Η κρίση του νέου κορωνοϊού και το ισχυρότατο σοκ που αυτή προκάλεσε σε υγειονομικά συστήματα, κοινωνίες και οικονομίες, πυροδότησε (όπως συχνά συμβαίνει σε πρωτοφανείς προκλήσεις) μία σειρά από μύθους. Ένας εξ αυτών είναι ότι ο Covid-19 έχει και μία «θετική παρενέργεια»: είναι φιλικός προς το περιβάλλον. Αυτό όχι μόνο δεν ισχύει, αλλά όπως θα δείξουμε στη συνέχεια η πανδημία έρχεται να μας αποκαλύψει ακριβώς τι συμβαίνει όταν δεν σεβόμαστε τη φύση. Είναι ένα ηχηρό καμπανάκι, που μας θυμίζει ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια να αφήσουμε σε δεύτερη μοίρα τη μάχη κατά της κλιματικής κρίσης.
Η Ε.Ε. δείχνει να το αντιλαμβάνεται αυτό, αφού το Ταμείο Ανάκαμψης για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων των πανδημίας έχει στο επίκεντρό του την βιώσιμη, «πράσινη» ανάπτυξη και, όταν τελικά εγκριθεί από τους ηγέτες θα μπορούσε να δώσει νέα ώθηση και στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία. Αλλά και αυτό, σε καμία περίπτωση, δεν είναι αρκετό. Η Ευρώπη ευθύνεται για το 12% των εκπομπών ρύπων, παγκοσμίως, και τα κράτη-μέλη της δεν έχουν όλα τη βούληση και τη δυνατότητα να κινηθούν με τους ίδιους ρυθμούς.
Πριν όμως φτάσουμε στο τι χρειαζόμαστε ας δούμε λίγο πώς έχει η κατάσταση.
Μύθος και σκληρή πραγματικότητα
Παραδόξως, ο μύθος, που προαναφέραμε στηρίζεται σε… πραγματικά δεδομένα. Τα lockdowns, τα προσωρινά λουκέτα σε εργοστάσια, οι αυστηροί περιορισμοί στις μετακινήσεις και τα κλειστά σύνορα είχαν ως αποτέλεσμα να περιοριστεί, σημαντικά, στα μεγάλα αστικά η ατμοσφαιρική ρύπανση, όπως και η ηχορύπανση.
Μία νέα μελέτη, που πραγματοποιήθηκε από επιστήμονες του Πανεπιστημίου East Anglia και του Stanford και δημοσιεύθηκε στο Nature Climate Change, έδειξε ότι οι ημερήσιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στις αρχές Απριλίου ήταν 17% χαμηλότερες σε σχέση με τα μέσα επίπεδα του 2019.
Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (IEA) στην τελευταία έκθεσή της υπολόγισε ότι τους πρώτους του 2020 οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα παγκοσμίως ήταν μειωμένες κατά 5% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο. Προβλέπει, δε, ότι στο σύνολο της χρονιάς, εξαιτίας της βαθύτατης ύφεσης και των περιορισμών η κατανάλωση ενέργειας θα είναι μειωμένη κατά 11% στην Ε.Ε. και κατά 6% παγκοσμίως και οι εκπομπές ρύπων ανά τον πλανήτη θα είναι μειωμένες κατά 8% σε σχέση με το 2019. Σε απόλυτους όρους, πρόκειται για μείωση κατά 3 δισ. τόνους, η οποία και αντιστοιχεί στις ετήσιες εκπομπές ρύπων της Ινδίας (εκ των κορυφαίων ρυπαντών του πλανήτη).
Σε πολλές μεγαλουπόλεις της Ευρώπης η διαφορά ήταν αισθητή το Μάρτιο. Στο Παρίσι, μάλιστα, όπου το lockdown ήταν αυστηρότατο, οι εκπομπές περιορίστηκαν κατά σχεδόν 70% τον ίδιο μήνα. Στη δική μας Θεσσαλονίκη, ήταν μειωμένες κατά 58% το διάστημα 11 Μαρτίου-20 Απριλίου.
Επιπλέον Αθήνα, Παρίσι, Βερολίνο, Δουβλίνο, και άλλες μεγάλες πόλεις εντός και εκτός ευρωπαϊκών συνόρων άδραξαν την ευκαιρία των μέτρων περιορισμού των μετακινήσεων προκειμένου να γίνουν πιο καθαρές και πιο «πράσινες» και κυρίως να δώσουν περισσότερο χώρο σε πεζούς και ποδηλάτες. Οι άδειοι δρόμοι έδωσαν στις αρχές την ευκαιρία να υλοποιήσουν έργα μεγάλης κλίμακας σε εξαιρετικά σύντομο χρόνο.
