author-image-116 Ομάδα του Ορθού Λόγου
atc-portal

atc-portal

Η πολιτική ζωή δεν πάσχει από έλλειψη καινοτομίας στη «σκηνοθεσία» της. Κάθε νέα φάση συνοδεύεται από ένα διαφορετικό πρόσωπο, μια καινούργια ταμπέλα, μια δήλωση ρήξης με το χθες. Τα κόμματα αναβαπτίζονται, οι ηγέτες επανεμφανίζονται ως «εκτός συστήματος» και η ίδια η έννοια της «αλλαγής» μοιάζει να έχει γίνει το πιο προβλέψιμο σλόγκαν. Όμως, πίσω από τις διακηρύξεις, οι παλιοί μηχανισμοί συνεχίζουν να λειτουργούν αθόρυβα και αποτελεσματικά. Πελατειακές λογικές, μικροκομματικές ισορροπίες, πολιτικός οπορτουνισμός, χειραγώγηση της πληροφορίας – όλα δείχνουν πως αυτό που αλλάζει είναι το περίβλημα, όχι το περιεχόμενο. Κι αν δεν αλλάζει το εργαλείο, τι αλλάζει στην πράξη;
Μια κοινωνία εξαντλημένη από επαναλαμβανόμενες μεταρρυθμιστικές φαντασιώσεις δεν πείθεται πια από υποσχέσεις. Παρατηρεί, διακρίνει, αποδομεί. Και το ερώτημα γίνεται όλο και πιο επιτακτικό: βρισκόμαστε μπροστά σε μια ανασύνθεση ή στη «θεσμοθέτηση της βαρβαρότητας»; Όχι ως εκτροπή, αλλά ως… κανονικότητα. Όχι ως απειλή, αλλά ως μοντέλο, πιο θεαματικό, πιο τεχνολογικά εξελιγμένο, πιο αποξενωτικό. Όχι επόμενη σελίδα, αλλά, μια ύπουλη συνέχεια ενός βιβλίου που έπρεπε να έχουμε ήδη κλείσει…

Είμαστε ακόμη στο «πριν». Κι αυτό το πριν ίσως είναι η τελευταία μας ευκαιρία να διακόψουμε την πορεία προς μια βαθύτερη αποσύνθεση και παρακμή. Όχι με διακηρύξεις, αλλά με αναμέτρηση. Με το θάρρος να αποδομήσουμε τον παλιό μηχανισμό και να επανανοηματοδοτήσουμε τον δημόσιο βίο. Αλλιώς, το επόμενο στάδιο δεν θα είναι το «μετά» μιας εποχής, αλλά το μετά από κάθε προσδοκία.

Σκόρπιοι κόσμοι

Όσο η πολιτική υπόσχεται «το νέο» χωρίς να αλλάζει τους όρους του – ή εξαγγέλλει ότι θα μας κάνει «μεγάλους ξανά» χωρίς να εξηγεί πώς –, τόσο η κοινωνία διαλύεται σε μικρούς, κλειστούς κόσμους. Αντί για συλλογικά οράματα, έχουμε ατομικές απογοητεύσεις. Αντί για δημόσιες συμφωνίες, ιδιωτικές βεβαιότητες. Η εμπιστοσύνη, όταν δεν καταρρέει, περιορίζεται στο ελάχιστο: στον κύκλο των «δικών μας». Και η δημόσια σφαίρα, που κάποτε λειτουργούσε ως κοινό πεδίο νοημάτων, μετατρέπεται σε τοπίο θορύβου, υποψίας και εξάντλησης.
Αυτή η θρυμματισμένη συνθήκη δεν είναι απλώς προϊόν της τεχνολογίας ή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Είναι κυρίως αποτέλεσμα μιας διαρκούς αποτυχίας συλλογικού νοήματος.

Όταν η πολιτική επαναλαμβάνεται χωρίς να πείθει, όταν η ενημέρωση θολώνει αντί να φωτίζει, όταν η διαφωνία παύει να είναι δημιουργική και γίνεται αφορμή για συγκρούσεις, τότε η απομόνωση δεν είναι επιλογή, αλλά μέτρο αυτοπροστασίας.

