author-image-116 Ομάδα του Ορθού Λόγου
atc-portal

atc-portal

Υπάρχει ένα σταθερό υπόστρωμα στην καθημερινότητα της ελληνικής κοινωνίας – ένα βουητό, σαν βρασμός που δεν λέει να κοπάσει. Είναι η οργή: Οργή για την πολιτική. Για την ακρίβεια. Για τη διαφθορά, την ατιμωρησία, την αδιαφορία. Οργή απέναντι στους «άλλους», τους «πάνω», τους «δίπλα». Κάθε μέρα, κάτι πυροδοτεί ένα νέο κύμα αγανάκτησης. Και κάθε μέρα, το κύμα αυτό ξεσπά – ενίοτε άναρχα, άστοχα, σχεδόν τελετουργικά…

Κι όμως, όσο περισσότερη η οργή, τόσο λιγότερη η σκέψη. Κι όσο λιγότερη η σκέψη, τόσο πιο πολύ παγιώνεται η αδυναμία μας να αλλάξουμε κάτι – μέσα μας ή γύρω μας. Η οργή καταλήγει να είναι ο πιο ασφαλής τρόπος να μη ρισκάρουμε καμία ουσιαστική αλλαγή. Αντί για εργαλείο αφύπνισης, γίνεται αυτοσκοπός. Και τελικά, η ίδια η κοινωνία εγκλωβίζεται σε έναν φαύλο κύκλο θορύβου, χωρίς προσανατολισμό.

Η ανάγκη για έναν επαναπροσδιορισμό είναι επιτακτική. Όχι για να «ηρεμήσουμε», αλλά για να ξανασκεφτούμε: Πώς φτάσαμε εδώ; Ποιον εξυπηρετεί η διαρκής μας αγανάκτηση; Και το κυριότερο: πώς μπορούμε να μετατρέψουμε την ενέργεια της οργής σε κάτι πιο γόνιμο — σε νόημα, σε πράξη, σε κοινό τόπο;

Η συνήθεια της αγανάκτησης

Η χώρα μας, ιδίως την τελευταία δεκαπενταετία, φαίνεται να κινείται μεταξύ διαψεύσεων και προσδοκιών που δεν εκπληρώνονται ποτέ. Από την οικονομική κρίση και τα μνημόνια, μέχρι τις πιο πρόσφατες κρίσεις – υγειονομικές, θεσμικές, περιβαλλοντικές – η συλλογική συνείδηση μοιάζει να μην προλαβαίνει να ανασάνει. Σε κάθε καμπή, το συναίσθημα που αναδύεται πιο εύκολα, σχεδόν αντανακλαστικά, είναι η οργή. Και αυτό δεν είναι τυχαίο.

Η οργή είναι άμεση, δυνατή, «αληθινή». Δεν απαιτεί επεξεργασία, ούτε επιχειρηματολογία. Μας απαλλάσσει από την υποχρέωση της ανάλυσης – και μας προσφέρει την αίσθηση ότι κάτι κάναμε, έστω κι αν αυτό είναι απλώς ένα έντονο σχόλιο, ένα emoji, μια φωνή, μια διαμαρτυρία, μια διαδήλωση… Σε έναν δημόσιο λόγο που ολοένα και περισσότερο μεταφέρεται στα κοινωνικά δίκτυα, η οργή έχει γίνει «νόμισμα υψηλής αξίας». Αλγόριθμοι, τίτλοι ειδήσεων, πολιτικές τοποθετήσεις: όλα μοιάζουν να δομούνται γύρω από την επιθυμία – ή τον φόβο – να προκαλέσουν αντίδραση.

Η μαζική αυτή οργή, όμως, σπάνια συνοδεύεται από ουσιαστικό διάλογο ή αναζήτηση αιτίων. Αντί να ρωτάμε γιατί, ρωτάμε ποιος φταίει. Και συχνά, ο ένοχος είναι ήδη γνωστός πριν καν διατυπωθεί η ερώτηση. Η κοινωνική αγανάκτηση χάνει τη μετασχηματιστική της δυναμική και μετατρέπεται σε μια επαναλαμβανόμενη τελετουργία: εκτόνωσης, όχι αναζήτησης λύσης. Αναπαράγεται σαν θόρυβος, χωρίς προοπτική.

Παγκόσμιο το σύμπτωμα

Η ελληνική περίπτωση δεν είναι μοναδική. Αντίθετα, εντάσσεται σε ένα ευρύτερο φαινόμενο που χαρακτηρίζει πολλές φιλελεύθερες κοινωνίες της Δύσης, από τις ΗΠΑ έως την Ευρώπη. Ο δημόσιος λόγος, όλο και περισσότερο, κυριαρχείται από την ένταση, την αγανάκτηση, τον διχασμό. Ο θυμός έχει γίνει διεθνής γλώσσα της πολιτικής και της κοινωνικής ζωής και, όπως στα μέρη μας, σπάνια συνοδεύεται από βάθος ανάλυσης ή ουσιαστικό, εποικοδομητικό διάλογο.