Γιατί, λοιπόν, είναι μύθος ότι η πανδημία συμβάλλει στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής; Γιατί τα lockdown είναι παροδικά και τα οφέλη τους για το περιβάλλον εξαιρετικά βραχυπρόθεσμα. Διαχρονικά, σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, έχουμε και πτώση των εκπομπών ρύπων. Όταν η παγκόσμια οικονομία επιστρέψει σε τροχιά ανάκαμψης (και αυτή τη φορά θέλουμε να ελπίζουμε ότι θα γίνει σχετικά σύντομα) οι εκπομπές ρύπων ακολουθούν και πάλι την ανιούσα. Για παράδειγμα κατά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-2009 είδαμε τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα να μειώνονται κατά 1,4% για να κάνουν άλμα 5% το αμέσως επόμενο έτος.
Πάγωμα των επενδύσεων
Σημειωτέον ότι η κρίση του νέου κορωνοϊού πυροδοτεί τόσο βαθιά ύφεση, ώστε όλα τα επενδυτικά στοιχεία παγώνουν. Μεταξύ αυτών και εκείνα για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι μεγάλες πετρελαϊκές που είδαν την ζήτηση και τις τιμές του αργού να κάνουν βουτιά δεν στράφηκαν τόσο στην ανάπτυξη των ΑΠΕ, αλλά στην ενίσχυση διαφορετικών δραστηριοτήτων, όπως η συνεργασία τους με τη βιομηχανία πλαστικού. Royal Dutch Shell, Exxon Mobil και Chevron ανακοίνωσαν μεγάλες επενδύσεις παραγωγής πολυαιθυλενίου.
Επιπλέον, χώρες που, ακόμη και προ πανδημίας, διαμαρτύρονταν για το υψηλό κόστος της πράσινης μετάβασης, τώρα, είναι ακόμη πιο διστακτικές στο να κάνουν τα όποια βήματα, τονίζοντας πως προέχει, σε αυτή τη φάση, η ενίσχυση του συστήματος υγείας και η τόνωση της απασχόλησης. Οι δύο κορυφαίες οικονομίες του πλανήτη, ΗΠΑ και Κίνα, χορήγησαν ενισχύσεις στον τομέα των ορυκτών καυσίμων για να αντεπεξέλθει στην κρίση. Γενναιόδωρα είναι τα «πακέτα στήριξης» και σε άλλους κλάδους-ρυπαντές, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όπως αυτός των αερομεταφορών, που έχει δεχθεί ισχυρότατο πλήγμα.
«Όταν κοιτάζω στα διάφορα μέρη του κόσμου, δεν έχω δει ακόμη να δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στις τεχνολογίες καθαρής ενέργειας», διαπίστωσε ο εκτελεστικός διευθυντής της ΙΕΑ, Φατίχ Μπιρόλ. Προειδοποίησε, δε, για λάθη ανάλογα με εκείνα που έγιναν κατά την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, όταν τα πακέτα στήριξης οδήγησαν στη μεγαλύτερη αύξηση των εκπομπών ρύπων, σε περίοδο 50 ετών. «Εάν επενδύσουμε τα χρήματα στο σωστό μέρος, μπορούμε να διαχειριστούμε τον κίνδυνο και να έχουμε ένα πολύ πιο σύγχρονο, πιο καθαρό και ασφαλές ενεργειακά σύστημα», δήλωσε ο Μπιρόλ στο Guardian. O Φρανς Τίμερμανς, αντιπρόεδρος της Κομισιόν αρμόδιος για την Πράσινη Συμφωνία, από την πλευρά του υπογράμμισε: «Η αντιμετώπιση της πανδημίας δεν πρέπει και δεν μπορεί να εκτροχιάσει την προσπάθειά μας για αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, η οποία εξακολουθεί να είναι από τις πλέον δραματικές προκλήσεις για την ανθρωπότητα».
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε εξάλλου ότι ενώ το lockdown μείωσε την ατμοσφαιρική ρύπανση οι θερμοκρασίες του Απριλίου παρέμειναν κοντά σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Οι θερμοκρασίες που καταγράφηκαν τον προηγούμενο μήνα, ανά τον κόσμο, ήταν σχεδόν ίσες με εκείνες του Απριλίου 2016, του πιο θερμού όλων των εποχών, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή υπηρεσία Copernicus για την κλιματική αλλαγή. Τον φετινό Απρίλιο η μέση θερμοκρασία ήταν χαμηλότερη εκείνης του Απριλίου 2016 κατά ένα «ασήμαντο 0,01 βαθμό Κελσίου».