Κι έτσι, ο δημόσιος χώρος δεν συρρικνώνεται απλώς – θρυμματίζεται. Η ίδια η έννοια του «εμείς» γίνεται εύθραυστη, σχεδόν ενοχλητική. Οι ταυτότητες απολυτοποιούνται, οι αντοχές εξαντλούνται, η διάθεση για συνύπαρξη αποσύρεται. Δεν είναι ότι δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε· είναι ότι δεν προλαβαίνουμε καν να ακούσουμε ο ένας τον άλλον. Η καθημερινότητα γίνεται αμυντική, επιφυλακτική, σιωπηλή. Και μέσα σ’ αυτή τη σιωπή, το πεδίο παραμένει ελεύθερο για τους πιο θορυβώδεις, τους πιο επιθετικούς, τους πιο κυνικούς.
Δεν είναι αυτή η κοινωνία που ονειρευτήκαμε. Είναι, όμως, αυτή στην οποία μας σπρώχνει η αίσθηση πως τίποτα δεν αλλάζει και κανείς δεν ακούει. Οι σκόρπιοι κόσμοι δεν είναι απλώς εικόνα του παρόντος, είναι προειδοποίηση για το μέλλον.

Ο θόρυβος και το κενό

Στις φιλελεύθερες δημοκρατίες της εποχής μας, η παρακμή δεν προαναγγέλλεται από πραξικοπήματα, αλλά από το ύφος. Πριν καταρρεύσουν οι θεσμοί, ξεθωριάζουν οι λέξεις. Ο δημόσιος λόγος χάνει σταδιακά κάθε προσήλωση στην αλήθεια, στην πολυπλοκότητα, στην ευθύνη. Και η πολιτική επικοινωνία μετατρέπεται σε θέαμα – όχι για να πείσει, αλλά για να προκαλέσει· όχι για να χτίσει εμπιστοσύνη, αλλά για να διεγείρει παρόρμηση.
Το παράδειγμα του Τραμπ δεν είναι εξαίρεση, αλλά συμπύκνωση. Μια ρητορική του θυμού, της υπεραπλούστευσης, της συνθηματολογίας, που παρασύρει ολόκληρους θεσμικούς πολιτισμούς σε ένα νέο χαμηλό. Όχι μόνο για όσα λέγονται, αλλά και για το τι παύει να λέγεται: λογική ακολουθία, τεκμηρίωση, προτάσεις. Όταν ο δημόσιος λόγος μετατρέπεται σε αγοραία εκφορά θυμικού, η ίδια η έννοια της δημοκρατικής αντιπαράθεσης αδειάζει από νόημα.

Αυτή η φθορά κάθε άλλο παρά ξένη δεν είναι στην Ελλάδα. Ιδιαίτερα στον αντιπολιτευόμενο χώρο, ο πολιτικός λόγος δείχνει συχνά να προτιμά το εύκολο χτύπημα, μια καταγγελτική επανάληψη χωρίς εσωτερική επεξεργασία, τον κύκλο της αγανάκτησης. Λείπει η θετική πρόταση, η επιχειρηματολογία, η αίσθηση ότι υπάρχει σχέδιο και όχι απλώς επιθυμία για ανατροπή. Η φθορά της κυβέρνησης θεωρείται αρκετή. Η «αδυναμία» της παρουσιάζεται, σχεδόν, ως πολιτικό πρόγραμμα άλλων.
Έτσι, η αντιπαράθεση δεν παράγει εναλλακτικές. Αναπαράγει μόνο το έλλειμμα. Και η κοινωνία, παρακολουθώντας έναν δημόσιο λόγο που αδυνατεί να της μιλήσει με σοβαρότητα και νόημα, αποσύρεται σταδιακά – όχι από αδιαφορία, αλλά από αηδία

Μέσα σε αυτό το θολό πεδίο, νέες μορφές λόγου και ενημέρωσης παλεύουν να αναδυθούν. Πρωτοβουλίες που επιδιώκουν να ξαναδώσουν αξία στη λέξη, να εστιάσουν στα σημαντικά, να ξεφύγουν από τον βρόχο της αρνητικότητας, της τοξικότητας και του εντυπωσιασμού. Είναι λίγες, αδύναμες απέναντι στον όγκο του θορύβου. Όμως υπάρχουν και μόνο η ύπαρξή τους μαρτυρά ότι η φθορά δεν είναι ακόμη τελεσίδικη… Μια διαφορετική δημοσιογραφία που δεν επενδύει στον φόβο και τη σύγκρουση, αλλά στην τεκμηρίωση, την κατανόηση, τη λύση. Που επιλέγει να οικοδομεί αντί να αποδομεί.
Αρκεί να επιμείνουμε στη διάκριση: όχι απλώς να μιλάμε, αλλά να λέμε κάτι. Και να ξαναβρούμε τι αξίζει να ειπωθεί.

