, ανθρώπινη.
«Στην πολιτική, είναι ανεύθυνο να διατηρείς μια αμετάβλητη στάση όταν οι συνθήκες εξελίσσονται συνεχώς και οι καλοί άνθρωποι αλλάζουν γνώμη. Το να επιμένεις στην ίδια άποψη ανεξάρτητα από το κόστος δεν θεωρήθηκε ποτέ αρετή για τον πολιτικό άνδρα. Όταν βρίσκεσαι στη θάλασσα, είναι καλύτερο να τρέξεις μπροστά από μια καταιγίδα αν το πλοίο σου δεν μπορεί να φτάσει στο λιμάνι. Αλλά αν μπορείς να βρεις ασφάλεια πλέοντας μπρος-πίσω, μόνο ένας ανόητος θα συνέχιζε την πορεία του αντί να αλλάξει κατεύθυνση και να επιστρέψει ασφαλής στην πατρίδα του. Με τον ίδιο τρόπο, ένας σοφός πολιτικός πρέπει να έχει ως απώτερο στόχο την ειρήνη με τιμή για τη χώρα του, όπως έχω πει πολλές φορές. Είναι το όραμά μας που πρέπει να παραμείνει σταθερό, όχι τα λόγια μας».
Η μεταφορά της πλοήγησης επανέρχεται – και πάλι εύστοχα. Η σοφία, για τον Κικέρωνα, δεν είναι προσκόλληση σε άκαμπτες αρχές, αλλά διαύγεια μέσα στην κίνηση, σταθερότητα προσανατολισμού και όχι ακινησία. Η πολιτική, λέει, είναι τέχνη πορείας μέσα στην αβεβαιότητα· το να αλλάζεις γνώμη όταν αλλάζουν τα δεδομένα δεν είναι αδυναμία, αλλά ευθύνη.
Στον αντίποδα, οι «σταθεροί» πολιτικοί – εκείνοι που δεν μετακινούνται ούτε χιλιοστό, ανεξαρτήτως των συνεπειών – είναι, στον πυρήνα τους, κυνικά εγωπαθείς ή επικίνδυνα αφελείς. Δεν ενδιαφέρονται για το αποτέλεσμα, αλλά για την εικόνα της «συνέπειας».
Ο Κικέρων μας καλεί να διακρίνουμε το εξής κρίσιμο: το όραμα πρέπει να μένει σταθερό – όχι τα λόγια μας. Αυτό είναι μια από τις βαθύτερες πολιτικές αρετές: να ξέρεις πού θέλεις να πας, και να βρίσκεις τον δρόμο κάθε φορά από την αρχή, αν χρειαστεί.
Δυστυχώς, στις μέρες μας, η ευελιξία συχνά λοιδορείται ως «αναποφασιστικότητα», η αναθεώρηση ως «αστάθεια». Κι όμως, ο σοφός πολιτικός δεν ορίζεται από το πείσμα, αλλά από τη δύναμη να επαναξιολογεί χωρίς να εγκαταλείπει τον προσανατολισμό του.
Και τώρα τι;
Ο Κικέρων δεν πρόλαβε το «μετά» της εποχής του. Δεν του δόθηκε η δυνατότητα να δει αν θα μπορούσε, έστω και λίγο, να αναστραφεί η πορεία προς την κατάρρευση. Όμως. προσπάθησε. Στοχάστηκε, μίλησε, έδρασε. Και μέσα από τις λέξεις του μας άφησε έναν τρόπο να βλέπουμε τον κόσμο και τη θέση μας μέσα σε αυτόν. Μας άφησε κώδικες σκέψης και στάσης, όχι για να μας δώσουν έτοιμες λύσεις, ούτε για να αντικαταστήσουν τις δικές μας απαντήσεις – αλλά για να τις δοκιμάσουν…
Σήμερα, εμείς βρισκόμαστε ανάμεσα στο δικό μας «πριν» και στο άδηλο «μετά». Κι ίσως αυτό που έχουμε περισσότερο ανάγκη να επανεξετάσουμε δεν είναι τόσο οι νόμοι ή οι θεσμοί, όσο το ποιοι άνθρωποι καλούνται να τους υπηρετήσουν. Ποιοι επιλέγουμε να μας κυβερνούν. Ποιοι ανεχόμαστε να κυριαρχούν στον δημόσιο λόγο.
Γιατί η κρίση δεν ξεκινά όταν καταρρεύσει το σύστημα. Ξεκινά όταν καταρρεύσει η δική μας κρίση.
Ο Κικέρων το κατάλαβε νωρίς: μια Δημοκρατία δεν πέφτει απότομα. Διαβρώνεται εκ των έσω – και συνήθως, με τη συνενοχή όσων βολεύτηκαν να κοιμούνται στο πηδάλιο…
Ίσως, τελικά, εμείς – οι πολίτες του 21ου αιώνα – να βρισκόμασταν σε πολύ καλύτερη θέση αν ακολουθούσαμε τις συμβουλές του Κικέρωνα.