Ο Απρίλιος 2020 ξεπέρασε αντίθετα, κατά 0,08 βαθμό Κελσίου, τον αντίστοιχο μήνα του 2019, και κατά 0,70 βαθμό Κελσίου τη μέση θερμοκρασία που έχει καταγραφεί σε μήνα Απρίλιο από το 1981 ως το 2010.
Ένα μέλλον διαρκών απειλών;
Ποιος ευθύνεται για την πανδημία του Covid-19; Υπάρχει μόνο ένας είδος υπεύθυνο για την πανδημία και αυτό είμαστε εμείς οι άνθρωποι. «Με την κρίση του κλίματος και της βιοποικιλότητας οι πανδημίες των τελευταίων ετών είναι άμεση συνέπεια της ανθρώπινης δραστηριότητας -ειδικά του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού και οικονομικού συστήματος, που βασίζεται σε ένα μοντέλο, το οποίο θέλει ανάπτυξη με όποιο κόστος» έγραψε ομάδα ειδικών της βιοποικιλότητας σε άρθρο, που δημοσιεύθηκε στην πλατφόρμα The Intergovernmental Science-Policy Platform on Biodiversity and Ecosystem Services (IPBES).
Μέσω της γενετικής ανάλυσης, οι επιστήμονες έχουν εντοπίσει ότι ο Sars-CoV-2 ταυτίζεται κατά 96% κατά μέσον όρο, με έναν ιό που αφαιρέθηκε από νυχτερίδα στη νότια Κίνα. Καθώς, στους κορωνοϊούς απαιτείται στενή επαφή, το σενάριο της απευθείας μετάδοσης από τη νυχτερίδα στον άνθρωπο δεν θεωρείται ιδιαίτερα πιθανό. Πιθανότατα, υπάρχει ένας ξενιστής. Αυτός θα μπορούσε να είναι ο παγκολίνος ή η ασιατική μοσχογάλη. Και τα δύο διακινούνται σε αγορές άγριων ζώων.
Οι ειδικοί στο άρθρο τους προειδοποιούν πως, εάν δεν αλλάξουμε στάση απέναντι στη φύση, οι πανδημίες όπως αυτή του Covid-19 θα είναι ολοένα και πιο συχνές στο μέλλον.
Υπολογίζεται ότι σε θηλαστικά και πουλιά υπάρχουν 1,7 εκατομμύρια μη προσδιορισμένοι ιοί, που είναι γνωστό ότι μπορούν να μολύνουν και τον άνθρωπο. Η ανεξέλεγκτη αποψίλωση των δασών, η διαρκής αγροτική επέκταση και η ανάπτυξη των υποδομών μας φέρνουν πιο κοντά στο να περάσουν οι ιοί αυτοί από τα ζώα στον άνθρωπο.
Covid-19-κλιματική αλλαγή: Δύο κρίσεις παράλληλες
Η σημερινή κρίση έχει πυροδοτήσει συγκρίσεις με την Ισπανική Γρίπη, τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Τσερνόμπιλ, την 11η Σεπτεμβρίου, την πανδημία του Aids, ακόμη και την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Μας φέρνει με λίγα λόγια στο νου τις πιο σκοτεινές σελίδες της ιστορίας των τελευταίων αιώνων.
Ωστόσο, όπως σχολιάζει, σε άρθρο του στον Correspondent o Rob Wijnberg, η πιο ουσιαστική σύγκριση είναι εκείνη με την κλιματική κρίση. Και τούτο γιατί δεν κάνει αναφορές στο παρελθόν μας, αλλά μας δείχνει πώς θα είναι το μέλλον μας εάν δεν αλλάξουμε. «Η πανδημία είναι η κλιματική κρίση σε μία χύτρα ταχύτητας», γράφει χαρακτηριστικά. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να μάθουμε πολλά από αυτήν.