Σε αυτό το παγκόσμιο σκηνικό, ο θυμός συχνά λειτουργεί ως υποκατάστατο του ανήκειν. Μια έτοιμη, καθορισμένη ταυτότητα: θυμώνω όπως θυμώνουν οι «δικοί μου», υπερασπίζομαι τις ίδιες θέσεις, απορρίπτω τους «άλλους». Δεν είναι τυχαίο ότι η πολιτική συμμετοχή μετατοπίζεται προς τη μορφή διαδικτυακών στρατοπέδων κι όχι συλλογικών χώρων σύνθεσης. Οργισμένες κοινότητες χρηστών οργανώνονται με μεγαλύτερη ταχύτητα απ’ ό,τι πολιτικά κινήματα. Οι ταυτότητες χτίζονται όχι γύρω από κοινές αξίες, αλλά γύρω από κοινές εχθρότητες.

Η πληροφορία, επίσης, παίζει καθοριστικό ρόλο. Στον κατακερματισμένο ψηφιακό μας κόσμο, οι άνθρωποι εκτίθενται σε αποσπασματικές αφηγήσεις, γρήγορα συμπεράσματα και συναισθηματικά φορτισμένες «ειδήσεις». Δεν είναι εύκολο να παρακολουθήσεις τις πολυπλοκότητες μιας κρίσης όταν το αφήγημα χωράει σε 280 χαρακτήρες. Ο συλλογισμός για τη διαμόρφωση άποψης – η κριτική σκέψη – απαιτεί χρόνο και σιωπή· η οργή, αντίθετα, λειτουργεί με ταχύτητες αντανακλαστικές και με αισθητική πολεμική.

Πέρα από τα εθνικά σύνορα, η οργή καθίσταται μια διεθνής μορφή κοινωνικής αποδιοργάνωσης – ένας τρόπος να νιώθεις «μέσα», την ώρα που στην πραγματικότητα αποκόβεσαι από κάθε δυνατότητα ουσιαστικής αλλαγής.

Το αδιέξοδο

Ο «Θυμός» δεν είναι από μόνος του πρόβλημα. Είναι ανθρώπινο συναίσθημα, ενίοτε και ηθική αντίδραση απέναντι σε πραγματικές αδικίες. Το πρόβλημα προκύπτει όταν μεταλλάσσεται σε οργή και παγιώνεται ως μόνιμη στάση, όταν γίνεται το μοναδικό φίλτρο μέσα από το οποίο ερμηνεύουμε τον κόσμο. όταν υποκαθιστά τη λογική και δεν οδηγεί σε δράση, αλλά σε εμμονή…

Παραδόξως, η διαρκής εξαγρίωση λειτουργεί υπέρ του συστήματος που υποτίθεται πως καταγγέλλει. Μια κοινωνία θυμωμένη, αλλά αποπροσανατολισμένη, είναι πολύ πιο εύκολα διαχειρίσιμη. Δεν οργανώνεται, δεν συγκροτεί εναλλακτικά σχήματα, δεν επεξεργάζεται στρατηγικές – αντιδρά και καταναλώνει. Και όσο περισσότερο εξαντλείται σε κύκλους «καταγγελιών», τόσο λιγότερο ικανή γίνεται να φανταστεί μια άλλη προοπτική.

Αυτό, βέβαια, δεν είναι τυχαίο. Η οργή εργαλειοποιείται συστηματικά από πολιτικές δυνάμεις, ομάδες συμφερόντων και μηχανισμούς επικοινωνίας. Είτε πρόκειται για κόμματα που αντλούν δύναμη από την πόλωση, είτε για μέσα που ζουν από τον θόρυβο, είτε για αλγορίθμους που ευνοούν την αντίδραση έναντι της σκέψης, το θυμικό αξιοποιείται ως μοχλός ελέγχου. Η οργή γίνεται προϊόν, εργαλείο στρατολόγησης, μέσο πειθούς και αποπροσανατολισμού.

Έτσι, ο φαύλος κύκλος – αγανάκτηση, εκτόνωση, ματαίωση, ξανά αγανάκτηση – καταλήγει σε συλλογική κόπωση. Και η κόπωση αυτή είναι επικίνδυνη. Γιατί, κάτω από τη φωνή της οργής, αρχίζει να υποχωρεί η προσδοκία. Καθώς η αγανάκτηση δεν οδηγεί πουθενά, το αδιέξοδο παγιώνεται. Και τότε, αυτό που απομένει δεν είναι λύση, αλλά μια ανάγκη για εκτόνωση – διαβρωτική, άγονη, που φθείρει αντί να γιατρεύει…

Η οργή μπορεί να ξεκινά από την επιθυμία για δικαιοσύνη. Αλλά χωρίς πυξίδα, χωρίς στόχο, χωρίς βάθος, μετατρέπεται σε μηχανισμό στασιμότητας. Και εκεί βρίσκεται το πραγματικό αδιέξοδο: όχι στην ένταση του θυμού, αλλά στην απουσία κατεύθυνσης.

