Επιμένοντας να στηρίζουμε ως στάση, αξία και πρακτική την προσπάθεια του Ορθού Λόγου, η προσέγγιση και ο στόχος αυτού του άρθρου είναι μία αποδομητική ματιά ως προς δομημένες τακτικές και αντιλήψεις και μία εποικοδομητική σύνοψη καίριων, αλλά συχνά αγνοημένων παραμέτρων και διαδικασιών της ζώσας πραγματικότητας. Τι να γράψει, λοιπόν, κάποιος για τις ευρωεκλογές που να πηγαίνει πέρα από την παγιωμένη και πολωμένη πολιτική πραγματικότητα της ελληνικής -και όχι μόνο- κοινωνίας; Μήπως όλοι, έστω θεωρητικά, δε θα συμφωνούσαμε πως όσα διακυβεύονται και διαδραματίζονται σε παγκόσμιο επίπεδο ξεπερνούν, έτσι και αλλιώς, κατά πολύ μικροτοπικές πολιτικές και αντιλήψεις;
Επιπλέον ευρωπαϊστές ή αρνητές μπορούν να απομονώσουν, να περιορίσουν ή να αντιμετωπίσουν, κατά μόνας, δυνάμεις και ενέργειες που απειλούν τη συνέχεια και την ύπαρξη ακόμη και του ίδιου του πλανήτη; Ποιος αντιμετωπίζει επεκτεινόμενες εμπόλεμες ζώνες, απρόβλεπτες κλιματικές καταστροφές, ενεργειακές ελλείψεις και πυρηνικές «δοκιμές ισχύος», που δύνανται να σαρώσουν, κατά μήκη και πλάτη, τον κοινό αέρα και τη μία γη κάτω από τα πόδια μας; Μήπως ήρθε η ώρα να γίνουμε αγωνιζόμενοι, όλοι για έναν και ένας για όλους, όπως άλλωστε μας καλεί το νόημα μια «παγκόσμιας ενότητας» απεκδυόμενοι τον «παλαιό» εγωκεντρικό εαυτό μας;
Η ιστορία διδάσκει
Εν μέσω των πασχαλινών εορτών, ένα ερέθισμα δημιουργήθηκε στη σκέψη μου μελετώντας την πολυτάραχη ιστορία της ιερής πόλης της Ιερουσαλήμ. Αυτό που «άναψε το φως» για τη συγγραφή και τη σύνδεση με το θέμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν ένα αληθινό πιθανό ενδεχόμενο ειρηνικής συνύπαρξης και μοιράσματος. Εδαφών, εξουσιών, ιερών αισθημάτων και ιδεών. Διάβαζα για την αλληλογραφία μεταξύ ενός από τους μεγαλύτερους μουσουλμάνους σουλτάνους και στρατηλάτες, τον Σαλαντίν και τον εξίσου ξακουστό Άγγλο βασιλιά και μαχητή, Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο. Έπειτα από σειρά μαχών, ανακαταλήψεων της περιοχής και την αδιέξοδη κατάσταση, που αντανακλούσε την ιερή και στρατηγική σημασία που αντιπροσώπευε για τους ανυποχώρητους διεκδικητές η κατοχή της, έφτασαν στην έναρξη μίας «αναπόφευκτης» συνομιλίας προς αναζήτηση κάποιας λύσης… Πέρα από όσα τους καθιστούν αντιπάλους μέσα στη σημαντικότητα αυτών για τα οποία πολεμούν, οι δύο ηγέτες ανταλλάσσουν κοινά αισθήματα και αξίες μέσω των οποίων συναισθάνονται και όσα τους συνδέουν εντέλει.
Η ιστορία αυτή, με μία προσωπική ερμηνεία «ανάγνωσης» και εστίασης, τόνιζε μέσα από το διάλογο αυτό την ουσιαστική και καταλυτική σημασία ενός εποικοδομητικού λόγου/διαλόγου. Που σταματά να αντιμάχεται, αποδέχεται, μοιράζεται και προσπαθεί να γεφυρώσει χάσματα που μοιάζουν αγεφύρωτα. Το αποτέλεσμα ήταν βέβαια διφορούμενο, καθώς οι μεν συνομιλούντες ηγέτες συμφώνησαν στη σύναψη ενός γάμου, «προσφέροντας» καθένας τα αδέρφια του και την από κοινού διοίκηση της περιοχής. Όλοι οι υπόλοιποι δε «μη συνομιλούντες», μαζί με το λαό, που έως τότε συντάσσονταν μαζί τους συμμεριζόμενοι τις ιδέες και τους λόγους της συνεχόμενης μάχης, συνέχιζαν να έχουν την ίδια οπτική και στάση. Και, έτσι, αυτό το ενδεχόμενο ειρηνικής επίλυσης και συνύπαρξης έμεινε σαν ένα ρομαντικό σενάριο στα χαρτιά της εν λόγω αλληλογραφίας…
Κρατώντας την ιδέα αυτή του εποικοδομητικού διαλόγου που αναζητά λύσεις ανιχνεύοντας νέους δρόμους, προσέγγισα το θέμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αναλογιζόμενη τις δυνατότητες εφαρμογής της σε ένα ευρύτερο πλαίσιο που θα διαπερνά τα κοινωνικά και πολιτικά διαζώματα, «ανοίγοντας» τη δυνατότητα συνδιαλλαγής των ευρωπαίων πολιτών. Το παράδοξο αποτέλεσμα αυτών των στοχασμών ήταν η σύνδεση με ένα εγχείρημα που έχει, ήδη, λάβει χώρο με ένα θεσμικά οργανωμένο ανοιχτό δημόσιο forum για τους πολίτες που ολοκληρώθηκε μόλις πρόπερσι. Η Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης, το 2021, που έθεσε τις βάσεις για την επέκταση και τη διάφανεια της συμμετοχής των ευρωπαίων πολιτών στις πρωτοβουλίες και τις δράσεις της Ένωσης, δίνοντας τους τη δυνατότητα για ένα χρόνο να ανταλλάσσουν απόψεις, να μοιραστούν προβλημάτα και να καταθέσουν τις προτάσεις τους στην Εκτελεστική Επιτροπή (μπορείτε να ενημερωθείτε περαιτέρω για τη υλοποίηση του οράματος με συγκεκριμένες δράσεις μέσα από την ανακοίνωση της Ευρωπαικής Επιτροπής προς τα θεσμικά ευρωπαικά όργανα). Έκτοτε, τα τρία θεσμικά όργανα (Ευρωπαϊκο Κοινοβουλίο, Συμβουλίο και Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δίνουν συνέχεια στις εν λόγω προτάσεις και μέτρα, το καθένα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του και σύμφωνα με τις Συνθήκες της ΕΕ.