Ποιες είναι λοιπόν οι ομοιότητες;
Καταρχήν, για πολύ κόσμο το πρόβλημα είναι «αόρατο». Το γεγονός ότι ο ιός εμφανίστηκε με εξαιρετικά ήπια συμπτώματα, σε κάποιους, ήταν ένας από τους παράγοντες, που οδήγησαν στην ταχύτατη μετάδοσή του, δημιουργώντας ταυτόχρονα την αίσθηση σε πολλούς ανθρώπους ότι δεν έχουμε να κάνουμε με μία πραγματική απειλή, αλλά με υπερβολές των μέσων ενημέρωσης. Το ίδιο συμβαίνει και με την κλιματική κρίση. Επειδή, οι περισσότεροι βιώνουμε σε πολύ μικρό βαθμό τις επιπτώσεις από την υπερθέρμανση του πλανήτη, αδυνατούμε να αντιληφθούμε πόσο σοβαρά είναι τα πράγματα.
Η δεύτερη ομοιότητα έχει να κάνει με το ότι πρόκειται για κρίσεις που μας επηρεάζουν όλους, αλλά και στις οποίες όλοι μπορούμε να αποτελέσουμε μέρος της λύσης. Η ατομική ευθύνη, οι πράξεις του καθενός ξεχωριστά διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της μάχης τόσο κατά του Covid-19 όσο και κατά της κλιματικής αλλαγής.
Και, ενώ, όλοι μπαίνουμε στο στόχαστρο, τόσο η πανδημία όσο και η κλιματική κρίση κάνουν ομού «διακρίσεις». Χτυπούν με μεγαλύτερη σφοδρότητα τις πλέον ευάλωτες ομάδες του πλανήτη.
Οι ηλικιωμένοι, οι μετανάστες, οι έγχρωμοι, οι χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και χαμηλού εισοδήματος πολίτες, οι άνεργοι και ανασφάλιστοι, οι κάτοικοι των φτωχότερων χωρών κινδυνεύουν πολύ περισσότερο να πέσουν θύμα της πανδημίας (ως ασθενείς ή κοινωνικο-οικονομικά). Το ίδιο ισχύει και με την κλιματική αλλαγή. Οι κάτοικοι των φτωχότερων χωρών του πλανήτη και εκείνοι με την μικρότερη συμβολή σε αυτή είναι και εκείνοι που δέχονται το ισχυρότερο πλήγμα.
Θεμελιώδεις αλλαγές
Όσο για την τέταρτη ομοιότητα: Η αντιμετώπιση και των δύο κρίσεων απαιτεί θεμελιώδεις αλλαγές στον τρόπο ζωή μας, αλλά και απαντήσεις σε παγκόσμια κλίμακα.
Μεγάλη δημοσκόπηση του Ipsos, που πραγματοποιήθηκε σε 14 χώρες με τη συμμετοχή 28.000 πολιτών από τις 16 έως τις 19 Απριλίου, έδειξε ότι το 71% των ενηλίκων, παγκοσμίως, συμφωνεί πως μακροπρόθεσμα η κλιματική αλλαγή είναι εξίσου σοβαρή κρίση με την πανδημία του Covid-19. To 65%, μάλιστα, πιστεύει ότι οι κυβερνητικές δράσεις για την οικονομική ανάκαμψη στην μετά Covid-19 εποχή πρέπει να έχουν ως προτεραιότητα την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Μία άλλη έρευνα της Ipsos με συμμετοχή 20.000 ερωτηθέντων σε 29 χώρες, από τις 21 Φεβρουαρίου έως τις 6 Μαρτίου, είχε επίσης δείξει ότι η κλιματική αλλαγή παραμένει το πιο σοβαρό περιβαλλοντικό θέμα, παγκοσμίως. Ωστόσο, μόλις το 41% δήλωσε ότι είναι πρόθυμο να αποφύγει τα αεροπορικά ταξίδια ή να περιορίσει την κατανάλωση κρέατος για να αυξήσει την προσωπική συμβολή στην αντιμετώπισή της κλιματικής αλλαγής…
Η Ευρώπη θα μπορούσε να δείξει τον δρόμο
Η πανδημία έφερε στο προσκήνιο όλες τις αδυναμίες της Ε.Ε.: Διχογνωμίες, συγκρούσεις, χάσμα Βορρά- Νότου, αποκλίσεις, αργά αντανακλαστικά. Ωστόσο έδειξε και πάλι πως όταν επικρατήσει η λογική της κοινής δράσης και της αλληλεγγύης, η ελπίδα επιστρέφει.