Καλλιεργώντας αντίδοτα

Ο δρόμος έξω από τον φαύλο κύκλο της οργής δεν περνά από κάποια μαγική «αλλαγή κουλτούρας». Περνά από μικρές, αλλά κρίσιμες επιλογές. Επιλογές που, αν πολλαπλασιαστούν, δημιουργούν άλλου τύπου συλλογικότητες. Επιλογές που δεν υπόσχονται άμεσα αποτελέσματα, αλλά ανοίγουν τον ορίζοντα του εφικτού.

Πρώτο βήμα: να δώσουμε αξία στην πολυπλοκότητα. Όχι ως επίδειξη, αλλά ως στάση ζωής. Η πραγματικότητα δεν είναι μονοδιάστατη και η αλήθεια σπάνια είναι «εκεί έξω» έτοιμη προς ανάρτηση. Μαθαίνουμε να σκεφτόμαστε όταν μαθαίνουμε να αντέχουμε αυτό που δεν καταλαβαίνουμε αμέσως. Αυτό μπορεί να καλλιεργηθεί στο σχολείο, στη δημοσιογραφία, στη δημόσια συζήτηση – ή απλώς σε μια παρέα που ξέρει να διαφωνεί χωρίς να διαλύεται.

Δεύτερο βήμα: να ανακτήσουμε την τέχνη της σιωπής. Σ’ έναν κόσμο που σε ωθεί να μιλήσεις πρώτος, να εξοργιστείς πρώτος, να απαντήσεις γρήγορα – το να περιμένεις, να σκεφτείς, να ακούσεις, είναι σχεδόν πολιτική πράξη. Η ψυχραιμία δεν είναι αδυναμία. Είναι μέθοδος. Είναι, ίσως, η πιο επαναστατική αρετή στη συναισθηματικά υπερθερμασμένη εποχή μας.

Τρίτο βήμα: να φτιάξουμε ξανά χώρους – όχι απλώς φυσικούς, αλλά νοητικούς και πολιτισμικούς. Χώρους όπου μπορεί να δοκιμαστεί η σκέψη, να τεθεί ερώτημα χωρίς να χρειάζεται απάντηση, να υπάρξει διαφωνία χωρίς διάλυση. Αν η δημόσια σφαίρα παραμείνει πεδίο μάχης, δεν θα γίνει ποτέ πεδίο κοινής πορείας.

Και, τέλος, να θυμηθούμε πως η ελπίδα δεν είναι ρομαντισμός. Είναι γνώση ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν, έστω και λίγο, έστω και αργά. Η αλλαγή αυτή δεν θα έρθει από κάποια “σωτήρια” οργή, αλλά από τη βραδεία, απαιτητική δουλειά της κριτικής σκέψης, της κατανόησης και της σύνθεσης.

Και τώρα τι;

Αν συμφωνούμε ότι η οργή έχει μετατραπεί σε μηχανισμό στασιμότητας, τότε μένει αυτό το δύσκολο ερώτημα: Τι κάνουμε, όταν το να εξοργιζόμαστε έχει γίνει αυτονόητο, αλλά όχι και χρήσιμο; Πώς μπορούμε να μείνουμε ενεργοί χωρίς να είμαστε μονίμως εξαγριωμένοι;

Ίσως, η αρχή να μη βρίσκεται σε κάποιο μεγάλο σχέδιο, αλλά σε μια εσωτερική μετάθεση: να σταματήσουμε να αναζητούμε εχθρούς και να αρχίσουμε να αναζητούμε νοήματα. Να θυμόμαστε ότι η σκέψη δεν είναι πολυτέλεια – είναι προϋπόθεση αλλαγής. Ότι η κατανόηση δεν είναι αδυναμία – είναι μορφή δύναμης.

Το αντίθετο της οργής δεν είναι η αδιαφορία. Είναι η προσοχή. Και αυτή, σήμερα, είναι πιο επαναστατική από ποτέ.

Εγγραφείτε και μιλήστε!

Με την εγγραφή σας μπορείτε να συμμετάσχετε στην κουβέντα για το άρθρο, να μιλήσετε στους συντάκτες μας και να συμβάλλετε εποικοδομητικά στα άρθρα μας.

Μπορείτε να συνεχίσετε την ανάγνωση του άρθρου πατώντας εδώ, αλλά...

... είναι μόνο χάρη των μελών/συνδρομητών που μας στηρίζουν που μπορούμε να έχουμε άρθρα.

Εάν μια εποικοδομητική δημοσιογραφία, που δεν εξαρτάται από διαφημίσεις, είναι κάτι που θέλετε να υποστηρίξετε γίνετε μέλος σήμερα.

Περιεχόμενα Τεύχους

Τεύχος 62

Απρίλιος 2025

Μετάβαση στο περιεχόμενο