Νέοι τίτλοι, παλιά κείμενα

Η πολιτική σκηνή δεν αλλάζει επειδή εμφανίζονται νέα ονόματα ή καινούργια «κόμματα». Το παλιό συνεχίζεται, απλώς, με άλλους τίτλους και με λιγότερους φραγμούς. Η ρητορική του μίσους, της σύγκρουσης, της ηθικής υπεροψίας εκστομίζεται πια απροκάλυπτα. Δεν μεταμφιέζεται σε όραμα· δηλώνεται ως «παρρησία», ως «αλήθεια», ως «ξεκαθάρισμα».
Το νέο αφήγημα δεν είναι απλά η αλλαγή. Είναι η επιστροφή. Στις παλιές δόξες, στους ισχυρούς ηγέτες, στους «δικούς μας» και στους «άλλους». Είναι η ανάσυρση ενός πολιτικού λόγου που είχε μπει στο περιθώριο – όχι επειδή χάθηκε, αλλά επειδή κάποτε ντραπήκαμε γι’ αυτόν. Τώρα, όχι μόνο επιστρέφει· επικρατεί.
Μέσα σ’ αυτή τη συνθήκη, η αισθητική της πολιτικής χάνει κάθε φροντίδα. Το ύφος γίνεται ωμό, η πρόθεση τιμωρητική, η στρατηγική προκλητική. Δεν αναζητείται συναίνεση, αλλά πόλωση. Δεν προτείνεται σχέδιο, αλλά εκμετάλλευση του θυμικού. Ένα μέρος των πολιτικών δεν απευθύνεται πια στη σκέψη, αλλά στην οργή – την πυροδοτεί και την πολλαπλασιάζει. Δεν είναι παρέκκλιση. Είναι η φυσική κατάληξη ενός τρόπου «πολιτικής» που υπηρετείται από ολοένα πιο κυνικούς και επιθετικούς διαχειριστές…
Και το πολιτικό εργαλείο –ο ίδιος παλιός μηχανισμός– απλώς, ανακυκλώνει τη φθορά, ντυμένη αυτή τη φορά με τις λέξεις του ανοικτού κυνισμού. Το αποτέλεσμα δεν είναι απλώς στασιμότητα. Είναι κλιμάκωση. Μια κοινωνία που έπαψε να πιστεύει ότι υπάρχει το καλύτερο – και απλώς μαθαίνει να επιβιώνει μέσα στο παρόν της αποσύνθεσης, της παρακμής.

Το στοίχημα του «μετά»

Όταν η φθορά παγιώνεται, η σκέψη για κάτι διαφορετικό μοιάζει σχεδόν αφελής. Κι όμως, εκεί βρίσκεται ίσως η μόνη ρεαλιστική έξοδος: όχι στην ψευδαίσθηση ριζικών ανατροπών, αλλά στην αναμέτρηση με το ελάχιστο – με όσα μπορούν ακόμη να σωθούν, να διορθωθούν, να αποκτήσουν ξανά νόημα. Κι αν μια τέτοια πορεία φαντάζει ανέφικτη, δεν είναι επειδή λείπουν οι δυνατότητες – αλλά επειδή σπανίζει το βλέμμα που τις αναγνωρίζει.

Η έξοδος, από το αδιέξοδο στο οποίο έχουμε βρεθεί, δεν θα έρθει μέσα από γενικές διακηρύξεις ή νέες μεγάλες υποσχέσεις. Θα φανεί εκεί όπου κάτι αποκαθίσταται: ένας θεσμός που λειτουργεί με εντιμότητα· ένας λόγος που ξαναβρίσκει το νόημά του· μια απόφαση που γεννιέται όχι από συμφέρον, αλλά από μέτρο. Μικρές πράξεις συνέπειας, λογοδοσίας, πραγματικής πρόθεσης. Αυτά είναι τα σιωπηλά υλικά μιας άλλης πορείας για το «μετά».