Ένα πρώτο σημαντικό βήμα έγινε, με τους υπουργούς Οικονομικών του μπλοκ να αναγνωρίζουν την ανάγκη για ένα Ταμείο Ανάκαμψης. Παρά ταύτα, ακόμη δεν έχει υπάρξει συμφωνία για το πώς αυτό θα χρηματοδοτηθεί και τι είδους επενδύσεις θα στηρίξει. Τα βήματα για τις αποφάσεις αυτές θα κρίνουν πολλά για την μετά πανδημίας εποχή.
Υπουργοί, ευρωβουλευτές, μη κυβερνητικές οργανώσεις, δεξαμενές σκέψης, επικεφαλής επιχειρήσεων, συνολικά 180 προσωπικότητες, τονίζουν πως το επόμενο βήμα δεν μπορεί να είναι άλλο από την πράσινη ανάκαμψη.
Σε άρθρο τους, που δημοσιεύθηκε σε ευρωπαϊκές εφημερίδες με πρωτοβουλία του προέδρου της Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το Περιβάλλον, Πασκάλ Κανφέν, τονίζουν πως πρέπει «να οικοδομηθεί μια κοινή σκέψη, σχετικά με τα πράσινα επενδυτικά σχέδια για μετά την κρίση».
«Αν ξαναβάλουμε μπροστά την οικονομία προς τη λάθος κατεύθυνση, θα πέσουμε ακόμη πιο γρήγορα πάνω στον τοίχο της κλιματικής κρίσης», προειδοποιούν.
Οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες της κοινότητας, η Γερμανία και η Γαλλία, φαίνεται να αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα της κατάστασης. Το κοινό σχέδιο που παρουσίασαν για το Ταμείο Ανάκαμψης των 500 δισ. ευρώ, στηρίζεται, ακριβώς, στην προώθηση της πράσινης ατζέντας. Το σχέδιο περιλαμβάνει πράσινους οδικούς χάρτες ανάκαμψης για όλους τους οικονομικούς τομείς και ορίζει μία ελάχιστη τιμή για τα δικαιώματα εκπομπών ρύπων με στόχο να επιταχύνει τη μετάβαση της ηπείρου σε μία οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Οι πολιτικές της Πράσινης Συμφωνίας είναι «η νέα αναπτυξιακή στρατηγική της ΕΕ», υποστηρίζουν η Γερμανία και η Γαλλία, απηχώντας τις υποσχέσεις της ηγεσίας της ΕΕ να αξιοποιήσει τους στόχους για το κλίμα ως κινητήριους μοχλούς για την ανάκαμψη.
Οδικός χάρτης με στόχους
Σύμφωνα με το Βερολίνο και το Παρίσι, σε κάθε τομέα πρέπει να δοθεί ένας «πράσινος οδικός χάρτης για την ανάκαμψη», που θα μπορούσε να περιλαμβάνει στόχους για το κλίμα, ενώ οι κανόνες της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις θα πρέπει να αναθεωρηθούν προς όφελος της στήριξης των κλιματικών στόχων.
Το γαλλογερμανικό σχέδιο απέχει ακόμη, αρκετά, από το να εξασφαλίσει επαρκή υποστήριξη για την έγκρισή του ως έχει. Οι ενστάσεις χωρών, όπως η Αυστρία, η Ολλανδία, η Σουηδία και η Δανία, που παρουσίασαν τη δική τους αντιπρόταση, δεν έχουν να κάνουν με την κατεύθυνση της ανάκαμψης, αλλά με τον τρόπο χρηματοδότησης. Οι χώρες αυτές ζητούν η χρηματοδότηση να έχει τη μορφή δανείων και όχι επιχορηγήσεων και τα δάνεια να συνοδεύονται από δέσμευση για μεταρρυθμίσεις και μελλοντική δημοσιονομική προσαρμογή (μίνι… μνημόνια). Τονίζουν, δε, ότι θα πρέπει με κάθε τρόπο να αποφευχθεί η αμοιβαιοποίηση του χρέους, την ώρα που ακόμη και οι κόκκινες γραμμές, που έθετε έως πρόσφατα η Γερμανία, σε αυτό το μέτωπο, έχουν ξεθωριάσει, αισθητά, μπροστά στην άνευ προηγουμένου κρίση.
Παρά τις όποιες διαφωνίες, όμως, η κρίση αυτή μπορεί να είναι για την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο ευκαιρία. Η ευκαιρία να αντιληφθούμε ότι χρειαζόμαστε, σήμερα περισσότερο από ποτέ, να «χτίσουμε» έναν πιο ανθεκτικό κόσμο, επιλέγοντας τις πολιτικές εκείνες που θα προστατεύσουν τη φύση και το μέλλον μας!