Οι συλογισμοί μου αυτοί μου προξένησαν συναισθήματα ευχάριστα και δυσάρεστα ταυτόχρονα, καθώς, ναι μεν ο διάλογος αυτός έχει ήδη συμβεί και πολλές δράσεις συνεχίζονται, ωστόσο, ο περισσότερος κόσμος, οι περισσότεροι πολίτες στη χώρα μας -και όχι μόνο- δεν έλάβαν ουσιαστική γνώση περί αυτού, καθώς αυτά περνούν στα «ψιλά» των ειδήσεων -και αν περνούν καθόλου…
Αυτό είναι μία απόδειξη για την κατάσταση που επικρατεί τόσο στο χώρο της ενημέρωσης, όσο και για την αποστροφή των πολιτών προς αυτή. Κάτι που συνεπάγεται εντέλει και την «απομόνωση» του πολίτη από μία ουσιαστική και διαδραστική πληροφόρηση που μπορεί να παράγει, όντως, κάτι νέο πέρα από την αναπαραγωγή γνωστών δεδομένων ή την απλή και αρνητική παράθεση γεγονότων.
Και από τη μεριά μας ως πολίτες, όμως, συχνά, εμμένοντας σε παγιωμένες αντιλήψεις αποκλείουμε μόνοι οποιαδήποτε προσπάθεια εκ μέρους του χώρου της ενημέρωσης, αλλά και της πολιτικής. Έτσι, βλέπουμε πως ακόμη και απόπειρες διαλόγου από πλευράς της ηγεσίας πέφτουν στο κενό από όσους δικαίως ή αδίκως κατακρίνουμε απλά, αποκλείοντας οι ίδιοι τη συμμετοχή σε όσα μας αφορούν άμεσα, καθώς και τη δυνατότητα της διάδρασης που μπορεί να αναμοχλεύσει και να ανασυνθέσει ακόμη και τα υπάρχοντα «υλικά».
Και, τώρα τι;
Εν κατακλείδι, ερχόμενοι στο παρόν, οπότε και καλούμαστε επίσημως να τοποθετηθούμε μέσω της ψήφου μας για την εκλογή αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ας αναλογιστούμε την ατομική ευθύνη, όσον αφορά στην ενημέρωση και τη συμμετοχή μας στα κοινά δρώμενα. Παρά τις αποσυντονιστικές και αρνητικές ειδήσεις κενού πολιτικού περιέχομενου προς εντυπωσιασμό και τις άνευ νοήματος αντιπαραθέσεις μικροπολιτικών και κομματοκεντρικών οπτικών, οι σειρήνες του κινδύνου που διατρέχει ολόκληρος ο κόσμος, με τον πλανήτη μαζί, ηχούν ισχυρότερα από οτιδήποτε άλλο και από κάθε άλλη φορά. Ας ελπίσουμε ότι αυτό είναι αρκετό για να στρέψει επιτέλους την προσοχή στα καίρια θέματα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ως Έλληνες, ως Ευρωπαίοι, ως Άνθρωποι και Πολίτες ενός κόσμου σε πολλαπλές «κρίσεις». Επιπλέον, ας προσπαθήσουμε ενσυνείδητα να ξεπεράσουμε μικροτοπικές και μικρονοϊκές αντιλήψεις, δίκαιες και μη αντιπαραθέσεις και να συνδιαλλαγούμε στη βάση κοινών απειλών και αξιών. Καθώς και η κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή της Ιερουσαλήμ έχει φτάσει για ακόμη μία φορά σε αδιέξοδο, εντούτοις φαίνεται πως μαζί της αυτή τη φορά έχει φτάσει σε αδιέξοδο και ολόκληρος ο σύγχρονος δυτικός, ανατολικός, βόρειος και νότιος κόσμος. Αν ο κόσμος μας έπαψε να χωρίζεται πια υπό τον κίνδυνο οικουμενικών απειλών, καλούμαστε να κάνουμε το ίδιο πάση θυσία…