Το στοίχημα δεν είναι απλώς να αλλάξουν πρόσωπα ή ισορροπίες. Είναι να μετατοπιστεί το ίδιο το νόημα της πολιτικής: όχι ως ρητορική, αλλά ως τρόπος σχέσης – με την κοινωνία, με τους θεσμούς, με το μέλλον. Όχι ως διαχείριση εντυπώσεων, αλλά ως πράξη ευθύνης. Όχι ως επάγγελμα, αλλά ως υπηρεσία. Αν αυτή η νοηματοδότηση δεν επανέλθει, τότε η παρακμή θα βαθαίνει.
Κι ο πολιτικός λόγος, για να μην αποτελεί μέρος του προβλήματος, οφείλει να σταθεί απέναντι στην ευτέλεια, τη χυδαιότητα, την έκφραση έχθρας απέναντι στον «αντίπαλο». Να ξαναμάθει να λέει λίγα και να εννοεί πολλά. Να μην εκπέμπει σκληρότητα και κακία, αλλά σκέψη και ενσυναίσθηση. Να μην προσβάλλει τη νοημοσύνη, αλλά να απευθύνεται σε αυτή.

Δεν αρκεί όμως να μετατοπιστεί μόνο ο πολιτικός λόγος. Αν κάτι μπορεί να ανακόψει την καθοδική πορεία, είναι η ενεργοποίηση εκείνων των χώρων όπου καλλιεργείται συνείδηση: η παιδεία, η ενημέρωση, η κοινωνία των πολιτών. Ό,τι διαμορφώνει τη συλλογική μας αντίληψη για το «μαζί» μπορεί να λειτουργήσει ως εστία αντίστασης στην αποσύνθεση – όχι με διακηρύξεις, αλλά με το ήθος της συνέπειας. Με επίμονες πράξεις που ξαναδίνουν βάθος σε φθαρμένες λέξεις: συμμετοχή, λογική, ευθύνη, φροντίδα. Η δημοκρατία δεν ανανεώνεται από πάνω προς τα κάτω, αλλά μέσα σε συνθήκες εγρήγορσης και πράξης. Από μια παιδεία που μορφώνει χαρακτήρες. Από μια δημοσιογραφία που αναδεικνύει λύσεις αντί να αναπαράγει αγανάκτηση. Από πολίτες που δεν σιωπούν και δεν επαφίενται, που δεν απαιτούν, δεν διεκδικούν απλώς αλλά συμμετέχουν, παρεμβαίνουν, υπερασπίζονται. Που θυμούνται τι σημαίνει κοινό καλό. Αν μπορεί κάπου να ξαναγεννηθεί η εμπιστοσύνη, είναι εκεί όπου το νόημα της κοινής πορείας προς το μέλλον αποκτά ξανά πυρήνα και προσανατολισμό.

Και τώρα τι;

Δεν υπάρχει εγγύηση πως το «μετά» θα είναι καλύτερο. Η Ιστορία έχει κύκλους, πισωγυρίσματα, στροφές που εξαρτώνται από επιλογές – όχι μόνο των ισχυρών, αλλά και των πρόθυμων. Αν η παρακμή συνεχιστεί, δεν θα φταίνε μόνο όσοι την προκάλεσαν, αλλά και όσοι τη συνήθισαν.
Το κρίσιμο στοίχημα σήμερα δεν είναι να προβλέψουμε το μέλλον, αλλά να επηρεάσουμε το παρόν. Όχι με μεγαλεπήβολες ρητορικές, αλλά με πράξεις που, όσο ασήμαντες κι αν φαίνονται, μετακινούν το κέντρο βάρους. Από τον κυνισμό στη φροντίδα. Από την αδράνεια στη συμμετοχή. Από την οργή στη σκέψη.
Και ίσως τότε, αυτό το «μετά» να μην είναι η συνέχεια της φθοράς, αλλά η αρχή ενός κόσμου που δεν προσποιείται, δεν θριαμβολογεί και δεν υπόσχεται, επιχειρώντας σιωπηλά, να ξαναβρεί έναν τρόπο να στέκεται όρθιος…

Εγγραφείτε και μιλήστε!

Με την εγγραφή σας μπορείτε να συμμετάσχετε στην κουβέντα για το άρθρο, να μιλήσετε στους συντάκτες μας και να συμβάλλετε εποικοδομητικά στα άρθρα μας.

Μπορείτε να συνεχίσετε την ανάγνωση του άρθρου πατώντας εδώ, αλλά...

... είναι μόνο χάρη των μελών/συνδρομητών που μας στηρίζουν που μπορούμε να έχουμε άρθρα.

Εάν μια εποικοδομητική δημοσιογραφία, που δεν εξαρτάται από διαφημίσεις, είναι κάτι που θέλετε να υποστηρίξετε γίνετε μέλος σήμερα.

Περιεχόμενα Τεύχους

Τεύχος 63

Μάιος 2025

Μετάβαση στο περιεχόμενο